tromaktiko: «Γιατί απέτυχα πάλι να γίνω μητέρα;»

Κυριακή 6 Απριλίου 2014

«Γιατί απέτυχα πάλι να γίνω μητέρα;»



«Γιατί απέτυχα πάλι να γίνω μητέρα;» είναι το ερώτημα που τίθεται ξανά και ξανά από γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε επανειλημμένες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης ή μένουν έγκυες και αποβάλλουν βιώνοντας έναν...
συναισθηματικό Γολγοθά. Σε αυτό το ερώτημα πρόκειται να δώσουμε απαντήσεις και λύσεις, ενώ μέχρι πρότινος δεν ήταν εφικτό. Στο Α΄ μέρος του άρθρου διασαφηνίσθηκαν οι λόγοι που συχνά η εξωσωματική γονιμοποίηση αποτυγχάνει, ενώ στο παρόν άρθρο πρόκειται να τεθούν οι λόγοι των αποτυχημένων αποβολών.

Έτσι, το κάθε ζευγάρι κατά περίπτωση θα μπορέσει να ακολουθήσει με την καθοδήγηση των ειδικών τη σωστή πλέον θεραπεία γονιμότητας.
1. Εξηγήστε μου τι είναι οι αποβολές ανοσολογικού χαρακτήρα.
Βασικά οι αποβολές οφείλονται σε 3 μεγάλες κατηγορίες:
Α. Δεσμευτικά αντισώματα (Αντιπατρικά Αντισώματα)

Τα πατρικά ιστικά στοιχεία που καθορίζουν ποιος είναι ως άτομο ο υποψήφιος πατέρας (δηλαδή ως βιολογική–γενετική μονάδα) μεταφέρονται με τα σπερματοζωάριά του και αποτυπώνονται με την έναρξη της εγκυμοσύνης στον νεοσχηματισθέντα πλακούντα της (εγκύου;) γυναίκας. Στη συνέχεια, όλες μαζί οι ιστικές πληροφορίες (που προέρχονται από τον πατέρα) κωδικοποιημένες με γενετικές διαδικασίες καθορίζουν στον μόλις αρχόμενο πλακούντα έναν γενετικό τόπο που καλείται «HLA–G αντιγόνο» που σκοπό έχει κατά βάση να προειδοποιήσει την υποψήφια μητέρα (δηλαδή το ανοσοποιητικό–αμυντικό σύστημά της) ότι το «εμφύτευμα» είναι έμβρυο και να αντιδράσει με «φιλική» διάθεση και συμπεριφορά απέναντί του και όχι σαν να επρόκειτο για κάτι εχθρικό για αυτήν (όπως π.χ. σαν να ήταν ένα μικρόβιο ή καρκινικό κύτταρο), ώστε να αντιδράσει εναντίον του με «εχθρική» διάθεση και συμπεριφορά.

Η φιλική συμπεριφορά του ανοσολογικού συστήματος της μητέρας
Αποτέλεσμα αυτής της λειτουργίας (της «φιλικής» συμπεριφοράς του ανοσολογικού συστήματος) της μητέρας απέναντι στο «HLA–G αντιγόνο» του πατέρα είναι η παραγωγή χρήσιμων ουσιών που ονομάζονται «δεσμευτικά αντισώματα» ή «προστατευτικά αντισώματα».

Παραγωγή δεσμευτικών αντισωμάτων
Η παραγωγή αυτών των αντισωμάτων από την υποψήφια μητέρα θεωρείται ότι είναι μία πολύ σημαντική λειτουργία για την επιβίωση του νεοσχηματισθέντα πλακούντα και κατ’ επέκταση για την εξέλιξη και ανάπτυξη του εμβρύου. Από τη στιγμή που αυτά παραχθούν δημιουργούν τρόπο τινά έναν μανδύα παραλλαγής που περιβάλλει γύρω γύρω τον πλακούντα, έτσι ώστε να καμουφλάρονται τα πατρικά στοιχεία του εμβρύου που βρίσκονται πάνω στον πλακούντα (δηλαδή τα HLA–G αντιγόνα) και τα οποία όπως είπαμε είναι ένας ξένος ιστός για τη μητέρα, ο οποίος ως ξένος θα έπρεπε να δεχθεί την επιθετικότητα του ανοσολογικού–αμυντικού συστήματος της μητέρας με στόχο να τον καταστρέψει.

Δυνητική αδυναμία παραγωγής δεσμευτικών αντισωμάτων
Κάτι τέτοιο όμως τώρα δεν συμβαίνει, διότι το αμυντικό σύστημα της μητέρας δεν αναγνωρίζει λόγω της παρουσίας των προστατευτικών αντισωμάτων τα ξένα γι’ αυτήν πατρικά στοιχεία που φέρει το έμβρυο, ώστε να κινητοποιηθεί ο επιθετικός μηχανισμός της μητέρας εναντίον του εμβρύου. Ευνόητο είναι ότι η μη δημιουργία των «προστατευτικών αντισωμάτων» έχει ως συνέπεια τον θάνατο του πλακούντα, άρα και του εμβρύου.

Όπως έγινε αντιληπτό η δυνητική αδυναμία της υποψήφιας μητέρας να παράγει «δεσμευτικά αντισώματα» ή αν θέλετε του υποψήφιου πατέρα να διεγείρει την υποψήφια μητέρα για παραγωγή « δεσμευτικών αντισωμάτων» έχει ως αποτέλεσμα την καθολική απόρριψη του ιστού της κύησης ή αλλιώς την αδυναμία του εμβρύου να επιζήσει.
Θεραπεία

Για να αντιμετωπισθεί αυτή η αδυναμία διάφοροι ερευνητές σε κέντρα ανοσολογίας σε Αμερική, Καναδά, Αγγλία αλλά και στην Ελλάδα, από πολλά χρόνια, έχουν επιλέξει ως θεραπεία να χορηγούν στην υποψήφια μητέρα το υλικό εκείνο που πυροδοτεί την παραγωγή «δεσμευτικών αντισωμάτων».

Β. Αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα
Τα φωσφολιπίδια είναι ουσίες που αποτελούν ουσιώδες συστατικό στοιχείο πολλών κυττάρων του σώματός μας και μερικά από αυτά παίζουν σημαντικό ρόλο ως μόρια «συγκόλλησης» και συνεπώς έχουν σχέση με την ικανότητα σύντηξης (συγκόλλησης) των κυττάρων, και συμβάλλουν στη μετατροπή μέρους του εμβρύου που εμφυτεύουμε να γίνει ο γνωστός μας πλακούντας.

Λόγοι δημιουργίας αντισωμάτων εναντίον των φωσφολιπιδίων
Πολλές φορές, για κάποιους λόγους δημιουργούνται αντισώματα εναντίον των φωσφολιπιδίων, τα λεγόμενα αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα (APA). Οι λόγοι που δημιουργούνται τα APA μπορεί να είναι:

Διάφορα νοσήματα, αλλά και σε ένα σημαντικό ποσοστό φαινομενικά υγιών ατόμων δεν υπάρχουν υποκειμενικά αίτια και η παρουσία τους αποδίδεται σε τροποποίηση του ανοσολογικού συστήματος από ποικίλα αλλεργιογόνα του περιβάλλοντος και των τροφών.

Η παρουσία των APA συνιστά, όπως είπαμε, μια επίκτητη διαταραχή των πρωτεϊνών του αίματος που συνδέεται με θρόμβωση των αγγείων. Μάλιστα, ίσως είναι και η πιο συχνή διαταραχή που συνδέεται και με φλεβική και με αρτηριακή θρόμβωση όπως και με αναπαραγωγική αποτυχία λόγω των θρομβώσεων των αγγείων της εμβρυοπλακουντιακής μονάδος που προκαλούν. Συνεπώς, ο συσχετισμός από την παρουσία αντιφοσφωλιπιδιακών αντισωμάτων με την αποτυχία στην IVF έχει αποδοθεί στο ότι τα αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα βλάπτουν την αρχική διαδικασία αγγειοποίησης που συμβαίνει στην εμφύτευση η οποία είναι απαραίτητη για τη συνέχιση της κύησης.

«Τα αντισώματα εναντίον ορισμένων φωσφολιπιδίων μπορεί να επηρεάσουν αρνητικά την εξέλιξη ενός εμφυτευμένου εμβρύου, καθώς η παρουσία τους αποδιοργανώνει τη συνοχή των μορίων που συνθέτουν το εμφυτευμένο έμβρυο (πλακούντα) καθ’ όσον τα φωσφολιπίδια συνιστούν συνδετικά μόρια μεταξύ των κυτταρικών στοιχείων. Άρα, η παρουσία αντισωμάτων εναντίον των φωσφολιπιδίων (της κόλλας μεταξύ των κυττάρων), δηλαδή η παρουσία αντιφωσφολιπιδικών αντισωμάτων αποσυγκολλά και αποδιοργανώνει τα μόρια που συνθέτουν το έμβρυο.
Θεραπεία

Ο έλεγχος για αντιφωσφολιπιδικά αντισώματα ενδείκνυται να γίνεται πριν από την αναμενόμενη κύηση, διότι η θεραπεία πρέπει να αρχίζει πριν την εγκυμοσύνη, ώστε κατά το χρόνο της εμφύτευσης τα επίπεδα των αντισωμάτων είναι χαμηλά.

Γ. Φυσικά κυτταροκτόνα κύτταρα (Natural Killers)
Η προστασία του εμβρύου γίνεται με διαφόρους τρόπους, κυρίαρχος των οποίων είναι η παρουσία των ειδικών προστατευτικών (δεσμευτικών) αντισωμάτων που δημιουργούνται από τα κύτταρα του ανοσολογικού συστήματος της υποψήφιας μητέρας σε απάντηση στα πατρικά μόρια του εμβρύου. Όμως, υπάρχουν και άλλοι μηχανισμοί για τη μη απόρριψη του εμφυτεύματος– εμβρύου. Ένας δε από τους εξίσου σημαντικούς είναι και η μερική καταστολή, από μέρους της μητέρας, ειδικών κυττάρων του ανοσολογικού της συστήματος που σκοπό έχουν να αντιδρούν αρνητικά απέναντι σε κάθε ξένο εισβολέα. Αυτά τα κύτταρα τα έχουμε ονομάσει «φυσικά κυτταροκτόνα κύτταρα» (ΝΚ). Τα κύτταρα αυτά χρησιμοποιούνται από τον οργανισμό μας ως πρώτη γραμμή άμυνας εναντίον ιογενών λοιμώξεων και καρκινικών κυττάρων. Είναι τα κύτταρα που κυρίως υπάρχουν στη μήτρα (φθαρτό) τη στιγμή της εμφύτευσης του γονιμοποιημένου ωαρίου (εμβρύου) και ο ρόλος τους στην καλή διατήρηση της κύησης έχει ως τώρα καλά τεκμηριωθεί.

Η λειτουργική κατάσταση των φυσικών κυτταροκτόνων κυττάρων
Υπό φυσιολογικές συνθήκες:
ελέγχουν την υπέρμετρη διείσδυση της τροφοβλάστης στο φθαρτό (δηλαδή του εμβρύου μέσα στο ενδομήτριο της μήτρας)
 ελέγχουν τις τυχόν ανιούσες μικροβιακές λοιμώξεις στην εμβρυομητρική επιφάνεια και με τις ουσίες που εκκρίνουν (κυτταροκίνες) συμμετέχουν στη φυσιολογική ανάπτυξη της τροφοβλάστης και του εμβρύου.
Από την άλλη πλευρά, επειδή είναι κύτταρα που δεν χρειάζονται ειδική αναγνώριση του στόχου τους (προετοιμασία) για να ασκήσουν τις δράσεις τους, ενδέχεται σε ορισμένες περιπτώσεις να δρουν κυτταροτοξικά (βλαπτικά) έναντι της τροφοβλάστης, δηλαδή στη περιοχή που εμφυτεύουμε το έμβρυο, χωρίς να υπάρχει κάποιος ειδικός εμφανής λόγος.

Απαραίτητη η γνώση της λειτουργικής κατάστασης των φυσικών κυτταροκτόνων κυττάρων
Έτσι, λοιπόν, είναι πρωταρχικής σημασίας η γνώση της λειτουργικής κατάστασης των ΝΚ – κυττάρων (δηλαδή εάν έχουν βλαπτικό δυναμικό εναντίον του εμβρύου) στις γυναίκες με αποτυχημένες προσπάθειες εξωσωματικής γονιμοποίησης παρά τις ιδανικές συνθήκες διέγερσης –γονιμοποίησης – εμφύτευσης. Αυτή η μεθοδολογία πρέπει να ακολουθείται απαράβατα, γιατί βοηθάει πρωτίστως στη διάγνωση ενός τέτοιου προβλήματος και δευτερευόντως, γιατί δίνει τις κατευθύνσεις για θεραπεία.

Από εργαστηριακής πλευράς υπάρχουν εξειδικευμένες εξετάσεις που μας δίνουν πολύτιμες πληροφορίες αφενός εάν υπάρχουν αυξημένες συγκεντρώσεις των ΝΚ – κυττάρων στο προεμφυτευτικό ενδομήτριο, αφετέρου εάν αυτά τα κύτταρα έχουν ενεργό φονικότητα ειδικά εναντίον των κυττάρων του νεοσχηματισμένου εμβρύου. Έτσι, πέρα από την απλή μέτρηση των ΝΚ – κυττάρων που κυκλοφορούν στο αίμα και στη μήτρα, ιδιαίτερη σημασία έχει να ελέγξουμε και να ξέρουμε τη λειτουργική κατάσταση (τη φονικότητα) αυτών των ΝΚ – κυττάρων, δηλαδή τι «δυναμικό» έχουν, γιατί αυτό προδικάζει την επιτυχία ή όχι μιας μελλοντικής κύησης.

2. Τι εξετάσεις πρέπει να κάνω;
Εκτός από τον απαραίτητο ορμονολογικό έλεγχο είναι απαραίτητος:
Ο έλεγχος των αντιπατρικών αντισωμάτων.
Του αντιφωσφολιπιδικού συνδρόμου και της θρομφοφιλίας.
Ο έλεγχος των φυσικών κυτταροκτόνων κυττάρων (natural killers).

Το κόστος όλων αυτών των εξετάσεων είναι πολύ μικρότερο από το κόστος μιας εξωσωματικής γονιμοποίησης. Είναι επομένως προς το συμφέρον της γυναίκας να κάνει τον έλεγχο. Η ολοκλήρωση όλων αυτών των εξετάσεων με την καθοδήγηση και τη συμβουλή του ειδικού γιατρού θα βοηθήσει στην πραγματοποίηση της επιθυμίας κάθε γυναίκας να μπορέσει να γίνει μητέρα.

«Το κείμενο αποτελεί μια συνεργασία του flowmagazine.gr με τον μαιευτήρα - χειρούργο - γυναικολόγο κο Περιστέρη. Για περισσότερα κείμενα του συγκεκριμένου αρθρογράφου πατήστε εδώ»
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!