Αν ο Θεός ξεχνούσε για μια στιγμή ότι είμαι μαριονέτα φτιαγμένη από κουρέλια και μου χάριζε ένα κομμάτι ζωή, ίσως δε θα έλεγα όλα αυτά που σκέφτομαι, αλλά σίγουρα θα σκεφτόμουν όλα αυτά που λέω εδώ. Θα έδινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτά που αξίζουν αλλά γι' αυτά που σημαίνουν.
Θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν πολύ, γιατί κάθε λεπτό που κλείνουμε τα μάτια χάνουμε 60 δευτερόλεπτα φωτός. Θα συνέχιζα όταν οι άλλοι σταματούσαν, θα ξυπνούσα όταν οι άλλοι κοιμούνταν, θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλούσαν! Αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωή, θα ντυνόμουν λιτά, θα ξάπλωνα μπρούμυτα στον ήλιο, αφήνοντας ακάλυπτο όχι μόνο το σώμα αλλά και τη ψυχή μου. Αν μπορούσα, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα να βγει ο ήλιος, θα ζωγράφιζα με ένα όνειρο του Βαν Γκογκ πάνω στα άστρα, ένα ποίημα του Μπενεντέτι και ένα τραγούδι του Σεράτ θα ήταν η σερανάτα που θα χάριζα στη σελήνη, θα πότιζα με τα δάκρυά μου τα τριαντάφυλλα για να νιώσω τον πόνο από τα αγκάθια τους και το κοκκινωπό φιλί των πετάλων τους.
Αν είχα ένα κομμάτι ζωή...δε θα άφηνα να περάσει ούτε μια μέρα χωρίς να πω στους ανθρώπους που αγαπώ.... "ότι τους αγαπώ" Θα έκανα κάθε άντρα και γυναίκα να πιστέψουν ότι είναι αγαπητοί μου και θα ζούσα ερωτευμένος με τον έρωτα. Στους ανθρώπους θα έδειχνα πόσο λάθος κάνουν να νομίζουν ότι παύουν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να καταλαβαίνουν ότι γερνούν αν πάψουν να ερωτεύονται. Στο μικρό παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετάει.
Στους ηλικιωμένους θα έδειχνα ότι τον θάνατο δεν τον φέρνουν τα γηρατειά αλλά η λήθη.
Έμαθα τόσα πράγματα από τους ανθρώπους.. Έμαθα πως όλοι θέλουν να ζήσουν στην κορυφή του βουνού, χωρίς να γνωρίζουν ότι η αληθινή ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που κατεβαίνεις την απότομη πλαγιά. Έμαθα πως όταν το νεογέννητο σφίγγει στη μικρή παλάμη του, για πρώτη φορά, το δάχτυλο του πατέρα του, το αιχμαλωτίζει για πάντα. Έμαθα πως ο άνθρωπος δικαιούται να κοιτά τον άλλον από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί. Είναι τόσα πολλά τα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από εσάς, αλλά δε θα χρησιμεύσουν αλήθεια πολύ, γιατί όταν θα με κρατούν κλεισμένο μέσα σ' αυτή τη βαλίτσα, δυστυχώς θα πεθαίνω. Να λες πάντα αυτό που νιώθεις και να κάνεις πάντα αυτό που σκέφτεσαι. Αν ήξερα ότι σήμερα θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ 'έβλεπα να κοιμάσαι, θα σ' αγκάλιαζα σφιχτά και θα προσευχόμουν στον Κύριο για να μπορέσω να γίνω ο φύλακας της ψυχής σου. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα σ' έβλεπα να βγαίνεις από την πόρτα, θα σ' αγκάλιαζα και θα σου έδινα ένα φιλί και θα σε φώναζα ξανά να σου δώσω κι άλλα. Αν ήξερα ότι αυτή θα ήταν η τελευταία φορά που θα άκουγα τη φωνή σου, θα ηχογραφούσα κάθε σου λέξη για να μπορώ να τις ακούω ξανά και ξανά. Αν ήξερα ότι αυτές θα ήταν οι τελευταίες στιγμές που θα σ' έβλεπα θα έλεγα σ' αγαπώ και δε θα υπέθετα ανόητα ότι το ξέρεις ήδη. Υπάρχει πάντα ένα αύριο και η ζωή μας δίνει κι άλλες ευκαιρίες για να κάνουμε τα πράγματα όπως πρέπει, αλλά σε περίπτωση που κάνω λάθος και μας μένει μόνο το σήμερα, θα θελα να σου πω πόσο σ' αγαπώ και ότι ποτέ δε θα σε ξεχάσω.
Το αύριο δεν το έχει εξασφαλίσει κανείς, είτε νέος είτε γέρος. Σήμερα μπορεί να είναι η τελευταία φορά που βλέπεις τους ανθρώπους που αγαπάς γι' αυτό μην περιμένεις άλλο, κάν' το σήμερα, γιατί αν το αύριο δεν έρθει ποτέ, θα μετανιώσεις σίγουρα για τη μέρα που δε βρήκες χρόνο για ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, ένα φιλί και ήσουν απασχολημένος για να κάνεις πράξη μια τελευταία τους επιθυμία.
Κράτα αυτούς που αγαπάς κοντά σου, πες τους ψιθυριστά πόσο πολύ τους χρειάζεσαι, αγάπα τους και φέρσου τους καλά, βρες χρόνο για να τους πεις «συγγνώμη», «συγχώρεσέ με», «σε παρακαλώ», «ευχαριστώ» κι όλα τα λόγια αγάπης που ξέρεις. Κανείς δε θα σε θυμάται για τις κρυφές σου σκέψεις.
Ζήτα από το Σύμπαν τη δύναμη και τη σοφία για να τις εκφράσεις. Δείξε στους φίλους σου τι σημαίνουν για σένα. Αν δεν το κάνεις σήμερα, θα είναι όπως χθες και αν δεν το κάνεις ποτέ δεν πειράζει.
Ξεκίνα να κάνεις πράξη τα όνειρά σου. Τώρα είναι η ώρα.
~~Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες~~
Ο Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες γεννήθηκε το 1928 στην Αρακατάκα, ένα παραλιακό χωριό της Κολομβίας, όπου μεγάλωσε κοντά στους παππούδες του από τη μεριά της μητέρας του.
Το 1947 άρχισε στο Πανεπιστήμιο της Μπογκοτά τις σπουδές του στα νομικά και τις πολιτικές επιστήμες και τον ίδιο χρόνο η εφημερίδα Ελ Εσπεκταδόρδημοσίευσε το πρώτο διήγημά του με τίτλο Η Τρίτη Παραίτηση. Το 1948 μετακόμισε στην Καρταχένα των Δυτικών Ινδιών κι εκεί άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος στην εφημερίδα Ελ Ουνιβερσάλ. Στη συνέχεια συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά και εφημερίδες στην Αμερική και την Ευρώπη.
Το πρώτο μυθιστόρημά του, Τα Νεκρά Φύλλα, εκδόθηκε το 1955 και ακολούθησαν τα έργα Κακιά Ωρα, Ο Συνταγματάρχης δεν Εχει Κανέναν να του Γράψει και Η Κηδεία της Μεγάλης Μάμα.
Το 1967 κυκλοφόρησε το έργο Εκατό Χρόνια Μοναξιά, μυθιστόρημα που αποκόμισε αμέσως τις θετικότερες κριτικές και κέρδισε το αναγνωστικό κοινό, καθιερώνοντας έτσι τον Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες ως έναν από τους μεγαλύτερους συγγραφείς της εποχής μας.
Στο τεράστιο έργο του, που το 1982 του χάρισε το Βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, συμπεριλαμβάνονται και τα μυθιστορήματα: Το Φθινόπωρο του Πατριάρχη, Χρονικόν Ενός Προαναγγελθέντος Θανάτου, Ο Ερωτας στα Χρόνια της Χολέρας, Δώδεκα Διηγήματα Περιπλανώμενα και Περί Ερωτος και Αλλων Δαιμονίων. Επίσης, έχει γράψει άρθρα σε περιοδικά, βιβλία με διηγήματα και κινηματογραφικά σενάρια.
SokNews.com