Αυτό αναφέρουν με δημοσίευσή τους στην επιθεώρηση «Νature» ειδικοί του Εθνικού Ινστιτούτου για την Ιατρική Ερευνα της Βρετανίας, οι οποίοι ανακάλυψαν τη γενετική «υπογραφή» που αφήνει η επικίνδυνη μορφή φυματίωσης στο αίμα των φορέων του βακίλου που προκαλεί τη νόσο. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι οι...
επιστήμονες θα μπορούν πλέον να διαχωρίζουν το 10% των ασθενών που μολύνονται με τον βάκιλο της φυματίωσης και αντιμετωπίζουν κίνδυνο να νοσήσουν σοβαρά από το υπόλοιπο 90% το οποίο φέρει μια «αθώα» μορφή του βακτηρίου η οποία δεν δημιουργεί προβλήματα. Ετσι θα καθίσταται δυνατόν να χορηγούνται τα κατάλληλα φάρμακα μόνο στους ασθενείς που τα χρειάζονται και όχι σε όλους τους φορείς του βακτηρίου, όπως συμβαίνει σήμερα.
Προκειμένου να καταλήξουν στα συμπεράσματά τους οι ερευνητές μελέτησαν περισσότερους από 400 φορείς του βακίλου της φυματίωσης τόσο από το Λονδίνο όσο και από το Κέιπ Τάουν της Νότιας Αφρικής. Είδαν ότι σε συγκεκριμένα κύτταρα του αίματος που ονομάζονται ουδετερόφιλα εκφράζονται κάποια γονίδια μέσω της δράσης ενός μορίου του ανοσοποιητικού συστήματος που είναι γνωστό ως ιντερφερόνη τύπου Ι και το οποίο επιδεινώνει τις βακτηριακές λοιμώξεις. Αυτό το γενετικό «ίχνος», το οποίο υπάρχει μόνο σε ασθενείς με ενεργό νόσο, μπορεί να οδηγήσει τώρα στη δημιουργία διαγνωστικού τεστ.