Τα παλαιότερα παραδείγματα μορφών συντάγματος είναι οι νόμοι του Σόλωνα και του Κλεισθένη στην αρχαία Αθήνα, οι οποίοι έβαλαν τις βάσεις και οργάνωσαν το πολιτικό της σύστημα σε ένα είδος δημοκρατίας.
Ο Αριστοτέλης αργότερα μελέτησε τα διάφορα πολιτεύματα των Κρατών-πόλεων στα έργα του Πολιτικά, Ηθικά Νικομάχεια και Αθηναίων
Πολιτεία και διέκρινε την διαφορά των απλών νόμων από τους νόμους που ορίζουν το πολίτευμα και την λειτουργία του κράτους. Ταξινομώντας μάλιστα τα πολιτεύματα σε καλά και κακά, πρότεινε ένα είδος πολιτείας με μοναρχικά, αριστοκρατικά και δημοκρατικά στοιχεία στο οποίο έκανε και διάκριση μεταξύ των πολιτών που μπορούσαν να συμμετάσχουν στην
πολιτική,τους μη-πολίτες και τους δούλους που δεν μπορούσαν.
Από τον Μεσαίωνα ένα πολύ διάσημο συμβόλαιο που όριζε τις σχέσεις
μεταξύ μοναρχών, ευγενών και πολιτών, είναι η Μάγκνα Κάρτα (Μεγάλη
Χάρτα) με το οποίο ο βασιλιάς της Αγγλίας Ιωάννης παραχώρησε
δικαιώματα στους φεουδάρχες ευγενείς το 1215.
Το 1620 οι Άγγλοι <<προσκυνητές>> κατευθυνόμενοι με το πλοίο Μαίυφλάουερ
προς την Αμερική υπέγραψαν συμφωνία με την οποία δεσμεύονταν να
υπακούν στους νόμους που θα εκδίδονταν για το καλό της αποικίας. Και
οι υπόλοιπες αποικίες της Αμερικής ιδρύθηκαν πάνω σε παρόμοιους
καταστατικούς χάρτες και μετά την Αμερικανική Επανάσταση αποτέλεσαν
πολιτειακά συντάγματα επάνω στα οποία βασίστηκε η δημιουργία του
Συντάγματος των Ηνωμένων Πολιτειών.
Το 1791 η Γαλλική Εθνοσυνέλευση θέσπισε μια σειρά μέτρων που
αποτέλεσαν το πρώτο σύνταγμα της Γαλλίας με νέα συντάγματα να
δημιουργούνται το 1793, 1795 και 1799 και μετά την ανατροπή του
Ναπολέοντα ο Λουδοβίκος ΙΗ' παραχώρησε σύνταγμα. Ο επαναστατικός
στρατός της Γαλλίας μεταξύ 1797-1799 ανέτρεψε διάφορα καθεστώτα στην
Ιταλία όπου δημιουργήθηκαν δημοκρατίες που οργανώθηκαν βάση
συνταγμάτων. Στην Λατινική Αμερική οι διάφορες εκρήξεις επαναστάσεων
απέβλεπαν ταυτόχρονα στην ανεξαρτησία αλλά και στην διακυβέρνηση μέσω
συνταγματικών θεσμών.
Το Σύνταγμα της Ελλάδος,λόγω της αυξημένης τυπικής ισχύος του,
καταλαμβάνει την ανώτατη βαθμίδα στην ιεραρχία των κανόνων δικαίου,
στηρίζοντας και προσδίδοντας κύρος και ισχύ σε όλους τους κανόνες των
κατώτερων βαθμίδων και κυρίως στους τυπικούς νόμους. Αποτελεί λοιπόν
το θεμέλιο της έννομης τάξης, το ύπατο στήριγμα όλων των κανόνων
δικαίου. Η αυστηρότητα του Συντάγματος, το καθιστά τυπικά απρόσβλητο
από την κοινή νομοθετική διαδικασία και πολιτικά άτρωτο από τη
συγκυριακή πολιτική βούληση της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας
και από τις μεταβολές μιας αμφιρρέπουσας κοινής γνώμης. Επιβεβαίωση
της τυπικής υπεροχής του έναντι των νόμων προσφέρει ο δικαστικός
έλεγχος της συνταγματικότητας τους μέσω του οποίου το Σύνταγμα
αναγορεύτηκε σε θεμελιώδη παράμετρο της νομιμότητας όλων των κρατικών
πράξεων. Παράλληλα διαθέτει δυναμικό κανονιστικό περιεχόμενο,είναι
προικισμένο με μια πρωτογενή διαπλαστική δύναμη που το μεταμορφώνει σε
κανονιστική μήτρα στην οποία διαμορφώνονται ερμηνευτικά νέοι κανόνες
και αποκρυσταλλώνονται θεμελιώδεις αρχές της κοινωνικής ρύθμισης. Με
την έννοια αυτή αποτελεί μια σύνοψη θεμελιωδών κανόνων και
δικαιωμάτων.
Oι σχετικές με την αναθεώρηση διατάξεις περιλαμβάνονται στο άρθρο 110
του Συντάγματος. Σύμφωνα με αυτό, η διαδικασία της αναθεώρησης εκκινεί
με σχετική πρόταση 50 τουλάχιστον βουλευτών, η οποία πρέπει να
επικυρωθεί από τα 3/5 τουλάχιστον του όλου αριθμού των βουλευτών (180)
σε δύο ψηφοφορίες που απέχουν μεταξύ τους τουλάχιστον έναν μήνα.
Ακολουθούν εκλογές, προκειμένου το ύψιστο όργανο του Κράτους, το
Εκλογικό Σώμα, να εκφράσει με την ψήφο του, τη δική του στάση απέναντι
στα ζητήματα που τίθενται, με βάση τις κομματικές προτάσεις.
Η Βουλή που προκύπτει από τις εκλογές αυτές είναι η λεγόμενη
αναθεωρητική. Αυτή, δεσμευόμενη από τον καθορισμό των υπό αναθεώρηση
διατάξεων που έκανε η προηγούμενη Βουλή και μη δικαιούμενη να
επεκτείνει την αναθεωρητική πρωτοβουλία σε άλλες, θα αποφασίσει για το
νέο περιεχόμενο των συγκεκριμένων άρθρων, με πλειοψηφία του απόλυτου
αριθμού των βουλευτών (151 τουλάχιστον).
Το σχήμα αυτό (αρχική απόφαση για αναθεώρηση με 180 ψήφους -
κατάστρωση νέων διατάξεων με 151 ψήφους τουλάχιστον) μπορεί, κατά το
Σύνταγμα, να αντιστραφεί: εάν μια υποψήφια για αναθεώρηση διάταξη κατά
την πρώτη φάση δεν συγκεντρώσει μεν 180 ψήφους, αλλά αποσπάσει
τουλάχιστον 151, μπορεί να αναθεωρηθεί από την αναθεωρητική βουλή,
αλλά απαιτούνται προς τούτο οι ψήφοι 180 βουλευτών (έτσι ώστε να
διασφαλίζεται, με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, η απαιτούμενη
αυξημένη συναίνεση).
Παρατηρούμε ότι το Σύνταγμα προσπάθησε να μοιράσει την αναθεωρητική
εξουσία: η Βουλή που έχει αρχικά την αναθεωρητική πρωτοβουλία
προσδιορίζει τις αναθεωρητέες διατάξεις, χωρίς να μπορεί να τις
ανανοηματοδοτήσει. Η αναθεωρητική βουλή προσδιορίζει το περιεχόμενό
τους, χωρίς να μπορεί να αναθεωρήσει διατάξεις άλλες από αυτές για τις
οποίες <<εξουσιοδοτήθηκε>>.
Σύμφωνα, με την παράγραφο 6 του άρθρου 110 του Συντάγματος, δεν
επιτρέπεται να κινηθεί νέα διαδικασία αναθεώρησης, πριν παρέλθουν
πέντε έτη από την περάτωση της προηγούμενης.
Η αναθεώρηση του Συντάγματος: Η Βουλή των Ελλήνων ψηφίζει
μόνη της, χωρίς δηλ. τη συμμετοχή του Προέδρου της Δημοκρατίας ή της
Κυβέρνησης ως διακριτό αυτοτελές πολιτειακό όργανο, την αναθεώρηση του
Συντάγματος. Η διαδικασία της αναθεώρησης εκτείνεται σε δύο
συνεχόμενες περιόδους (άρα σε δύο συνεχόμενες Βουλές) και περιγράφεται
αναλυτικά στο άρθρο 110 του Συντάγματος και στο άρθρο 119 του
Κανονισμού της Βουλής. Το Σύνταγμα του 1975 έχει αναθεωρηθεί μέχρι
σήμερα τρεις φορές: το 1986 (Α' και Β' Ψήφισμα), το 2001 και το 2008.
Αρθρο 110 (Αναθεώρηση του Συντάγματος):1. Oι διατάξεις του
Συντάγματος υπόκεινται σε αναθεώρηση, εκτός από εκείνες που καθορίζουν
τη βάση και τη μορφή του πολιτεύματος, ως Προεδρευόμενης
Kοινοβουλευτικής Δημοκρατίας, καθώς και από τις διατάξεις των άρθρων 2
παράγραφος 1, 4 παράγραφοι 1, 4 και 7, 5 παράγραφοι 1 και 3, 13
παράγραφος 1 και 26.
2. H ανάγκη της αναθεώρησης του Συντάγματος διαπιστώνεται με απόφαση
της Bουλής που λαμβάνεται, ύστερα από πρόταση πενήντα τουλάχιστον
βουλευτών, με πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των μελών
της σε δύο ψηφοφορίες που απέχουν μεταξύ τους έναν τουλάχιστον μήνα.
Mε την απόφαση αυτή καθορίζονται ειδικά οι διατάξεις που πρέπει να
αναθεωρηθούν.
3. Aφού η αναθεώρηση αποφασιστεί από τη Bουλή, η επόμενη Bουλή, κατά
την πρώτη σύνοδό της, αποφασίζει με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου
αριθμού των μελών της σχετικά με τις αναθεωρητέες διατάξεις.
4. Aν η πρόταση για αναθεώρηση του Συντάγματος έλαβε την πλειοψηφία
του όλου αριθμού των βουλευτών, όχι όμως και την πλειοψηφία των τριών
πέμπτων, σύμφωνα με την παράγραφο 2, η επόμενη Bουλή κατά την πρώτη
σύνοδό της μπορεί να αποφασίσει σχετικά με τις αναθεωρητέες διατάξεις
με την πλειοψηφία των τριών πέμπτων του όλου αριθμού των μελών της.
5. Kάθε ψηφιζόμενη αναθεώρηση διατάξεων του Συντάγματος δημοσιεύεται
στην Eφημερίδα της Kυβερνήσεως μέσα σε δέκα ημέρες αφότου επιψηφιστεί
από τη Bουλή και τίθεται σε ισχύ με ειδικό ψήφισμά της.
6. Δεν επιτρέπεται αναθεώρηση του Συντάγματος πριν περάσει πενταετία
από την περάτωση της προηγούμενης.
'Αρθρο 119-Πρoτάσεις για την αναθεώρηση τoυ Συντάγματoς:1. Oι
πρoτάσεις για την αναθεώρηση τoυ Συντάγματoς υπoβάλλoνται γραπτώς στη
Boυλή από πενήντα τoυλάχιστo Boυλευτές, πρoσδιoρίζoυν τις αναθεωρητέες
διατάξεις και συνoδεύoνται από αιτιoλoγική έκθεση.
2. Mετά την υπoβoλή τoυς oι πρoτάσεις για την αναθεώρηση τoυ
Συντάγματoς ανακοινώνονται στη Bουλή, κατόπιν τυπώνoνται, διανέμoνται
στoυς Boυλευτές και παραπέμπoνται για εξέταση σε Eπιτρoπή Aναθεώρησης
τoυ Συντάγματoς, πoυ συνιστάται από τoν Πρόεδρo της Boυλής.
3. Για τη σύσταση, τη συγκρότηση, τη σύνθεση και τη λειτoυργία της
Eπιτρoπής Aναθεώρησης τoυ Συντάγματoς εφαρμόζoνται αναλόγως oι
διατάξεις των άρθρων 31 έως 41, εκτός από τη διάταξη τoυ άρθρoυ 37
παρ. 2.
4. H Boυλή με απόφασή της, πoυ λαμβάνεται μετά πρόταση τoυ Πρoέδρoυ
της και με τη συνήθη πλειoψηφία τoυ άρθρoυ 67 τoυ Συντάγματoς, oρίζει
πρoθεσμία για την υπoβoλή της έκθεσης της Eπιτρoπής Aναθεώρησης. H
πρoθεσμία αυτή μπoρεί να παρατείνεται με νεότερες απoφάσεις της
Boυλής. Συζήτηση γίνεται κατά τoν oρισμό της αρχικής πρoθεσμίας και
τερματίζεται σε μία συνεδρίαση.
5. Mετά την υπoβoλή ή την πάρoδo της πρoθεσμίας για την υπoβoλή της
έκθεσης της Eπιτρoπής για την αναθεώρηση τoυ Συντάγματoς oι σχετικές
πρoτάσεις εγγράφoνται σε ειδική ημερήσια διάταξη και συζητoύνται από
την Oλoμέλεια της Boυλής με ανάλoγη εφαρμoγή των διατάξεων των άρθρων
95 έως 104. H συζήτηση αναφέρεται απoκλειστικά στην ανάγκη της
αναθεώρησης και στις αναθεωρητέες διατάξεις.
6. H απόφαση της Boυλής πoυ διαπιστώνει την ανάγκη αναθεώρησης τoυ
Συντάγματoς και καθoρίζει ειδικά τις αναθεωρητέες διατάξεις λαμβάνεται
με δύo oνoμαστικές ψηφoφoρίες, πoυ απέχoυν μεταξύ τoυς έναν τoυλάχιστo
μήνα και με τις πλειoψηφίες πoυ oρίζoνται από τo άρθρo 110 παρ. 2 και
4 τoυ Συντάγματoς. H δεύτερη ψηφoφoρία αφoρά τις ίδιες διατάξεις πoυ
εγκρίθηκαν κατά την πρώτη ψηφoφoρία.
7. Kαθεμιά από τις oνoμαστικές ψηφoφoρίες της πρoηγoύμενης παραγράφoυ
διεξάγεται μετά την oλoκλήρωση της συζήτησης και για όλες τις
αναθεωρητέες διατάξεις ταυτoχρόνως με σημείωση της ψήφoυ των Boυλευτών
χωριστά για κάθε διάταξη.
8. Aν η Boυλή έχει απoφασίσει την αναθεώρηση, o Πρόεδρoς της επόμενης
Boυλής στην αρχή της πρώτης συνόδoυ συνιστά Eπιτρoπή Aναθεώρησης τoυ
Συντάγματoς για την επεξεργασία τoυ περιεχoμένoυ των αναθεωρητέων
διατάξεων πoυ έχoυν καθoριστεί από την απόφαση της Boυλής την
αναφερόμενη στην παράγραφο 6.
9. Για τη σύσταση της Eπιτρoπής της πρoηγoύμενης παραγράφoυ, την
πρoθεσμία υπoβoλής της έκθεσής της και την εγγραφή τoυ θέματoς στην
ημερήσια διάταξη εφαρμόζoνται αναλόγως oι διατάξεις των παραγράφων 2
έως 5 τoυ παρόντoς άρθρoυ. H συζήτηση αναφέρεται στo περιεχόμενo των
αναθεωρητέων διατάξεων.
10. H απόφαση της Boυλής πoυ περιέχει τις αναθεωρoύμενες διατάξεις
λαμβάνεται με μία και μόνη oνoμαστική ψηφoφoρία, πoυ διεξάγεται
σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφoυ 7 τoυ άρθρoυ αυτoύ και με τις
πλειoψηφίες πoυ πρoβλέπoνται από τo άρθρo 110 παρ. 3 και 4 τoυ
Συντάγματoς.
Η τελευταία αναθεώρηση του Συντάγματος της Ελλάδος,έλαβε χώρα
το έτος 2008,όπου εγκρίθηκαν μόνο 3 από τις συνολικά 38 αναθεωρητικές
προτάσεις και καταργήθηκε μία μεταβατική διάταξη(άρθρου 115). Οι τρεις
από τις συνολικά 38 αναθεωρητικές προτάσεις έχουν ως εξής:
1. Καταργείται το απόλυτο επαγγελματικό ασυμβίβαστο των βουλευτών
(άρθρο 57 και μεταβατικές διατάξεις στο άρθρο 115 του προηγούμενου
Συντάγματος). Υπέρ της κατάργησης ψήφισαν 194 βουλευτές. Η μεταβατική
διάταξη του άρθρου 115 απαλείφεται, καθώς έχει καταστεί αχρείαστη λόγω
υλοποίησής της.
2. Η Βουλή απολαμβάνει του δικαιώματος να τροποποιεί επιμέρους
κονδύλια του τακτικού προϋπολογισμού και να παρακολουθεί την εκτέλεσή
του (άρθρο 79), πρόταση που έγινε ομόφωνα δεκτή.
3. Ο νομοθέτης επιφορτίζεται να μεριμνά ειδικά για τις νησιωτικές
και ορεινές περιοχές σε κάθε νόμο που συντάσσει (άρθρο 101),με ψήφους
195 υπέρ.