Η κυρία άρχισε να ουρλιάζει από πόνο και το φόβο μην ξεκινήσει το λεωφορείο και την παρασύρει. Ο οδηγός δεν έκανε καμία κίνηση να ελέγξει εάν η κυρία ήταν εντάξει, η οποία κατάφερε να ελευθερώσει το χέρι της, και συνέχισε προς! τη στάθμευση του λεωφορείου ενώ η εν λόγω κυρία πήγε να παραπονεθεί στον σταθμάρχη. Εκεί της είπαν να βρει τον αριθμό του λεωφορείου ώστε να καταγγείλει τον οδηγό. Στην αναζήτηση του οδηγού απευθύνθηκε σε άλλους οδηγούς της ίδιας γραμμής που αντί να την βοηθήσουν αρχικά έκαναν τους ανήξερους (έλεγαν πως δεν είδαν κανένα λεωφορείο να παρκάρει και πως αυτό που της έπιασε το χέρι είχε φύγει—ενώ δεν είχε φύγει κανένα!) και ύστερα πήγαιναν να βγάλουν ότι αυτή έφταιγε που δεν φώναξε στον οδηγό να περιμένει. Το αποκορύφωμα των οδηγών με τη συγκάλυψη των συναδέλφων τους είναι ! το εξής: Ο οδηγός του λεωφορείου που έφυγε στις 20.05 της ίδιας γραμμής τηλεφώνησε σε κάποιον οδηγό ή στο σταθμάρχη της γραμμής και του είπε εάν ρωτηθεί για το συγκεκριμένο περιστατικό να πει πως δεν γνωρίζει τίποτα! Στο λεωφορείο βέβαια υπήρχαν επιβάτες οι οποίοι άκουσαν αυτή τη συνομιλία και την επιβεβαίωσαν μεταξύ τους. Από πλευράς μου προφανώς δε μπορώ να καταγγείλω το περιστατικό αυτό στους αρμόδιους λόγω έλλειψης στοιχείων. Αλλά η ιστορία με τη συμπεριφορά των οδηγών και την αδιαφορία τους προς τον επιβάτη, ο οποίος πληρώνει εισιτήρια και φόρους για τη μετακίνηση του και αντιμετωπίζεται με αυτό τον απαράδεκτο τρόπο, πρέπει οπωσδήποτε να λάβει ένα τέλος.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΡΙΑ