27 Νοεμβρίου 1942 – 18 Σεπτεμβρίου 1970) ήταν Αφροαμερικάνος κιθαρίστας, τραγουδιστής και συνθέτης. Γεννήθηκε στο Σηάτλ, στην Ουάσιγκτον, από πατέρα μαύρο και μητέρα Ινδιάνα. Ήταν αυτοδίδακτος και πέθανε νεότατος σε ηλικία 27 ετών.
Θεωρείται από πολλούς ως ο κορυφαίος κιθαρίστας στην ιστορία της ροκ μουσικής. Ξεκίνησε το 1961 να παίζει διάφορους ρυθμούς μπλουζ της εποχής. Το 1966 μετέβη στο Λονδίνο όπου και δημιούργησε ως Τζίμι Χέντριξ, μαζί με τους Μιτς Μίτσελ (στα κρουστά) και τον Νόελ Ρέντιγκ (στο μπάσο), το φημισμένο συγκρότημά του The Jimi Hendrix Experience που γνώρισε τεράστια επιτυχία ξεκινώντας τις μεγάλες του εμφανίσεις από τη Γαλλία συνεχίζοντας σε άλλες πόλεις της Ευρώπης, με επιτυχίες τα τραγούδια "Hey, Joe'", "Purple Haze" και "The Wind Cries Mary'", που είχαν φθάσει στη κορυφή πωλήσεων. Αυτά μέχρι το 1968 όπου το συγκρότημα αυτό διαλύθηκε. Το αμέσως επόμενο χρόνο, 1969, συνέχισε με το συγκρότημα Band of Gypsys με το οποίο και θριάμβευσε. Μια από τις πιο γνωστές του εμφανίσεις ήταν αυτή στο φεστιβάλ του Γούντστοκ, στις 18 Αυγούστου του 1969, όπου, μεταξύ άλλων, παρουσίασε μια αυτοσχεδιαστική διασκευή του Αμερικανικού Εθνικού Ύμνου.
Βρέθηκε νεκρός στις 18 Σεπτεμβρίου του 1970 στο ξενοδοχείο Samarkand στο Λονδίνο όπου διέμενε. Αν και ως αιτία θανάτου προσδιορίστηκε αναρρόφηση τροφών, οι συνθήκες που οδήγησαν στο θάνατό του οφείλονταν σε υπερβολική λήψη βαρβιτουρικών. Ο τελευταίος άνθρωπος που ήταν μαζί του ήταν η Γερμανίδα σύντροφός του Μόνικα Ντάνεμαν.
Ένα μελαγχολικό ποίημα που βρέθηκε δίπλα στο κρεβάτι του έκανε πολλούς να πιστέψουν ότι αυτοκτόνησε. Ο Χέντριξ με τις αμέτρητες σχέσεις, άφησε πίσω του δύο παιδιά, την Ταμίκα (1966) από τον δεσμό του με την αμερικανίδα Νταϊάν Κάρπεντερ και τον Τζεϊμς (1969) από τον δεσμό του με τη σουηδέζα Εύα Σούντκβιστ. Ο ίδιος δεν τα αναγνώρισε εν ζωή, το έπραξε, όμως, αργότερα ο πατέρας του Αλ, ο οποίος ήταν διαχειριστής της κληρονομιάς του. p.r