Πέρασα όλο το βράδυ μου παίζοντας WoW και μιλώντας στο φέισμπουκ με διαδικτυακούς και μη φίλους, συζητώντας για το αν Τζόρβας είναι τόσο καλός τερματοφύλακας που να αξίζει μερικές πιτσιρίκες (ενήλικες, έτσι;) να φτιάχνουν γκρουπ με το όνομα «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΤΖΟΡΒΑΣ ΔΙ ΜΠΕΣΤΣ!!!», αν το σκηνικό με εκείνο τον τυπά στο Τέξας (τώρα πρόσφατα, όχι παλιά) που πήγε να κλέψει την τράπεζα και τελικά τον έπεισαν να πάρει δάνειο 2.000 δολαρίων είναι αλήθεια, και γενικότερα συζητούσα θέματα εποικοδομητικά και επίκαιρα. Κάπου στις 5 το πρωί είχα πιστέψει ότι η συγκεκριμένη βραδιά κάτι μου πρόσφερε. Οτι ποτέ πια δεν θα ήμουν ίδιος.
Το πρόβλημα εμφανίστηκε κάπου στις 6 το πρωί. Νύσταξα. Πάντα συμβαίνει αυτό. Αν μείνω ένα βράδυ ολόκληρο άυπνος με σκοπό να ξεκινήσω τις δουλειές μου στις 9 το πρωί, τότε θα νυστάξω στις 6. Αν αντίστοιχα οι δουλειές μου ξεκινάνε στις 12, θα νυστάξω στις 9. Πάντως, όσες φορές γίνεται αυτό, πάντα εν τέλει οι δουλειές αναβάλλονται για την επόμενη μέρα γιατί κάνω παρτούζα, και με τα 2 μαξιλάρια παρακαλώ. Και μετά η μάνα μου μου λέει ότι είμαι 21 χρονών κι ότι πρέπει να αναλάβω τις ευθύνες μου και ότι όλα αυτά που πρέπει να κάνω είναι δικές μου δουλειές κι όχι αλλουνού και διάφορα τέτοια.
Αυτή τη φορά όμως συνέβη κάτι διαφορετικό. Μια Φιλιππινέζα ήρθε να μου αλλάξει τη μοίρα, εκείνο το μουντό πρωινό! Έπεσα όντως κατά τις 6 το πρωί στο κρεβάτι μου, είπα στον εαυτό μου «για 2 ώρες, μωρέ», τυλίχτηκα σαν χήρα δημόσιου υπαλλήλου στο πάπλωμα (που πλέον δεν είναι απλά ένα πάπλωμα, είναι ένα πάπλωμα με μια κουβέρτα) και άρχισα να σκέφτομαι. Η αλήθεια είναι για μία και περισσότερες ώρες στο μυαλό μου έφερνε βόλτες ένα αυτοκίνητο κι όχι μια γκόμενα όπως συνήθως.
Οπότε, κατά τις 8 που άρχισα να γλαρώνω τελείως, έκανε την εμφάνισή της η Φιλιππινέζα (με το αφτί την εντόπισα κάπου στο απέναντι μπαλκόνι και λίγο πιο δεξιά) και άρχισε να μιλάει. Ε λέω σε 2-3 λεπτά θα σταματήσει. Προφανώς δίνει οδηγίες σε κάποιον μέσα στο σπίτι. Πώς να βράσει αβγά ή κάτι τέτοιο. Γενικώς δεν έβλεπα κάποιον να της απαντάει, οπότε κατέληξα στο συμπέρασμα ότι μιλάει στο τηλέφωνο. Η μαλακία είναι ότι λόγω γλωσσικού χάσματος δεν καταλάβαινα τι έλεγε. Δηλαδή και μου στερούσε τον ύπνο και δεν μου έδινε κάτι ενδιαφέρον. Κάλλιστα θα μπορούσε στη θέση της να ήταν μια 25-30άρα Ελληνίδα που θα περιέγραφε στην κολλητή της το τελευταίο τρίο που έκανε ή αν της αρέσει το anal! Αλλά αυτά όλα γίνονται στις αμερικάνικες ταινίες, όχι στη γειτονιά μου. Η γειτονιά μου το μόνο που αξίζει είναι μια ξεδοντιάρα (έτσι την έχω στο μυαλό μου, παρόλο που ποτέ δεν έγινε η συνάντηση) Φιλιππινέζα που φοράει ποδιά κουζίνας. Όπως έλεγα, λόγω και του γλωσσικού χάσματος, δεν καταλάβαινα γρι απ' ό,τι έλεγε, γι' αυτό και αποφάσισα να γεφυρώσω το χάσμα αυτό με τη φαντασία μου.
Ετσι, μετέφρασα τα λόγια της. Μιλούσε, που λέτε, με τη φίλη της εκεί στη μακρινή Ασία και της έλεγε ότι η μητέρα της (η γιαγιά Φιλιππινέζα δηλαδή) έχει ανησυχίες σε σχέση με τη σεξουαλική της ζωή κι ότι ψάχνεται να βρει τον έρωτα τον αληθινό και ότι δεν ξέρει κατά πόσο είναι ανάρμοστο να χρησιμοποιεί σεξ τόιζ στα 73 της χρόνια. Υπήρχε ένα κενό στα λόγια της, που προφανώς σ' αυτό έδινε απάντηση η φίλη της... Στο τέλος, κι αφού η φίλη της, η Μαγκνάγιε, της έδωσε μια ολοκληρωμένη -και με επιχειρηματολογία που θα ζήλευε κι απόφοιτος της νομικής που τις ελεύθερές του ώρες παίζει μπάντμιντον με το κανίς του- απάντηση, η Φιλιππινέζα γειτόνισσα μου αποφάσισε να περάσει στο τελευταίο θέμα (που πρόλαβα να ακούσω), το μείζον ζήτημα του οργασμού!
«Μαγκνάγιε, ο τελευταίος οργασμός που μου χάρισε ο άντρας μου, ο Μιτσούζο, ανήκει σ' έναν καιρό μακρινό»
(υποθετική απάντηση Φιλιππινέζας φίλης ονόματι Μαγκνάγιε:)
«Οταν λες μακρινό καιρό;»
«Ω Μαγκνάγιε, πολλές μέρες πριν»
(υποθετική απάντηση Φιλιππινέζας φίλης ονόματι Μαγκνάγιε:)
«Πόσες μέρες;»
«Ε, 3283!»
Και κάπου εκεί κουράστηκα, είπα «ΑΝΤΕ .....» στην ανοιχτή ντουλάπα και ντύθηκα.
Με πήγαν με αμάξι έως τον Ευαγγελισμό και το πήρα με τα ποδιά μέχρι την ΤτΕ, στη Ομήρου. Όντως, τι υπέροχη που είναι η Αθήνα το πρωί. Το κέντρο της. Επί της Βασιλίσσης Σοφίας (αν δεν κάνω λάθος) περπατούσα και έβλεπα πολύ και διαφορετικό κόσμο. Είδα μια τουρίστρια με πορτοκαλί μαλλιά και βερμούδα τρία τέταρτα, είδα έναν Έλληνα γραφιά με φτηνό κουστούμι και ακόμη φτηνότερα παπούτσια να προσπαθεί να εφαρμόσει το «Όταν το στιλ κοστίζει 30 ευρώ», μύρισα κάπου εκεί ένα γιασεμί έξω από μια πρεσβεία, το οποίο μου θύμισε κάτι απ' το χωριό μου και το γιασεμί που ξηλώσαμε για χάρη της ανακαίνισης, κι είδα έναν καλοντυμένο 50άρη μαύρο που δεν είχε λαιμό. Περπατάω σπάνια. Όταν όμως περπατάω, νιώθω ότι γίνομαι άλλος άνθρωπος και ότι κάνω μια καινούργια αρχή. Γίνομαι αυτός που θα περάσει τη γιαγιά στο απέναντι πεζοδρόμιο, γίνομαι, ακόμη, αυτός που θα απαντήσει στην ερώτηση της ξένης «πού είναι η στάση για το 220» κι ας πέρασαν 9 χρονιά από την τελευταία φορά που χρησιμοποίησα συγκοινωνία κι ας μην έχω ξενόγλωσση αυτοπεποίθηση. Ω ναι, το περπάτημα κάνει καλό.
Δυο ώρες αργότερα έχεις τελειώσει ό,τι δουλειά είχες να κάνεις, έχεις καλημερίσει την υπάλληλο με το σκούρο μπλε ταγιέρ που σε εξυπηρέτησε, την έχεις καλημερίσει παρά την εφηβική ακμή που συνοδεύει το χαμόγελό της ακόμα και στα 45 της, επιστρέφεις στο σπίτι, μπαίνεις στο δωμάτιό σου, μουρμουρίζεις στίχους απ' το «What a wonderful world» και ο ήλιος δύει αργά-αργά, σαν πέος γέρικου αλόγου. Πέφτω για ύπνο!
http://showmeTITS.blogspot.com