tromaktiko: Το 72,4% των δανείων αβέβαιης είσπραξης έχουν ρυθμίσει οι τράπεζες

Σάββατο 14 Ιανουαρίου 2017

Το 72,4% των δανείων αβέβαιης είσπραξης έχουν ρυθμίσει οι τράπεζες



Της Νένας Μαλλιάρα
Το 72,4% των ανοιγμάτων αβέβαιης είσπραξης, δηλαδή των δανείων που βρίσκονται σε καθυστέρηση μικρότερη των 90 ημερών αλλά ...όλες οι ενδείξεις συγκλίνουν στο ότι θα καταστούν μη εξυπηρετούμενα, έχουν ρυθμίσει οι τράπεζες.

Όπως αναφέρουν τραπεζίτες στο Capital.gr, στο τελευταίο τρίμηνο του 2016 οι τράπεζες θα εμφανίσουν βελτιωμένες επιδόσεις στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και ανοιγμάτων λόγω της αύξησης στις ρυθμίσεις δανείων. Ωστόσο, το υψηλό ποσοστό των ρυθμίσεων σε συνδυασμό με το ότι μεγάλο μέρος των ρυθμισμένων, πλέον της μιας φοράς, δανείων, ξαναγίνονται "κόκκινα", δημιουργεί την ανάγκη της δημιουργίας και νέων προϊόντων ρύθμισης δανείων.

Μόνο στο α΄ εξάμηνο του 2016, με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΤτΕ, το σύνολο των ρυθμισμένων ανοιγμάτων (Forborne) των τραπεζών ανήλθε σε 46,7 δισ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 8,6% σε σχέση με το τέλος του 2015. Ο λόγος των ρυθμισμένων ανοιγμάτων προς τα συνολικά ανοίγματα ανήλθε σε 19,5% για το α΄ εξάμηνο του 2016 από 17,6% στο τέλος του 2015. Ειδικότερα, τα ρυθμισμένα εξυπηρετούμενα ανοίγματα αυξήθηκαν κατά 12,1% σε σχέση με το τέλος του 2015, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τα ρυθμισμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ανήλθε σε 7,2%.

Τα στεγαστικά δάνεια εμφανίζουν τον υψηλότερο λόγο ρυθμισμένων ανοιγμάτων προς τα συνολικά ανοίγματα στεγαστικών δανείων (29,4%), ενώ τα αντίστοιχα ποσοστά για τα καταναλωτικά και επιχειρηματικά δάνεια ανέρχονται σε 19% και 15% αντίστοιχα.

Η στροφή των τραπεζών στις μακροπρόθεσμες ρυθμίσεις είναι φανερή, καθώς οι εν λόγω ρυθμίσεις έχουν αυξηθεί κατά 31% στο διάστημα Ιανουαρίου – Ιουνίου 2016 και κατά 61% στο διάστημα Ιουνίου 2015 – Ιουνίου 2016, όπως πιστοποιεί και η Επισκόπηση του Χρηματοπιστωτικού Συστήματος από την ΤτΕ. Το μεγαλύτερο ποσοστό αφορά κυρίως τις κατηγορίες των επιχειρηματικών και στεγαστικών δανείων, με την τελευταία κατηγορία να αυξάνεται κατά 145% το α΄ εξάμηνο του 2016 σε σχέση με το τέλος του 2015.

Ωστόσο, παρά την επιμήκυνση ως προς το χρονικό ορίζοντα των ρυθμίσεων/διευθετήσεων δανείων, υπάρχει ένα σημαντικό ποσοστό των φακέλων οι οποίοι υπόκεινται εκ νέου σε ρύθμιση παρά το γεγονός ότι είχε υλοποιηθεί μακροπρόθεσμη διευθέτηση στο παρελθόν. Πρόκειται για ένα ποσοστό 37,5% των συνολικών ρυθμισμένων συμβάσεων (φακέλων) που υπόκεινται ξανά σε ρύθμιση, με την τάση αυτή, μάλιστα, να είναι περισσότερο εμφανής στα δάνεια τα οποία είχαν ήδη ρυθμιστεί σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Το στοιχείο αυτό, σύμφωνα με τους τραπεζίτες, υποδηλώνει την ανάγκη να εφευρεθούν νέοι, πιο αποτελεσματικοί τύποι ρυθμίσεων.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στις ρυθμίσεις που προωθούν, οι τράπεζες ζητούν περισσότερες εξασφαλίσεις, χωρίς όμως να τις λαμβάνουν.

Ο δείκτης "αξία εξασφαλίσεων προς συνολικά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα" συνεχίζει να παραμένει σε χαμηλά επίπεδα (51%). Το ανάλογο ποσοστό για την αξία εξασφαλίσεων προς τα ρυθμισμένα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα ανέρχεται σε 59%, αποτυπώνοντας την τάση των τραπεζών να επιδιώκουν επιπλέον εξασφαλίσεις κατά τη διάρκεια των ρυθμίσεων. Ωστόσο, ο ανωτέρω λόγος βαίνει σταδιακά μειούμενος, καθώς ενδεχομένως οι δανειζόμενοι δεν παρέχουν λόγω αδυναμίας, εξασφαλίσεις ανάλογες των ποσών που ρυθμίζονται.

Σημειώνεται ότι το 81,3% των συνολικών εξασφαλίσεων αφορά σε ακίνητα. Οι δείκτες "αξία εξασφαλίσεων προς συνολικά μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα" διαμορφώνονται στο 75,6% για τα στεγαστικά δάνεια, στο 14,5% για τα καταναλωτικά και στο 49% για τα επιχειρηματικά δάνεια.

Συνεπεία των ρυθμίσεων στις οποίες έχουν προχωρήσει οι τράπεζες, η ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων τους έχει βελτιωθεί, καταγράφοντας σημαντική μείωση των ροών από τα εξυπηρετούμενα στα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (ενδεικτικά, τον Ιούνιο του 2016 οι εν λόγω καθαρές ροές διαμορφώθηκαν σε 300 εκατ. ευρώ, όταν την αντίστοιχη περίοδο του 2015 είχαν ανέλθει σε 4 δισ. ευρώ) και αντίστοιχα αύξηση των ροών από τα μη εξυπηρετούμενα στα εξυπηρετούμενα ανοίγματα. Σύμφωνα με τις διαπιστώσεις της ΤτΕ, ο δείκτης εξυγίανσης (cure rate) διαμορφώνεται σε 2,6% και βρίσκεται σε υψηλότερο επίπεδο από τον δείκτη αθέτησης (default rate), ο οποίος διαμορφώνεται στο 2,4%.

Σημειώνεται ότι πέραν των ρυθμίσεων, οι τράπεζες στο α΄ εξάμηνο 2016 διέγραψαν και δάνεια ύψους 1,6 δισ. ευρώ, έναντι 687 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2015, τα οποία αφορούσαν κυρίως καταγγελμένες απαιτήσεις.

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!