tromaktiko: Αν μιλούσε ο Καραμανλής...

Σάββατο 4 Σεπτεμβρίου 2010

Αν μιλούσε ο Καραμανλής...



O ανασχηματισμός του κωπηλατούντος Γιώργου Παπανδρέου και η σιωπή του μονάζοντος εις παραλίας της Βορείου Αττικής Κώστα Καραμανλή ήταν τα δύο θέματα που αλάτισαν το μικρό καλοκαίρι του μικρόκοσμου της πολιτικής, στη σκιά του μεγάλου μαρτυρίου της οικονομίας...

Και ο μεν ανασχηματισμός επέρχεται αύριο, μεθαύριο- έστω και αν έτσι όπως παρα-συζητήθηκε θα μοιάζει με σαμπάνια που άνοιξε σιγά σιγά και ξεθύμανε πριν σερβιριστεί στα ποτήρια. Η σιωπή του Καραμανλή, αντίθετα, δεν προβλέπεται να σπάσει. Προς το παρόν.

Κάποιοι σκανδαλίζονται από τη σιωπή αυτή. Από κάποιον που τιμήθηκε με το σημαντικότερο πολιτικό αξίωμα στη χώρα περιμένει κανείς να μιλάει- κι όχι μόνο για να υπερασπίζεται το έργο του, αλλά και για να λέει τη γνώμη του για τα προβλήματα της χώρας που κάποτε κυβέρνησε. Το έκαναν, άλλωστε, πριν από αυτόν όλοι οι πρωθυπουργοί, μετά το τέλος της θητείας τους. Κι εκείνος που δεν το έκανε, ο μεγάλος Καραμανλής, μετά την ήττα του 1963, έκλεισε τη σιωπή του σε έναν μύθο, αυτο-εξόριστος στο Παρίσι (έστω κι αν ο Μποστ επέμενε να αλληλογραφεί μαζί του), δεν την περιέφερε μαυρισμένος και αρειμάνιος στα ορεινά της Βουλής.

Οι δικοί του θα ήθελαν να μιλήσει ο Καραμανλής για να κλείσει τα ενοχλητικά στόματα- για θέματα όπως το Βατοπέδι, ο Αγγέλου ή τα ομόλογα. Αλλά εμείς οι υπόλοιποι, αν περιμένουμε κάτι από το στόμα του Καραμανλή, είναι, προπάντων, να ακούσουμε πώς αποτιμά ο ίδιος το πέρασμά του από το τιμόνι της χώρας, αυτήν τη σημαδιακή πενταετία, που άλλαξε τη μοίρα όλων μας. Και τι τον δίδαξε η εμπειρία του, η εμπειρία ενός πρωθυπουργού που αναδύθηκε στο αξίωμα με ένα πρωτοφανές κεφάλαιο καλής πίστης, για να βυθιστεί στην απαξίωση, κουβαλώντας στους ώμους του την ευθύνη μιας πτώχευσης.

Θα ήθελα, για παράδειγμα, να τον ακούσω να μιλάει για το μοιραίο καλοκαίρι του 2007, τότε που επείσθη πως η «ήπια προσαρμογή» είχε ρίξει το καράβι στα βράχια και ότι χρειαζόταν νωπή εντολή για να εφαρμόσει, επειγόντως, πρόγραμμα λιτότητας, μα εγκατέλειψε το σχέδιο, όταν το στρατήγημα των πρόωρων εκλογών δεν απέδωσε παρά μια εύθραυστη πλειοψηφία δύο εδρών.

Να κατάλαβε, άραγε, τότε, ότι είχε βρεθεί αιχμάλωτος ενός άρρωστου κόμματος που νόμιζε ότι το διαφέντευε, αδιαμφισβήτητος μονάρχης; Να κατάλαβε πως είχε βρεθεί όμηρος ενός «συστήματος», ενός «βαθέος κράτους» α λα ελληνικά, με το οποίο είχε αρνηθεί να συγκρουστεί, όταν είχε ακόμη τη δύναμη να το συντρίψει;

Και πώς να ένιωθε άραγε- αυτός που θα «επανίδρυε το κράτος»- να παρακολουθεί άπραγος, σαν δεμένος στο κατάρτι, τους συντρόφους του να αφήνονται στις σειρήνες του πιο άγριου πελατειακού πάρτι, του πιο ακραίου ξεχαρβαλώματος;
Να μετάνιωσε που δεν είχε ακούσει όσους τον συμβούλευαν να αλλάξει εγκαίρως, όταν ακόμη το μπορούσε, το κόμμα που του είχε παραδοθεί με λευκή σημαία και του είχε δώσει λευκή επιταγή, αυτό το «φθαρμένο προϊόν» που είχε μολυνθεί από όλα τα κουσούρια του αντιπάλου του, δίχως να πάρει καμιά από τις αρετές του;
Να μετάνιωσε που οδήγησε στην εξουσία, ως λευκός καβαλάρης, αυτές τις στρατιές των «αγωνιστών της παράταξης» που αδημονούσαν να εκπορθήσει, για λογαριασμό τους, την πόλη για να διανείμουν τα λάφυρα;
Να μετάνιωσε που δεν είχε ακούσει όσους τον προειδοποιούσαν πως θα το πληρώσει ακριβά, αν επιτρέψει η εκλογική του νίκη να μεταφραστεί απλώς σε μια αναδιανομή ισχύος σε ένα κομματικο-συνδικαλιστικό σύστημα, όπου «η ΠΑΣΚΕ παραδίδει στη ΔΑΚΕ και τούμπαλιν» (κατά τη διατύπωση έμπειρου δημόσιου λειτουργού) κι όλα συνεχίζουν ως είχαν;

Ναι, ομολογώ ότι θα ήθελα να ακούσω τον Καραμανλή να μιλάει. Οχι μόνον επειδή οι πολιτικές τραγωδίες είναι πάντα συναρπαστικές και ο μονόλογος του ήρωα, η κορύφωσή τους. Μα επειδή, αν κάτι τον έχει διδάξει η τραγωδία του, χρωστά, νομίζω, να μοιραστεί το δίδαγμα- τουλάχιστον με εκείνους που τον διαδέχθηκαν και μοιάζουν να βολοδέρνουν και, ανυποψίαστοι, να τον μιμούνται...

Αν κάτι τον έχει διδάξει η τραγωδία του, χρωστά να μοιραστεί το δίδαγματουλάχιστον με εκείνους που τον διαδέχθηκαν και μοιάζουν να βολοδέρνουν και, ανυποψίαστοι, να τον μιμούνται...


Του Παύλου Τσίμα
ΠΗΓΗ: TA NEA
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!