Ειδικότερα, η Ολομέλεια του ΣτΕ απέρριψε τις αιτήσεις για επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι ανάγονται στην προστασία της δημόσιας υγείας. Στην δικαστική απόφαση επισημαίνεται ότι «ανεξάρτητα από το κατά πόσον οι αιτούντες υφίστανται ή όχι από την εκτέλεση των επίμαχων αποφάσεων (Πρωθυπουργού και υπουργού Μεταφορών) την βλάβη που ισχυρίζονται, πάντως επιτακτικοί λόγοι δημοσίου συμφέροντος συναπτόμενοι με την προστασία της δημόσιας υγείας, κωλύουν την αναστολή εκτελέσεως των προσβαλλόμενων πράξεων».
Οι ιδιοκτήτες βυτιοφόρων υποστηρίζουν ότι από την επίταξη των φορτηγών αυτοκινήτων και επιστράτευσή τους θα υποστούν ανεπανόρθωτη οικονομική βλάβη, η οποία συνίσταται στον σοβαρότατο οικονομικό κλονισμό των μεταφορικών επιχειρήσεών τους.
Ακόμη, επισημαίνουν ότι λόγω της δέσμευσης των αυτοκινήτων δεν είναι σε θέση να εκπληρώσουν τις ανειλημμένες συμβατικές υποχρεώσεις προς τους εντολείς, ούτε να συνάψουν νέες συμβάσεις μεταφοράς, με συνέπειες την απώλεια εσόδων και την κατάπτωση σε βάρος των ποινικών ρητρών. Οι ιδιοκτήτες σημειώνουν ότι δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν στα τραπεζικά δάνεια που έχουν πάρει για την αγορά των φορτηγών.
Από την πλευρά του το υπουργείο Μεταφορών υποστηρίζει ότι καμία μεταβολή στο ιδιοκτησιακό καθεστώς των αυτοκινήτων επέρχεται, ούτε περιορίζεται η ελεύθερη χρήση ή μεταβίβαση τους.
Παράλληλα, το υπουργείο Εσωτερικών επισημαίνει ότι η επίταξη και η επιστράτευση υπαγορεύθηκε από σοβαρούς λόγους δημοσίου συμφέροντος οι οποίοι ανάγονται στην προστασία της υγείας όσων διαμένουν στην χώρα μας από τις επιπτώσεις της πανελλαδικής διακοπής των οδικών εμπορευματικών μεταφορών, η οποία απειλούσε να στερήσει το σύνολο του πληθυσμού από καύσιμα, φάρμακα, υγειονομικό υλικό, τρόφιμα και άλλα είδη πρώτη ανάγκης, καθώς και από την απαραίτητη υγειονομική περίθαλψη.