παλιά. Αγέρωχη, αιματοβαμμένη μπροστά προχωρούσες και τα στήθη σου έδειχνες σ' όσους σε διεκδικούσαν, πως καλύτερα να σου μπήξουν ανάμεσά τους μαχαιριές, παρά δική τους να σε κάνουν. Αγώνες χρόνων πολλών, τα δικά σου παιδιά έδωσαν για να μη σε κλέψουν οι ξένοι... Εκατομμύρια παιδιά σου αγκάλιασες στα χώματά σου, παιδιά που για σένα θυσιάστηκαν. Και ΤΩΡΑ νά!!! Σαν πόρνη σε εκδίδουν, σε ξεπουλάνε αντί πινακίου φακής, από αρχόντισσα σε έκαναν ζητιάνα. Ενα κομμάτι καρβέλι ζητάς για να χορτάσεις την πείνα σου πια, γιατί τα πιάτα σου τα πήραν από το τραπέζι. Ολα εκείνα που για τα παιδιά σου είχες φροντίσει να φυλάξεις, να ταίσεις, ποτέ να μην πεινάσουν πια όπως άλλοτε! ΠΕΙΝΑΣ, ΚΛΑΙΣ, ΜΑΤΩΝΕΙΣ, ΟΥΡΛΙΑΖΕΙΣ, στα σοκάκια, στις λεωφόρους, στα σκοτεινά καταγώγια, στις πλατείες, παντού... Και τα παιδιά σου μαζί ξοπίσω σου, κι εκείνα μοιρολόι έχουν στήσει. Κανείς όμως δεν ΜΑΣ ακούει! ΛΥΠΑΜΑΙ ΠΟΥ ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΕΛΛΗΝΙΔΑ, ΛΥΠΑΜΑΙ ΠΟΥ ΟΛΑ ΜΟΥ ΤΑ ΧΡΟΝΙΑ, ΕΔΙΝΑ ΤΗΝ ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗ ΜΕ ΤΗΝ ΨΗΦΟ ΜΟΥ, σε αυτούς ΟΛΟΥΣ που μας εξαπάτησαν! ΠΟΤΕ ΞΑΝΑ
Ελένη Δ. Μπ. - Αναγνώστρια