Η «επιχείρηση» αποδεικνύεται εξαιρετικά κερδοφόρα, καθώς το ετήσιο «εισόδημα» για έναν λαθροθήρα -μονό από την πώληση 2-3 άγριων ζώων- μπορεί να φτάσει τα 20.000 ευρώ.
Τα «πολύτιμα» θηράματα είναι κυρίως ελάφια, αγριογούρουνα και υδρόβια πτηνά και οι εξορμήσεις γίνονται, κατά κανόνα, αργά τη νύχτα. Η πάταξη του «εγκλήματος» ενάντια στην άγρια ζωή δεν είναι δυνατή, αφού οι αρμόδιες δημόσιες υπηρεσίες είναι ανύπαρκτες και -μοιραία- όλη την ευθύνη επωμίζονται ιδιωτικοί θηροφύλακες που προσλαμβάνονται από τις κυνηγετικές οργανώσεις, οι οποίοι και πάλι βέβαια δεν επαρκούν για να ελέγχουν όλες τις δασικές περιοχές.
Ροδόπη και Πάρνηθα
Τα «χρυσά» ελάφια θηρεύονται κυρίως στη Ροδόπη και την Πάρνηθα και πωλούνται σε εστιατόρια, ταβέρνες, χασάπικα και ιδιώτες προς 60 ευρώ το κιλό. Πριν από περίπου έναν μήνα, δύο σκοτωμένα ελάφια βρέθηκαν τεμαχισμένα μέσα σε σακούλες, σε αυτοκίνητο στην Εθνική Οδό Δράμας - Ξάνθης, κοντά στο Παρανέστι. Η σύλληψη έγινε τυχαία από τη συνοριοφυλακή, επειδή ο οδηγός δεν σταμάτησε στο σινιάλο των Αρχών και δεν είχε δίπλωμα. Το ελάφι είναι απειλούμενο είδος και το κυνήγι του απαγορεύεται. Στη Ροδόπη έχουν πλέον απομείνει ελάχιστα ελάφια -περίπου 20-30, σύμφωνα με το WWF και την «Καλλιστώ»- ενώ η θηροφυλακή κάνει λόγο για λιγότερα από 15 ζώα.
Αντίθετα, στην Πάρνηθα εκτιμάται πως οι πληθυσμοί είναι πολύ πιο αυξημένοι, επειδή δεν υπάρχουν φυσικοί εχθροί για τα ελάφια και το βουνό είναι αποκομμένο από άλλα οικοσυστήματα. Εδώ τα κρούσματα λαθροθηρίας είναι περισσότερα και οι μέθοδοι που ακολουθούνται ποικίλλουν. «Πρόκειται για οργανωμένους μαφιόζους. Κάποιοι δεν χρησιμοποιούν καραμπίνες, παρά μόνο τόξα και παγίδες, για να μην γίνονται αντιληπτοί και άλλοι έχουν διόπτρες νυχτός για να εντοπίζουν το θήραμα από μακριά», σημειώνει η Μαρία Γανωτή, ιδρυτικό μέλος του Συλλόγου Προστασίας και Περίθαλψης Αγριας Ζωής ΑΝΙΜΑ. Άλλες πηγές καταγγέλλουν στη Real news ότι οι λαθροθήρες ανεβαίνουν στην Πάρνηθα με μεγάλα τζιπ, «χτυπάνε» τα ελάφια με το αυτοκίνητο και στη συνέχεια τα παίρνουν μαζί τους.
Τα αγριογούρουνα
Εξίσου αποδοτικό είναι το κυνήγι του αγριογούρουνου, αφού ένα ζώο μπορεί να φτάσει ακόμη και τα 200 κιλά. Η δραστηριότητα είναι έντονη στις περισσότερες ορεινές περιοχές, κυρίως στη βόρεια Ελλάδα, ενώ μόνο στον νομό Ιωαννίνων υπολογίζεται ότι θηρεύονται ετησίως περί τα 1.000-2.000 αγριογούρουνα. Οι «γουρουνάδες» χτυπούν νύχτα, με αποτέλεσμα να έχουν πυροβολήσει αρκετές φορές κατά λάθος άλλα ζώα, αλλά και ανθρώπους, όπως έγινε τον Νοέμβριο του 2010 σε δασική έκταση κοντά στη Βρυσούλα Ιωαννίνων. Συχνά χρησιμοποιείται το όπλο-παγίδα, όπου το όπλο είναι συνδεδεμένο με σύρμα και σημαδεύει το «πέρασμα» των αγριογούρουνων.
Η λαθροθηρία έχει γίνει καθημερινή δραστηριότητα και στη μεγαλύτερη προστατευόμενη περιοχή της Ελλάδας, το Εθνικό Πάρκο Βόρειας Πίνδου όπου, σύμφωνα με δημοσίευμα του τοπικού Τύπου, κάθε μήνα σημειώνονται 20 κρούσματα λαθροθηρίας, δηλαδή σχεδόν ένα την ημέρα. Οι λαθροκυνηγοί, εκτός από αγριογούρουνα, κυνηγούν φανατικά το εξαιρετικά απειλούμενο αγριόγιδο, που ζει κυρίως στην Πίνδο και ο πληθυσμός του δεν ξεπερνά τα 500 άτομα. Το δυσεύρετο κρέας κοστίζει μέχρι και 50 ευρώ το κιλό και η θήρα του απαγορεύεται αυστηρά. Πριν από μερικές ημέρες σημειώθηκε νέο κρούσμα στην περιοχή μεταξύ του Δίστρατου και της Βασιλίτσας στα Γρεβενά, όταν ένας ορειβάτης άκουσε συνομιλία λαθροκυνηγών, οι οποίοι πανηγύριζαν για το κατόρθωμά τους. Οι δράστες ξέφυγαν, αφού δεν υπήρξε άμεση ανταπόκριση των Αρχών.
Τυφλώνουν τους λαγούς
Οι λαγοί δεν είναι απαγορευμένο θήραμα, ωστόσο οι λαθροκυνηγοί καταφεύγουν σε παράνομες μεθόδους θήρας, με πιο χαρακτηριστική τη βραδινή οδήγηση με δυνατά φώτα, κάτι που απαγορεύεται αυστηρά.
Οι λαγοί είναι νυχτόβιο είδος και το βράδυ βγαίνουν στους δρόμους για να παίξουν και να ζευγαρώσουν. Τα φώτα των αυτοκινήτων τούς τυφλώνουν και τους ακινητοποιούν, οπότε οι λαθροθήρες βρίσκουν την ευκαιρία και τους πυροβολούν μέσα από το όχημά τους. Τέτοιες περιπτώσεις έχουν καταγραφεί πολλές φορές από τους θηροφύλακες των κυνηγετικών οργανώσεων, ενώ δεν λείπουν οι βίαιες συγκρούσεις μεταξύ τους. «Πολλοί είναι οπλισμένοι και συχνά γίνονται επιθετικοί. Στο παρελθόν έχουν σκοτώσει δύο θηροφύλακες», τονίζει ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Θηροφυλάκων, Γιάννης Ρετζέπης.
Το κυνήγι του λαγού γίνεται και με άλλους, μη νόμιμους τρόπους. «Κάποιοι βρίσκουν τις φωλιές των λαγών και πυροβολούν αδιάκριτα όλη την οικογένεια την ώρα που φωλιάζει, κατά τη διάρκεια της ημέρας», καταγγέλλουν εθελοντές στο Ελληνικό Κέντρο Περίθαλψης Άγριων Ζώων (ΕΚΠΑΖ). Στην Κρήτη και σε άλλες περιοχές, οι θηροφύλακες έχουν συλλάβει λαθροκυνηγούς που περικύκλωναν τους λαγούς με 20 και παραπάνω σκυλιά, με αποτέλεσμα να σκοτώνουν σε ένα βράδυ όσο ένας νόμιμος κυνηγός σε όλη την κυνηγετική περίοδο. Σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων, ο λαγός πωλείται στην Κρήτη 40-50 ευρώ σε ταβέρνες και 60-80 ευρώ σε ιδιώτες. «Η ανεξέλεγκτη λαθροθηρία οδηγεί συχνά σε συγκρούσεις κυνηγών και λαθροκυνηγών, ακόμη και με ανταλλαγή πυροβολισμών», συμπληρώνει ο διαχειριστής του ΕΚΠΑΖ, Παύλος Μπήτρος.
Έντονη αντίδραση από τους κυνηγούς
«Ο μεγαλύτερος εχθρός του κυνηγιού είναι ο λαθροθήρας», λέει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας (ΚΣΕ), Νίκος Παπαδόδημας. Μαζί του συμφωνεί και η συντριπτική πλειονότητα των κυνηγών, που θεωρεί ότι η λαθροθηρία ευθύνεται και για τη μείωση των θηραμάτων και για τη δυσφήμηση του κυνηγιού.
«Ο συνειδητοποιημένος κυνηγός γνωρίζει και σέβεται τη φύση γιατί ζει μέσα σ’ αυτήν», καταλήγει. Αλλωστε, οι θηροφύλακες συντηρούνται αποκλειστικά από τους κυνηγούς, προσπαθώντας να καλύψουν το κενό που έχει δημιουργήσει η κρατική αναλγησία με τις υποστελεχωμένες και αδρανείς δασικές υπηρεσίες στον τομέα της προστασίας της άγριας ζωής. «Ολοι εμάς ειδοποιούν - οι πολίτες, τα δασαρχεία, ακόμη και η Αστυνομία. Δεν έχουν σε ποιον άλλον να απευθυνθούν» τονίζει ο Γ. Ρετζέπης. « Η πολιτεία αδιαφορεί. Δεν είναι παράλογο να επαφίεται η προστασία της άγριας ζωής αποκλειστικά στις κυνηγετικές οργανώσεις;».
Με κουκούλες και διόπτρες στήνουν καρτέρι στις αγριόπαπιες
Τα υδρόβια πτηνά και κυρίως οι πάπιες έχουν καλή εμπορική αξία στο παρεμπόριο άγριων ζώων και γι’ αυτό βρίσκονται στο στόχαστρο των λαθροθηρών. Χαρακτηριστική περίπτωση είναι ο Αμβρακικός και ιδιαίτερα ο υγρότοπος της Ροδιάς, περιοχή που «στα χαρτιά» τελεί υπό καθεστώς αυστηρής προστασίας. Τα τελευταία χρόνια η λαθροθηρία βρίσκεται σε έξαρση στην περιοχή, ενώ πρόσφατα επαναλήφθηκε μαζική εισβολή λαθροκυνηγών με κουκούλες και απαγορευμένα όπλα, οι οποίοι μπήκαν μέσα στον κόλπο με βάρκες για να πυροβολήσουν πουλιά και υδρόβια.
Εργαζόμενοι στον Φορέα Διαχείρισης του Αμβρακικού κατέγραψαν το περιστατικό και εντόπισαν ακόμη και παράγκες, οι οποίες έχουν στηθεί για να λειτουργήσουν ως σταθμοί μεταφόρτωσης του παράνομου «φορτίου».Τα φωτογραφικά ντοκουμέντα παρουσιάστηκαν σε πρόσφατη ημερίδα, όπου ο πρόεδρος του φορέα διαχείρισης και καθηγητής του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, Τριαντάφυλλος Αλμπάνης, ζήτησε τη συνδρομή των κυνηγών και της θηροφυλακής τους, ώστε να μειωθεί η λαθροθηρία. Τα πιο συνηθισμένα θύματα είναι οι αγριόπαπιες, οι πρασινοκέφαλες, οι σαρσέλες πάπιες και κυρίως οι απειλούμενες βαλτόπαπιες, οι οποίες αναπαράγονται στην περιοχή.
Λίστα για μηνύσεις
Ο φορέας προχώρησε την έρευνα ένα βήμα παραπέρα: εντόπισε τα σημεία πώλησης των θηραμάτων και έστειλε τη σχετική λίστα στις αρμόδιες υπηρεσίες, προκειμένου να προβούν σε μηνύσεις και πρόστιμα.
Ολες οι ταβέρνες και τα καταστήματα απαγορεύεται να σερβίρουν άγρια είδη. Επιτρέπονται μόνο τα ζώα που προέρχονται από εκτροφεία, ελεγχόμενες κυνηγετικές περιοχές ή το εξωτερικό, εφόσον έχουν τηρηθεί οι νόμιμες διαδικασίες απόκτησής τους. Αυτό αποδεικνύεται από τα παραστατικά, όπως είναι το τιμολόγιο αγοράς του κρέατος. «Αν το ΣΔΟΕ κάνει έφοδο στις ταβέρνες της περιοχής και ζητήσει τα τιμολόγια αγοράς για τα θηράματα, θα φανεί ποιοι έχουν και ποιοι όχι», εξηγεί ο Πέτρος Καπερναράκος από το ΕΚΠΑΖ Πελοποννήσου. «Ακόμη και με τα τιμολόγια γίνεται ρεμούλα. Οι λαθροκυνηγοί μοιράζονται τα λεφτά με τα εκτροφεία και εκδίδουν πλαστά τιμολόγια», καταγγέλλει ο πρόεδρος της Κυνηγετικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας, Νίκος Παπαδόδημας.
Οι λαθροθήρες είναι καλά εξοπλισμένοι. Όπλα, κυνηγετικά ή μη, τόξα με βέλη, διόπτρες νυχτός και ασύρματους για επικοινωνία. Οταν δρουν κοντά στην περιοχή τους, προτιμούν να φορούν κουκούλες για να μην τους αναγνωρίζουν οι ντόπιοι. Σημαντικά ποσά από το επικερδές παράνομο κυνήγι δίνονται για εξοπλισμό, όπως τζιπ και βάρκες, οι οποίες κοστίζουν 2.500-5.000 ευρώ, ανάλογα με την παλαιότητα.
real.gr