tromaktiko: Τριαντάφυλλος Φωκιανός: Το μικρό προσφυγόπουλο που έγινε σηματωρός στα αντιτορπιλικά

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Τριαντάφυλλος Φωκιανός: Το μικρό προσφυγόπουλο που έγινε σηματωρός στα αντιτορπιλικά



Συνέντευξη: Νάσος Μπράτσος
Έφυγαν κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, με σκοπό να γλιτώσουν από την πείνα. Από τις ακτές της Ικαρίας στην Τουρκία και από... εκεί στη Μέση Ανατολή. Ο Τριαντάφυλλος Φωκιανός μας εξιστορεί τα όσα έζησε εκείνα τα χρόνια.

-Πότε φύγατε από την Ικαρία;

-Έφυγα το 1942 σε ηλικία 12 ετών μαζί με την αδερφή μου και τη μητέρα μου από το Γιαλισκάρι Ικαρίας και εκτός από εμάς ήταν στη βάρκα άλλα έξι άτομα. Φτάσαμε στην Τουρκία και βγήκαμε σε κάτι κατσάβραχα, ήμασταν τρεις μέρες νηστικοί και τότε οι άλλοι έξι μας παράτησαν εμάς δύο ημιθανή παιδάκια με τη μάνα μας και μάλιστα ένας μας πήρε και ένα σάκο που μας είχε δώσει για να βάλουμε τα λίγα υπάρχοντά μας, κακολογώντας μας κιόλας.


-Πώς εξελίχτηκαν τα πράγματα εκεί;

-Μόνοι μας την ώρα που περιπλανιόμασταν, είδα ένα κομμένο κλαρί δένδρου από τσεκούρι, σημάδι ανθρώπινης παρουσίας και το θεώρησα «θεϊκό σημάδι». Ακολούθως ενώ πηγαίναμε να κοιμηθούμε σε μία σπηλιά σε ένα καρβουνότοπο για να μην μας φάνε τα τσακάλια και οι λύκοι, είδαμε μία καλύβα και πήγαμε εκεί, που τελικά ήταν ένα τουρκικό φυλάκιο.

Εκεί βρήκαμε και τους έξι που μας είχαν παρατήσει. Οι Τούρκοι έβαλαν σε ένα γκαζοτενεκέ χόρτα και τα έβρασαν να τα φάμε, χωρίς λάδι και αυτοί πεινούσαν. Τότε ένας Τούρκος στρατιώτης μας λυπήθηκε δύο παιδάκια ημιθανή και έβγαλε το αλεύρι που αντιστοιχούσε στο μερίδιό του και το άδειασε μέσα στα χόρτα που έβραζαν για να γίνουν πιο θρεπτικά. Εμείς γλύψαμε και το ντενεκέ, τον στρατιώτη όμως επειδή μας έδωσε το αλεύρι του, τον μαστίγωσε μπροστά μας ο διοικητής του.

Ακολούθως ξεκινήσαμε ποδαρόδρομο με συνοδεία φαντάρου και κάποια στιγμή συναντήσαμε έναν καβαλάρη που μας έδωσε από μία λεπτή φέτα ψωμί, με αντάλλαγμα από εμάς την κουβέρτα μας και από τους άλλους τα σακάκια τους. Εγώ τον χαρακτήρισα κτηνάνθρωπο που θέλησε να πάρει τα λίγα υπάρχοντα ταλαιπωρημένων ανθρώπων για να μας δώσει λίγα ψίχουλα.

-
Ποιος ήταν ο προορισμός σας;

-Τελικά φτάσαμε σε ένα χωριό που είχε και σχολείο στο οποίο είχαν διάλειμμα. Ο Τούρκος δάσκαλος που μας είδε σήμανε συναγερμό στο χωριό, μας έβαλε μέσα σε μία αίθουσα και μας έφεραν γάλα και γιαούρτι, ψωμί δεν είχαν. Όταν ήταν να φύγουμε μας έφερε και δύο μουλάρια να μας μεταφέρουν. Μακάρι να ζει αυτός ο καλός άνθρωπος. Μας πήγαν στον Τσεσμέ στην αρχαία Κρήνη και βλέπαμε τα σπίτια της Χίου που ήταν απέναντι.

Εκεί μείναμε λίγους μήνες και μετά μας πήγαν στη Μέση Ανατολή στις πηγές του Μωυσέως. Ήρθαν να στρατολογήσουν στον ελληνικό στρατό και επειδή εγώ ήμουν μικρός χρειάστηκε η υπογραφή – συγκατάθεση της μάνας μου. Η μάνα μου υπηρέτησε ως νοσοκόμα στο ναυτικό νοσοκομείο της Αλεξάνδρειας και η αδελφή μου πήγε στο Κωτσίκειο σχολείο της Αιγύπτου.

-Η δικιά σας διαδρομή ποια ήταν;

-Εγώ έγινα ναυτόπαις – σηματωρός και υπηρέτησα στην πρώτη γραμμή στο αντιτορπιλικό «Σπέτσες». Είχα δει και το αντιτορπιλικό «Αδρίας» που με κομμένη πλώρη κατάφερε και έφερε το μισό πλοίο στην Αλεξάνδρεια ο πλοίαρχος Ιωάννης Τούμπας.

Όταν ξεσηκώθηκε ο ελληνικός στρατός γιατί είχε το σύνθημα «Ένας στρατός – μία κυβέρνηση» (στην Ελλάδα κυβέρνηση ήταν η ΠΕΕΑ και στην Αίγυπτο η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση) πήρα μέρος στα γεγονότα και με έκλεισαν οι Εγγλέζοι, μαζί με άλλους Έλληνες στο στρατόπεδο της Ελ Τάμπα στην Αίγυπτο. Επέστρεψα στην Ελλάδα μετά τη λήξη του πολέμου.

Πηγή
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!