tromaktiko: To «Stranger Things 2» είναι ένα σίκουελ με τα όλα του

Τετάρτη 22 Νοεμβρίου 2017

To «Stranger Things 2» είναι ένα σίκουελ με τα όλα του



Τα αδέρφια Ντάφερ δεν προσπαθούν καν να το κρύψουν: “Σκεφτόμαστε την κάθε σεζόν σαν μια ταινία τεντωμένη σε 9 ώρες,” δήλωσαν σε...
πρόσφατη συνέντευξή τους, κάτι το οποίο είναι απολύτως συνεπές με τη σειρά που βλέπουμε τελικά στην οθόνη, κουβαλώντας όλα τα θετικά και τα αρνητικά μιας τέτοιας δήλωσης. Αντιμετωπίζοντας τη σειρά τους ως διαδοχή μπλοκμπάστερ ταινιών αντί παραδοσιακής λογικής τηλεοπτικές σεζόν, οι Ντάφερ χτίζουν τον 2ο κύκλο «Stranger Things» ακριβώς ως ένα τέτοιο σίκουελ, κι όχι απλά ως ‘τα νέα επεισόδια’.

Στη δεύτερη επίσκεψή μας στην πόλη του Χώκινς, σχεδόν ένας χρόνος έχει περάσει από τα γεγονότα της πρώτης σεζόν, δηλαδή 8ωρης ταινίας, αλλά καθώς η Από Κάτω πλευρά γουργουρίζει όλο και εντονότερα μες στο κεφάλι του Γουίλ Μπάιερς, το παρεάκι θα ενωθεί ξανά για να κλείσει τις πύλες που απειλούν να μετατρέψουν τη Γη σε παιδικό σταθμό των δαιμόνων.

Αν η κεντρική ιδέα που ακολουθεί αφηγηματικά η δεύτερη αυτή περιπέτεια δε μοιάζει σε κανένα σημείο των 9 επεισοδίων να κουβαλά την (συναισθηματική και όχι μόνο) αγωνία της ορίτζιναλ σεζόν, τότε είναι μάλλον κι αυτό αναγκαστική συνέπεια της σίκουελ λογικής. Ο πρώτος κύκλος ήταν χτισμένες σε μεγάλο βαθμό ως μυστήριο, κάτι που αναγκαστικά απουσιάζει τώρα που ξέρουμε τι ακριβώς έχει συμβεί και τι ακριβώς σταυρό κουβαλά ο κάθε χαρακτήρας, ακολουθώντας τους πλέον σε πιο αφηγηματικά ευθείες περιπέτειες. Πολλά κινηματογραφικά σίκουελ επιχειρούν να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα πρακτικά αναπαράγοντας με φτηνιάρικο τρόπο κάθε εύρημα του ορίτζιναλ, όπως ας πούμε τότε που ο Κέβιν ΜακΆλιστερ μένει πάλι μόνος του στο δεύτερο «Μόνος στο Σπίτι», απλώς αυτή τη φορά το σκηνικό είναι μεγαλύτερο.

Οι Ντάφερ προς τιμήν τους δεν επιχειρούν να ξαναπούν μια ίδια ιστορία. Ο κόσμος της σειράς εδώ μεγαλώνει μέσα από νέους χαρακτήρες, νέα σκηνικά, μια μεγαλύτερη ματιά στην άλλη διάσταση και τα πλάσματά της, και μια προσπάθεια αποκάλυψης της αλήθειας που κρύβεται κάτω από ένα πέπλο συνωμοσίας. Ο Σον Όστιν παίζει ένα νέο χαρακτήρα που βγαίνει με την Τζόις Μπάιερς (η Γουινόνα Ράιντερ είναι ακόμα εδώ, κάτι που θυμάμαι εκ νέου κάθε φορά που η σειρά την ξαναδείχνει) και η βασική του χρησιμότητα είναι να δίνει φρικτές συμβουλές. Κάπως πρέπει να προχωρά η αφήγηση, ΟΚ. Ο Πολ Ράιζερ είναι ο νέος υπεύθυνος του εργαστηρίου (είναι καλός; είναι κακός; ΓΙΑΝΑΔΟΥΜΕ) στο πλαίσιο της νομικής του υποχρέωσης να εμφανίζεται σε κάθε νοσταλγική σειρά στην τηλεόραση, τώρα που το υπέροχο και υποτιμημένο «Red Oaks» ολοκλήρωσε τον κύκλο του.

Όμως η Μαξ, το νέο μέλος της παρέας (όχι άμεσα αποδεκτή από όλους με την ίδια θέρμη), είναι η καλύτερη μακράν προσθήκη, προερχόμενη από ένα προβληματικό οικογενειακό περιβάλλον και βρίσκοντας στην παρέα των αγοριών ένα αποκούμπι ώστε να εκφραστεί ως γνήσια outsider. Ο χαρακτήρας της δεν είναι ούτε κατά διάνοια ικανοποιητικά αναπτυγμένος ακόμα, όμως θυμίζει τη μεγάλη δύναμη της σειράς, την κόλλα που κάνει αυτό το πακέτο των ‘80s αναφορών να τσουλά σαν ιστορία: Την συναισθηματικά αγνή αθωότητα των εφήβων ηρώων και ηρωίδων, που σε τραβά σε αυτό το ταξίδι όποια κι αν είναι η στάση σου απέναντι στο πιο καυτό pop culture ζήτημα της δεκετίας του 2010, δηλαδή τη δεκαετία του ‘80.

Η υπόσχεση που αφήνει η προσθήκη της Μαξ είναι ανάλογη με τις υποσχέσεις που αφορούν πολλούς ακόμα χαρακτήρες που σε αυτή τη 2η σεζόν βρίσκονται σε μια παράξενα μετέωρη κατάσταση. Λέγαμε παραπάνω πως οι Ντάφερ δεν αντέγραψαν στεγνά την 1η τους σεζόν, όμως σε κάποιο βαθμό στάθηκαν κάπως αμήχανα απέναντι στις προοπτικές που έστησαν με την ολοκλήρωσή της. Δεν έχουν ας πούμε ιδέα τι να κάνουν με την Eleven ως εν δυνάμει μέλος του γκρουπ, οπότε βρίσκουν έναν μέτριο λόγο για να την κρατήσουν χωριστά από τον Μάικ (και τα υπόλοιπα αγόρια) για 8 επεισόδια. Η κραυγή του Ντάστιν «Είναι φίλη μας και είναι τρελή!» από την πρώτη σεζόν μοιάζει σχεδόν με ανάμνηση από άλλη σειρά. Εδώ η πρόθεση των Ντάφερ να κάνουν 9ωρο σινεμά πληγώνει τη σειρά: Ακόμα και στον ακραίο αφηγηματικό πειραματισμό της Έιμι Σέρμαν-Παλαντίνο όταν απομάκρυνε βίαια τη Ρόρι και τη Λόρελαϊ στην 6η σεζόν του «Gilmore Girls», το σχίσμα διήρκεσε μισή σεζόν, όχι ολόκληρη, δίνοντας στο payoff αντίστοιχης βαρύτητας θέση μες στην ιστορία εκείνου του κύκλου.

Η 2η σεζόν του «Stranger Things» επιχειρεί διάφορες τέτοιες συνεχείς μετακινήσεις, άλλες λιγότερο πετυχημένες (ο Ντάστιν περνά κάποια επεισόδια απομονωμένος καθώς φροντίζει το μικρό του ντεμογκοργκονάκι), άλλες σχεδόν θριαμβευτικές (το ταίριασμα Ντάστιν και Στιβ είναι το ρουά ματ χημείας χαρακτήρων της σεζόν), ενώ άλλες σε κάνουν απλώς να ξύνεις το κεφάλι σου από αμηχανία (ένα ολόκληρο επεισόδιο εστιάζει εξ ολοκλήρου στην Eleven που περνάει την πανκ φάση της σε 40’- το επεισόδιο σαν σύλληψη δεν ήταν κακό, αλλά όταν όλη η σειρά έχει δομηθεί σαν μεγάλη ταινία το να πετάξεις ένα off-form αυτοτελές πείραμα μοιάζει παντελώς άστοχο). Πιο ευχάριστη έκπληξη όλων; Το ότι ο Γουίλ Μπάιερς αυτή τη φορά όχι απλά δεν αφαιρείται από την αφήγηση, αλλά παίζει και κεντρικό on-screen ρόλο. Αναρωτιομουν αν, ως σίκουελ, το «Stranger Things 2» θα ακολουθούσε τη φόρμουλα του «Hangover 2» βρίσκοντας ξανά ένα λόγο να βγάλει εκτός εικόνας τον ίδιο χαρακτήρα που απουσίαζε και στο ορίτζιναλ.

(Και όταν αυτό συμβαίνει, είναι με έναν τρόπο απολύτως συνεπή στην ιστορία του Γουίλ και στη μυθολογία της σειράς, συνεχίζοντας να κρατά για τον χαρακτήρα έναν ρόλο-κλειδί.)
Ως σίκουελ λοιπόν, ετούτη η 2η σεζόν είναι πράγματι πιο μεγάλη, πιο εντυπωσιακή, με τα καλά και τα κακά μιας τέτοιας μεγεύθυνσης: Η σκηνή της τελικής αναμέτρησης αναμφίβολα θα ξεσηκώσει πολλά πανηγύρια με γροθιές και φωνές, τα πλάσματα είναι περισσότερα, τα εφέ εντυπωσιακότερα, ο κόσμος μεγαλύτερος. Ο τρόμος είναι αποτελεσματικός κάθε φορά που οι Ντάφερ στοχεύουν σε αυτόν, από τα κλιφχάνγκερ του Γουίλ με τον δαίμονα (στο 3ο και το 5ο επεισόδιο) μέχρι την υπόγεια επίσκεψη του Χόπερ όπου και παγιδεύεται, στο φοβερό 5ο επεισόδιο (που μαζί με το εξίσου ατμοσφαιρικό 6ο -το αγαπημένο μου της σεζόν- είναι σκηνοθετημένο από τον Άντριου Στάντον της Πίξαρ). Και, σημαντικότερα όλων, η δουλειά στους χαρακτήρες ακόμα μετράει, παρά τη διεύρυνση του κόσμου: Η σχέση πατέρα-κόρης του Χόπερ με την Eleven είναι ο λόγος που με νοιάζει αν θα σωθεί ο κόσμος της σειράς.

Ταυτόχρονα όμως, ως σίκουελ, ο 2ος αυτός κύκλος κουβαλά μαζί του και μια συναίσθηση του εαυτού του που σε σημεία φλερτάρει απειλητικά με το fan service: Κεντρικό ρόλο στα αρχικά επεισόδια κρατά ακόμα, απίθανα, ο θάνατος της Μπαρμπ, ενός ακραία ασήμαντου χαρακτήρα που γιγαντώθηκε μόνο κατόπιν εορτής στο tumblr υποχρεώνοντας τους Ντάφερ να τον επανεγγράψουν ως γεγονός σεισμικής σημασίας. Όσο για τη σχέση της Νάνσι με τον Τζόναθαν, ειδικά ερχόμενη κατόπιν πίεσης ενός νέου χαρακτήρα, μοιάζει σα να γράφεται ως απευθείας αντίδραση στην αντίδραση του fanbase, έχοντας μηδέν οργανική διάσταση. Και μάλιστα την ώρα που ο Στιβ εξελίσσεται -οργανικότατα- σε MVP της σειράς.

Αυτό είναι στην πραγματικότητα και μια μικρή μόνο συνέπεια του πόσο στέρεη είναι η βάση της σειράς. Το «Stranger Things» έχει λανθασμένα κατηγοριοποιηθεί από αρκετό κόσμο ως ένα απλό mashup αναφορών κάτι που εκτός από άδικο είναι και απαξιωτικό απέναντι στην ίδια τη διαδικασία της δημιουργίας. Η σειρά πράγματι κάποιες φορές μοιάζει να ξεφεύγει προσπαθώντας να πατήσει κάποια ‘80s-homage κουμπιά (είτε στις ακραία προφανείς νότες του σάουντρακ, είτε σε κάποιες βεβιασμένες εποχικές ποπ αναφορές σε ταινίες και τάσεις), όμως αυτό δεν πρέπει να ακυρώνει την βασική της διασκεδαστική διάσταση. Ο Στιβ και ο Ντάστιν δεν κάνουν εκπληκτικό δίδυμο επειδή οι αδερφοί Ντάφερ κάνουν αναφορές στο «Mad Max» ή το «Στάσου Πλάι Μου», αλλά επειδή έχουν γραφτεί κι ερμηνευτεί με μια αγνή παθιασμένη εφηβικότητα. Το αν ο Χόπερ θα δει στην Eleven την σπαρακτικά χαμένη κόρη του ή αν η Eleven θα ενωθεί επιτέλους με τον Μάικ, δεν είναι ερωτήματα που προκύπτουν επειδή η σειρά αναπαράγει επιτυχημένα την AD&D εικονογραφία- είναι ο λόγος, στην πραγματικότητα, που μας ενδιαφέρουν οι αναφορές. Επειδή αποτελούν όχι δομικά στοιχεία του κόσμου, αλλά την αισθητική του, την ταπετσαρία του.

Ή, για να το πω κι αλλιώς, μπορεί το «Stranger Things» να μπορεί να κάνει όσες αναφορές θέλει στον Στίβεν Κινγκ και το έργο του, επειδή νιώθεις βλέποντάς το πως θα μπορούσε να είναι κι αυτό ένα δημιούργημά του.
Πηγή

     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!