tromaktiko: Ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη παιδιών

Πέμπτη 12 Ιανουαρίου 2017

Ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη παιδιών



Γράφει ο Κωνσταντίνος Θειόπουλος, Ψυχολόγος
Λίγες δεκαετίες παλιότερα, οι περισσότεροι άνθρωποι πίστευαν πως τα μωρά, δεν ήταν ικανά να κάνουν και πολλά πράγματα. Μέσα στα χρόνια, οι παιδοψυχολόγοι άρχισαν να ...
κατανοούν πως συμβαίνουν πολλά περισσότερα στο γνωστικό και συναισθηματικό κόσμο του παιδιού, από όσα φαίνονται με την πρώτη ματιά. Παρατήρησαν πως τα παιδιά είναι ικανά για μια ποικιλία συναισθημάτων και γνωστικών ικανοτήτων και πως το περιβάλλον το οποίο μεγαλώνουν, παίζει ένα σημαντικό ρόλο στον τρόπο που θα καλλιεργηθούν και θα αναπτυχθούν τα συναισθήματα και οι ικανότητες τους.

Είναι πολύ βασικό τα παιδιά να μην είναι απλοί παρατηρητές των συναισθημάτων των γονιών τους, αλλά να παίζουν ενεργητικό ρόλο στις συναισθηματικές καταστάσεις, έτσι ώστε η εμπειρία να γίνεται βιωματική. Τα παιδιά τα οποία έχουν έναν υγιή συναισθηματικό δεσμό με τη μητέρα τους, έχουν την τάση να παρουσιάζουν καλύτερα επίπεδα ενσυναίσθησης (εμπάθειας) και επωφελούνται ιδιαίτερα όταν βρίσκονται σε ένα περιβάλλον το οποίο προάγει τη συνομιλία.

Αποτελέσματα ερευνών που έγιναν σχετικά με την επήρεια του μορφωτικού επιπέδου από τους γονείς, έδειξε πως υπάρχει μια έμμεση συσχέτιση με την μελλοντική ακαδημαϊκή μόρφωση του παιδιού. Σχετική επίδραση φάνηκε να έχουν και οι παράγοντες όπως το οικονομικό και κοινωνικό προφίλ της οικογένειας, καθώς και οι απαιτήσεις που έχουν οι γονείς από τα παιδιά τους.

Όσον αναφορά τη σεξουαλική ανάπτυξη του παιδιού σε σχέση με την ομοφυλοφιλία, οι έρευνες έχουν δείξει πως δεν φαίνεται να υπάρχει άμεση σύνδεση μεταξύ κοινού σεξουαλικού προσανατολισμού μεταξύ γονιού και παιδιού. Το δεύτερο βασικό εύρημα όμως είναι, πως τα παιδιά τα οποία μεγάλωσαν σε περιβάλλον στο οποίο υπήρχε έκθεση σε ομοφυλοφιλικές σχέσεις, ήταν πιο πιθανό να πειραματιστούν και τα ίδια με ομοφυλόφιλους συντρόφους, λόγω του ότι μεγάλωσαν σε ένα περιβάλλον στο οποίο αυτές οι σχέσεις δεν ήταν κατακριτέες, αλλά αποδεκτές.

Η διαδικασία των παιχνιδιών, όπως επίσης και του χρόνου που περνάνε οι γονείς με τα παιδιά τους, έδειξε πως έχει μεγάλη επίδραση στη συναισθηματική ανάπτυξή τους, αλλά λίγη σε ό,τι αφορά την ακαδημαϊκή τους πορεία. Περαιτέρω συναισθήματα όπως το άγχος αποχωρισμού, η μη υγιής εξάρτηση από το γονέα, προβλήματα ύπνου κ.α μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά τις γνωστικές λειτουργίες του παιδιού, καθώς και γενική του συμπεριφορά.

Το περιβάλλον και τα γονίδια παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην ανάπτυξη του παιδιού, κάποιες φορές συνυπάρχοντας, ενώ άλλες το ένα να υπερτερεί του άλλου. Γενετικές-συμπεριφορικές αναλύσεις έδειξαν πως υπάρχει σημαντική συσχέτιση μεταξύ γονιδίων και γνωστικών λειτουργειών. Πιο συγκεκριμένα: η φωνητική αναγνώριση, η λεκτική μνήμη, ο ταχύς ονοματισμός κ.α έδειξαν να είναι πιο στενά συνδεδεμένα με γονιδιακούς παράγοντες, παρά με περιβαλλοντικούς. Από την άλλη πλευρά, η γραμματική, το λεξιλόγιο, η αναγνώριση σχεδίων κ.α είχαν μεγαλύτερη σύνδεση με επιδράσεις από το περιβάλλον.

Ενδιαφέρον εύρημα στον τομέα της «ντροπής», είναι πως συνδέονται το γονιδιακό κομμάτι και το περιβάλλον εξίσου. Πιο συγκεκριμένα οι γενετικές αναλύσεις έδειξαν πως η ντροπή είναι θέμα γονιδίων, αλλά το πώς θα εκφραστεί και σε ποιες καταστάσεις εξαρτάται περισσότερο από το περιβάλλον που μεγαλώνει ένα παιδί.

Όταν έγιναν έρευνες για να ελέγξουν τα επίπεδα θυμού και επιθετικότητας ανάμεσα σε αγόρια και κορίτσια, τα αποτελέσματα έδειξαν πως τα αγόρια εξέφραζαν μεγαλύτερη επιθετικότητα και θυμό, πράγμα που παραπέμπει σε πιθανή γενετική προδιάθεση λόγω της πολύ νεαρής ηλικίας τους, αλλά και λόγω φύλλου. Αυτό που ήταν εμφανές στα χρόνια παρατήρησης των παιδιών στο σχολείο, ήταν πως η επιθετική συμπεριφορά ενισχυόταν, καθώς ήταν κάτι το κοινωνικά αποδεκτό λόγω φύλλου και έτσι έδειχνε και σταδιακή αύξηση καθώς μεγάλωναν.

Βλέποντας την επιθετικότητα από μια άλλη οπτική γωνία, παρατηρήσαμε πως πολλά παιδιά στο σχολικό πλαίσιο, τα οποία δεν εξέφραζαν θυμό τα ίδια, αλλά αντιθέτως ήταν αποδέκτες επιθετικότητας από άλλα παιδιά (μπούλινγκ/bullying) κρατούσαν γενικά χαμηλό προφίλ.

Αυτό που φάνηκε όμως μετά από χρόνια μελέτης, ήταν πως τα παιδιά αυτά, θα εξέφραζαν τον εσωτερικευμένο θυμό τους σε άλλο πλαίσιο εκτός του σχολικού, όπως στο σπίτι και πολλές φορές θα ήταν οι ίδιοι αποδέκτες του θυμού αυτού, με αυτοτραυματισμούς. Αποτελέσματα έδειξαν πως τα ίδια παιδιά, είχαν περισσότερες πιθανότητες να εκφράσουν επιθετικότητα και παραβατική συμπεριφορά στο μέλλον.

Περιβάλλοντα τα οποία επιτρέπουν στα παιδιά να μαθαίνουν από το φυσικό τους περίγυρο όπως και από τον κοινωνικό τους, που έχουν την ευκαιρία να παίξουν έξω κα., είναι παράγοντες που βοηθάνε στην ανάπτυξη της κοινωνικής τους ταυτότητας, καθώς και με τη διαχείριση του άγχους τους.

Και οι γενετικοί και οι περιβαλλοντικοί παράγοντες έχουν να παίξουν τον ρόλο τους στο γνωστικό και συναισθηματικό επίπεδο των παιδιών, επηρεάζοντας έτσι τη συμπεριφορά τους. Είναι πολύ βασικό να θυμόμαστε πως μπορεί κάποια χαρακτηριστικά να είναι λόγω γονιδίων, αλλά ο τρόπος έκφρασής τους, η ένταση και η συχνότητα επηρεάζονται σημαντικά από το περιβάλλον ανάπτυξης και ανατροφής.

Πηγή

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!