Τελευταίο παράδειγμα αποτελεί η αντίδραση πολιτικών και παραγόντων της εκπαίδευσης όταν διαπιστώθηκε ότι πέτυχαν στις εισαγωγικές εξετάσεις και μαθητές με λευκή κόλλα. Ολοι δήλωσαν έκπληκτοι και αιφνιδιασμένοι. Κάποιοι πιο πονηροί επανέφεραν στη συζήτηση τη διαμάχη για τη θέσπιση της βάσης του δέκα. Λες κι αυτό ήταν το πρόβλημα.
Το υπουργείο Παιδείας επί της αρχής τοποθετήθηκε σωστά. Δήλωσε, δηλαδή, ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι να αλλάξουν όλα στο σύστημα εισαγωγής στα ΑΕΙ και ΤΕΙ, καθώς και ο τρόπος οργάνωσης των ΑΕΙ και ΤΕΙ. Ταυτόχρονα προσδιόρισε ως χρόνο των αλλαγών το 2014, ώστε να υπάρξει ο απαραίτητος χρόνος για επεξεργασία του νέου συστήματος, αλλά και προετοι-μασίας των υποψηφίων. Μόνο με την ανακοίνωση της πρόθεσης άρχισε και πάλι η γνωστή συζήτηση για τις περιφερειακές σχολές και πόσο ενισχύουν τις τοπικές οικονομίες, για τη σύνδεση των σχολών με την αγορά εργασίας, για τους ιπτάμενους καθηγητές κ.λπ.
Πρόκειται ασφαλώς για υπαρκτά ζητήματα. Αλλά είναι ζητήματα που και έχουν τεθεί στο παρελθόν και δεν αποτελούν τον πυρήνα του προβλήματος. Ως εκ τούτου, αν και πάλι συζητηθούν μόνο αυτά, πάλι δεν θα έχουμε αποτέλεσμα και μετά από μερικά χρόνια ένα άλλο πρόβλημα θα εμφανιστεί.
Η ουσία του προβλήματος είναι ότι ποτέ δεν αντιμετωπίζουμε το πρόβλημα της παιδείας και της μόρφωσης των νέων παιδιών, αλλά αναζητούμε τρόπους για να διαμορφώσουμε τους όρους και τις προϋποθέσεις για εισαγωγή στα πανεπιστήμια. Αυτό όμως είναι το αποτέλεσμα, δεν είναι ο στόχος. Ο στόχος είναι να μορφωθούν τα νέα παιδιά. Εάν στο-χεύσουμε σε αυτό, τότε θα βρούμε λύση και να ενι-σχυθούν οι τοπικές οικονομίες και να διαμορφωθούν τα νέα πανεπιστήμια. Και φυσικά απαραίτητη προϋπόθεση είναι να διασυνδεθούν τα πανεπιστήμια με την αγορά εργασίας και τον σύγχρονο τρόπο ζωής.
ΠΗΓΗ: ΣΤΡΑΤΗΣ ΛΙΑΡΕΛΛΗΣ - ΕΘΝΟΣ