αλλάζουν όλα στα πανεπιστήμια: ενισχύεται ο αυτοδιοικητικός χαρακτήρας και η αυτοτέλειά τους, ενώ με την επιχείρηση διεθνοποίησης "σπάει" η εσωστρέφεια που θεωρείται ένα από τα προβλήματα των ελληνικών πανεπιστημίων.
Οι βασικοί άξονες των αλλαγών είναι:
1. Νέα ταυτότητα με νέα ηγεσία και ενίσχυση της αυτοδιοίκησης των ΑΕΙ. Νέα σχέση εμπιστοσύνης με την πολιτεία και την κοινωνία, με λογοδοσία και ευθύνη.
2. Πτυχία με αντίκρισμα: νέα οργάνωση της μάθησης και των προγραμμάτων σπουδών που διευκολύνουν την κινητικότητα και ενισχύουν τη διεπιστημονικότητα.
3. Ενίσχυση του διεθνούς χαρακτήρα και της διεθνούς παρουσίας των Ιδρυμάτων, με άμεση σύνδεση με το νέο πρότυπο ανάπτυξης της χώρας: ολοκληρωμένη εθνική στρατηγική για τη διεθνοποίηση της Ανώτατης Εκπαίδευσης . Ιδιαίτερο βάρος δίδεται στη διοίκηση των ιδρυμάτων, με την καθιέρωση των συμβουλίων του Ιδρύματος που είναι η προϋπόθεση για την ενίσχυση της αυτοδιοίκησης.
Όπως είπε η Υπουργός: "Η εμπειρία έχει δείξει ότι όταν η λειτουργία και οι αποφάσεις των Ανώτατων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων λαμβάνονται μόνο εσωτερικά, τα αποτελέσματα δεν είναι πάντοτε υποδειγματικά, όπως απαιτείται. Επίσης, η εμπειρία από την εποπτεία των Ιδρυμάτων από το Υπουργείο Παιδείας έχει δείξει ότι το Υπουργείο Παιδείας ασκεί μόνο γραφειοκρατικό έλεγχο και δεν έχει την ευχέρεια -αλλά ούτε και πρέπει- να εμπλέκεται στα επιμέρους θέματα που αφορούν τα ίδια τα Ιδρύματα".
Έτσι, καθιερώνονται δύο όργανα με διακριτή σύνθεση και αρμοδιότητες: Για τα Πανεπιστήμια τα όργανα αυτά είναι η Σύγκλητος και το Συμβούλιο. Για τα Τεχνολογικά Ιδρύματα τα ανάλογα όργανα είναι η Συνέλευση και το Συμβούλιο.
Στα συγκεκριμένα όργανα μεταφέρονται καθοριστικές αρμοδιότητες για την ποιοτική, αποτελεσματική και δημοκρατική λειτουργία των Ιδρυμάτων.
Όπως είπε η Υπουργός: "Για την επιτυχή αλλαγή της Ανώτατης Εκπαίδευσης, ο τρόπος συγκρότησης, η σύνθεση και οι αρμοδιότητες του Συμβουλίου σε κάθε Ίδρυμα είναι ιδιαίτερα υπεύθυνη απόφαση. Το Συμβούλιο κάθε Ιδρύματος είναι απαραίτητο να απολαμβάνει την εμπιστοσύνη όλης της ακαδημαϊκής κοινότητας του Ιδρύματος, της πολιτείας και της κοινωνίας. Για το λόγο αυτό θα πρέπει να απαρτίζεται τόσο από εσωτερικά μέλη του Ιδρύματος όσο και από μέλη που δεν ανήκουν σε αυτό".
Σημαντικός είναι ο τομέας των αρμοδιοτήτων της Συγκλήτου για τα Πανεπιστήμια, της Συνέλευσης για τα ΤΕΙ και του Συμβουλίου.
Έτσι, όλα τα ακαδημαϊκά ζητήματα του Ιδρύματος παραμένουν στην αρμοδιότητα της Συγκλήτου/Συνέλευσης του Ιδρύματος. Το Συμβούλιο προτείνεται να έχει την ευθύνη για:
- τη στρατηγική ανάπτυξης του Ιδρύματος (συνεργασίες κ.α.)
-την έγκριση του Προϋπολογισμού
-την έγκριση του προγραμματισμού και της προγραμματικής συμφωνίας με την πολιτεία
την έγκριση του απολογισμού λειτουργίας
-την αξιοποίηση της περιουσίας του Ιδρύματος
-τις διαδικασίες εσωτερικού ελέγχου και την τήρηση του Εσωτερικού Κανονισμού λειτουργίας
-την έγκριση και αναθεώρηση του πλαισίου λειτουργίας του (Εσωτερικός Κανονισμός Λειτουργίας, οργανόγραμμα κ.α.)
-την επιλογή του Πρύτανη/Προέδρου ΤΕΙ και την παύση των καθηκόντων του
-την έγκριση της ευρωπαϊκής και διεθνούς στρατηγικής του Ιδρύματος.
Το ζήτημα όμως που είχε απασχολήσει το προηγούμενο διάστημα την πανεπιστημιακή κοινότητα ήταν η σύνθεση του Συμβουλίου: δηλαδή ευθύνη ηγεσία, κοινωνική λογοδοσία και αλληλεπίδραση.
Σύμφωνα με το κείμενο της διαβούλευσης: "Το Συμβούλιο αποτελείται από άμεσα εκλεγμένα μέλη της ακαδημαϊκής κοινότητας του Ιδρύματος και από εξωτερικά μέλη. Τα εξωτερικά μέλη του Συμβουλίου είναι σημαντικές προσωπικότητες που έχουν διακριθεί σε διάφορους τομείς της επιστήμης, των γραμμάτων, των τεχνών και της ευρύτερης κοινωνίας, τα οποία επιλέγονται ως άτομα και όχι ως ex officio εκπρόσωποι φορέων ή οργανισμών.
Στο Συμβούλιο εκπροσωπούνται οι φοιτητές και το λοιπό μη ακαδημαϊκό προσωπικό του Ιδρύματος.
Σημαντική είναι η αλλαγή στην επιλογή του πρύτανη, ο οποίος έχει την ευθύνη της ακαδημαϊκής διοίκησης του Ιδρύματος μαζί με τη Σύγκλητο: "Ο Πρύτανης θα πρέπει να έχει υψηλά ακαδημαϊκά προσόντα. Ο Πρύτανης μπορεί να είναι καθηγητής Πανεπιστημίου της Ελλάδας ή του εξωτερικού. Εφόσον Πρύτανης εκλεγεί καθηγητής άλλου Πανεπιστημίου, ταυτόχρονα του προσφέρεται θέση καθηγητή στο γνωστικό του αντικείμενο, στο Ίδρυμα στο οποίο εκλέγεται.
Ο Πρύτανης επιλέγεται από το Συμβούλιο μετά από διεθνή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος και τη γνώμη του ακαδημαϊκού προσωπικού του Ιδρύματος (ο τρόπος έκφρασης της γνώμης αυτής αποτελεί θέμα της διαβούλευσης). Την πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος συντάσσει το Συμβούλιο του Ιδρύματος".
Ανάλογες είναι οι προτάσεις και για τον Πρόεδρο του ΤΕΙ.
Σημαντικές είναι οι αλλαγές στις βαθμίδες του διδακτικού προσωπικού, αφού καταργείται ουσιαστικά ο θεσμός του διδάσκοντα με βάση το Προεδρικό Διάταγμα 407.
Συγκεκριμένα:
-Οι βαθμίδες του διδακτικού προσωπικού περιορίζονται σε τρεις (Καθηγητές, Αναπληρωτές Καθηγητές, Επίκουροι Καθηγητές).
-Η εξέλιξη του διδακτικού προσωπικού κρίνεται με κλειστή διαδικασία.
-Η μονιμότητα διασφαλίζεται στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή.
-Καταργείται ο θεσμός του διδάσκοντα με βάση το ΠΔ 407 και αντικαθίσταται από το θεσμό του Λέκτορα με κυρίως διδακτικά καθήκοντα. Η θέση του λέκτορα δεν αποτελεί εξελίξιμη βαθμίδα.
-Τα χαρακτηριστικά του λοιπού προσωπικού των Πανεπιστημίων (π.χ. ΕΕΔΙΠ, ΕΤΕΠ, Διοικητικό κλπ.) εξειδικεύονται στον Εσωτερικό Κανονισμό λειτουργίας του Ιδρύματος.
Για το διδακτικό προσωπικό των ΤΕΙ προτείνονται τα εξής:
-Οι βαθμίδες του διδακτικού προσωπικού παραμένουν τέσσερις (Καθηγητές, Αναπληρωτές Καθηγητές, Επίκουροι Καθηγητές, Καθηγητές Εφαρμογών).
-Η εξέλιξη του διδακτικού προσωπικού κρίνεται με κλειστή διαδικασία.
-Η μονιμότητα του διδακτικού προσωπικού διασφαλίζεται στη βαθμίδα του Αναπληρωτή Καθηγητή.
Τα χαρακτηριστικά του λοιπού προσωπικού των ΤΕΙ (π.χ. ΕΡΔΙΠ, ΕΤΠ, Διοικητικό κλπ.) θα εξειδικεύονται στον Εσωτερικό Κανονισμό λειτουργίας του Ιδρύματος.
Εξάλλου, προτείνεται η θεσμοθέτηση της δυνατότητας στα Πανεπιστήμια και τα ΤΕΙ να εκλέγουν καθηγητές, οι οποίοι ήδη υπηρετούν σε αναγνωρισμένα Ιδρύματα του εξωτερικού, χωρίς οι τελευταίοι να υποχρεούνται να παραιτηθούν από τη θέση τους στο εξωτερικό. Ομως, τα μέλη του διδακτικού προσωπικού μπορούν, μετά από άδεια της Σχολής και την έγκριση του Συμβουλίου, να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε φορείς εκτός του Ιδρύματος. Στην περίπτωση αυτή, τελούν σε αναστολή των καθηκόντων τους στο Ίδρυμα. Ο χρόνος αναστολής καθορίζεται από κάθε ΑΕΙ αλλά, προτείνεται, να μην υπερβαίνει τα πέντε έτη.
Όσον αφορά τη χρηματοδότηση των Ιδρυμάτων, η υπουργός επισήμανε ότι "για την ενδυνάμωση της αποτελεσματικότητας της λειτουργίας των Ιδρυμάτων και τον περιορισμό γραφειοκρατικών και χρονοβόρων διαδικασιών, η πλήρης διαχείριση των οικονομικών των Ιδρυμάτων, συμπεριλαμβανομένης της μισθοδοσίας, περιέρχεται στα ίδια τα Ιδρύματα".
Έτσι, το ύψος των μισθών του προσωπικού των Ιδρυμάτων καθορίζεται από την πολιτεία, ιδιαίτερα ως προς τα ελάχιστα όρια. Η πολιτεία χρηματοδοτεί το προσωπικό των Ιδρυμάτων σύμφωνα με τις προγραμματικές συμφωνίες. Τα Ιδρύματα μπορούν να διαμορφώνουν τη δική τους συμπληρωματική πολιτική, ώστε να ανταποκρίνεται στις ιδιαίτερες ακαδημαϊκές και επιστημονικές τους ανάγκες, προκειμένου να προσελκύουν επιστήμονες υψηλού κύρους ή/και για την παροχή πρόσθετων κινήτρων στο προσωπικό τους.
Για την ενθάρρυνση δωρεών προς τα Ιδρύματα προτείνεται η απαλλαγή από τη φορολόγησή τους.
Βασικό στοιχείο των αλλαγών είναι ο τρόπος και τα κριτήρια χρηματοδότησης των ιδρυμάτων.
Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, η διαφάνεια της λειτουργίας της πολιτείας και των Ιδρυμάτων, οι κανόνες χρηματοδότησης και ο έλεγχος επίτευξης των συμπεφωνημένων στόχων και αποτελεσμάτων καθίσταται καθοριστικό στοιχείο για την αποτελεσματική επίτευξη των στόχων της εθνικής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση και Έρευνα, την ποιότητα και αριστεία των Ιδρυμάτων.
Ένα μέρος της δημόσιας χρηματοδότησης των Ιδρυμάτων από την πολιτεία κατανέμεται στα Ιδρύματα στη βάση δεικτών ποιότητας και των επιτευγμάτων τους. Οι δείκτες αυτοί μεταβάλλονται περιοδικά ώστε να επιτυγχάνονται οι μεταβαλλόμενοι στόχοι και οι προτεραιότητες της εθνικής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση. Οι διοικήσεις των Ιδρυμάτων αποκτούν συγκεκριμένα κίνητρα, προκειμένου να συμμετέχουν αποτελεσματικά στην υλοποίηση της εθνικής στρατηγικής, την ανάπτυξη της ιδιαίτερης ταυτότητάς τους, την επίτευξη των στόχων τους και τη συνεχή βελτίωση της ποιότητάς τους. Τα Ιδρύματα επιβραβεύονται για τα επιτεύγματά τους με συγκεκριμένο τρόπο. Από τους δείκτες αυτούς, στη διαβούλευση, προτείνονται ενδεικτικά, οι εξής:
-αριθμός αποφοίτων/εισερχόμενους φοιτητές
-αριθμός των φοιτητών, ανάλογα με το είδος της ειδίκευσής τους (ιατρική, πολυτεχνείο, οικονομικά, κ.λπ.)
-αριθμός αλλοδαπών φοιτητών
-αριθμός φοιτητών που προσελκύονται στο Ίδρυμα μέσω των ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων (Έρασμος κ.ά.)
-αριθμός φοιτητών που αποστέλλονται στο εξωτερικό μέσω ευρωπαϊκών εκπαιδευτικών προγραμμάτων (Έρασμος κ.ά.)"
Όσον αφορά τον "Καλλικράτη" για την τριτοβάθμια εκπαίδευση, το υπουργείο Παιδείας προτείνει: "Όπως συμβαίνει και σε πολλές άλλες χώρες, ενθαρρύνουμε τις συνενώσεις Ιδρυμάτων με στόχο τη δημιουργία κρίσιμων μαζών που θα αποτελέσουν 'πυλώνες' αριστείας διεθνούς εμβέλειας.
Οι συνενώσεις εκπαιδευτικών και ερευνητικών Ιδρυμάτων αποτελούν νέα δυνατότητα και ευκαιρία για τη διαμόρφωση της νέας ταυτότητας των Ιδρυμάτων που επιδιώκεται. Η νέα αυτή ταυτότητα θα επιτρέψει τη στενή και αποτελεσματική συνεργασία των Ιδρυμάτων στην παραγωγή νέας γνώσης και στη διάχυσή της μέσω της οργάνωσης και προσφοράς νέων καινοτόμων προγραμμάτων σπουδών διεθνούς εμβέλειας".
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στο νέο σύστημα εισαγωγικών εξετάσεων που θα αλλάξει σε τρία χρόνια. Όπως σημειώνεται στις προτάσεις:
-οι νέοι φοιτητές εισάγονται σε Σχολή ή στο Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (Πανεπιστήμιο ή Τεχνολογικό Ίδρυμα)
-οι φοιτητές εντάσσονται στα επιμέρους προγράμματα σπουδών της Σχολής, μετά από το τέλος του πρώτου έτους, ανάλογα με τις επιδόσεις και τις προτιμήσεις τους.
Επίσης, καθιερώνεται το σύστημα των πιστωτικών μονάδων, ενώ ιδιαίτερη βαρύτητα αποκτά η δυνατότητα διεθνοποίησης των ελληνικών ιδρυμάτων. Συγκεκριμένα, στις προτάσεις τονίζεται ιδιαίτερα ότι:
"Τα ελληνικά Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα έχουν σημαντικές δυνατότητες, ώστε να συμβάλλουν στη μεταβολή της Ελλάδας από χώρα εξαγωγής σε χώρα εισαγωγής φοιτητών και υψηλής ποιότητας επιστημόνων από άλλες χώρες. Έχουν σημαντικά συγκριτικά πλεονεκτήματα - πολλά από τα οποία δεν αξιοποιούνται πλήρως - ώστε να μεταβληθούν σταδιακά σε διεθνή κέντρα εκπαίδευσης και πολιτισμού που θα προσελκύουν επιπρόσθετο ανθρώπινο δυναμικό υψηλών ικανοτήτων από ολόκληρο τον πλανήτη.
Τα εκπαιδευτικά και αναπτυξιακά οφέλη από το άνοιγμα των ελληνικών ιδρυμάτων στον κόσμο είναι σημαντικά για τα Ιδρύματα, το επιστημονικό τους προσωπικό, τους φοιτητές και την ελληνική οικονομία σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Το διεθνές κύρος και ο σεβασμός στο επιστημονικό προσωπικό της χώρας θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο. Οι δυνατότητές τους για διεθνή δικτύωση και ανάπτυξη εκπαιδευτικών και ερευνητικών συνεργασιών θα διευρυνθούν. Οι φοιτητές θα ευνοηθούν από την ανάπτυξη σύγχρονων γνώσεων, ικανοτήτων και δεξιοτήτων στη διεθνώς ανταγωνιστική οικονομία και από τη φοίτησή τους σε εκπαιδευτικά ιδρύματα με διεθνή παρουσία, ορατότητα και ποιότητα διεθνούς εμβέλειας".
ΑΠΕ-ΜΠΕ