Πρόκειται για ένα μοναδικό είδος καπιταλισμού. Ευδοκιμεί μέσα σε κρίσεις και υφέσεις, ανεξάρτητα εάν αυτές έχουν προκληθεί από φυσικές καταστροφές, όπως πυρκαγιές, σεισμοί και τσουνάμι, ή από κυβερνητική ανικανότητα (που συχνά εντοπίζεται στη «φιλανθρωπία επενδυτών») και πολέμους, όπως το Ιράκ, που πυροδοτούνται με ψεύδη επισήμων και άγνοια του πολίτη.
Η έγκυρη ανάλυση των μεγάλων κρίσεων, απερισκέπτως και κατά ρουτίνα, αφήνεται στα καπρίτσια αυτού που ο Ανταμ Σμιθ έχει αποκαλέσει «το αόρατο χέρι των δυνάμεων της αγοράς». Ωστόσο, η συχνότητά τους δεν είναι κατ’ ανάγκη εξηγήσιμη μέσω φιλοσοφικών αφορισμών και ρητών του σαλονιού, για εμφανείς λόγους.
Εκείνοι που προκαλούν τις μεγάλες κρίσεις δεν είναι «αόρατοι», αλλά δεινοί κλέφτες εθνικού και ιδιωτικού πλούτου, που είχαν την προνοητικότητα να αποικίσουν τον κρατικό μηχανισμό, να αγοράσουν πολιτικούς που θα νομιμοποιήσουν τη λεία τους και ακόμη να μισθοδοτούν πανεπιστημιακούς για να καταστήσουν εαυτούς αξιοσέβαστους.
Τέσσερις τάσεις
Η εκτυλισσόμενη «αναδόμηση» της παγκόσμιας οικονομικής ζωής, αν και ουσιαστικά απαραίτητη, βρίσκεται εν εξελίξει για αρκετό χρόνο. Ο τελευταίος της κύκλος είναι το αποκορύφωμα και τεσσάρων γενικών τάσεων που είχαν μπει σε τροχιά την εποχή του θατσερισμού και της οικονομικής φιλοσοφίας του Ρίγκαν (Reaganomics): α) Ιδιωτικοποίηση των πόρων, β) εξωτερική ανάθεση των κυβερνητικών υπηρεσιών, γ) σμίκρυνση του κράτους με αντικατάσταση υπηρεσιών του από ιδιωτικούς φορείς και δ) ελάττωση του κρατικού εργατικού δυναμικού, άρα «μικρότερο κράτος».
Εν συνδυασμώ, αυτές οι τάσεις προσδιορίζουν την εποχή της πληροφοριακής οικονομίας, μιας οικονομίας που δύναται να «δημιουργεί πλούτο διά καταλλήλου εκμεταλλεύσεως μέσων και ιδεών». Οι ίδιες τάσεις και οι φορείς που τις εκδηλώνουν έχουν επίσης μεταμορφώσει το ρόλο του κράτους, μετατρέποντάς το από την υπέρτατη πολιτική εξουσία σε de facto υπηρέτη τους. Ετσι, από φύλακας του δημοσίου συμφέροντος, το σύγχρονο κράτος έχει εκφυλιστεί σε προστάτη τού άνευ πατρίδας κεφαλαίου και διεκπεραιωτή της απρόσκοπτης ροής του, αγνοώντας εθνικά σύνορα και επιδιώκοντας το υψηλότατο κέρδος με το φθηνότατο εργατικό κόστος.
Οι ιδιωτικοποιήσεις και οι εξωτερικές αναθέσεις κρατικών υπηρεσιών είναι υπέρθετες έννοιες. Απλώς σημαίνουν τη μεταφορά των δημοσίων επιχειρήσεων ή νομίμως ιδρυθέντων κυβερνητικών λειτουργιών σε υποθετικώς περισσότερο «αποδοτικές επιχειρηματικές οντότητες».
Το «θαύμα»
Το υποστηρικτικό επιχείρημα αυτής της αμφίβολης θεωρίας απορρέει από έναν μη αποδεδειγμένο ισχυρισμό: ότι ο ιδιωτικός τομέας, επηρεαζόμενος από το κίνητρο του κέρδους, μπορεί πάντοτε να παρέχει τις ίδιες ποιοτικά υπηρεσίες που το κράτος κάποτε παρείχε σε χαμηλότερο κόστος. Παραδείγματος χάριν, τι χρειάζεται το κράτος για τη διανομή του νερού; Δεν βλέπουμε πόσο εύκολα μπορεί αυτό να γίνει από την «Κόκα Κόλα»; Ωστόσο, η πείρα έχει δείξει πως ο μόνος τρόπος που αυτό το «θαύμα» μπορεί να επιτευχθεί είναι να εξαναγκάζονται λιγότεροι εργαζόμενοι να παράγουν περισσότερα προϊόντα. Κοντολογίς, να φτηνύνουν την αξία της εργατικής τους δύναμης και να λησμονήσουν συνδικαλιστικές «απειθαρχίες».
Βραχυπρόθεσμα, η εξωτερική ανάθεση των κυβερνητικών υπηρεσιών και η πώληση δημοσίων επιχειρήσεων απελευθερώνουν τις κυβερνητικές και δημόσιες εταιρείες από «υπερβολικό» ανθρώπινο δυναμικό και από νομοθετημένες υποχρεώσεις προς τους εργαζομένους, όπως οι ασφαλίσεις υγείας και οι συντάξεις. Επιπλέον, η μεταβίβαση εξόδων από δημόσιες δαπάνες σε επενδυτές φιλανθρωπίας είναι το ευμενέστερο άσμα στ’ αυτιά σωτήρων, το ΔΝΤ και τα συναφή…
Σ’ ένα τέτοιο κανιβαλιστικό περιβάλλον, λίγη προσοχή δίνεται στις πολιτικοκοινωνικές επιπλοκές της μεταφοράς των δημοσίων λειτουργιών προς χρηματοδότες που διαθέτουν άπειρα λεφτά, χαμηλή ηθική, πολιτικές διασυνδέσεις και απεριόριστη απληστία.
Οι προωθούντες τις ιδιωτικοποιήσεις (κινούμενοι τώρα σε υψηλές ταχύτητες στην Ελλάδα) αποφεύγουν να απαντήσουν σε κρίσιμα ερωτήματα: Τι προτείνετε προς ιδιωτικοποίηση; Νησιά, σιδηροδρόμους, βουνοκορφές, αστυνομία; Πού τοποθετούν οι ζηλωτές αυτής της απάτης τη διαχωριστική γραμμή μεταξύ των δημοσίων υπηρεσιών, δημοσίων λειτουργιών και των ιδιωτικών κερδών ή υποχρεώσεων; Με άλλα λόγια, θα λειτουργεί και στην Ελλάδα το σύστημα «κέρδος στους ιδιώτες, ζημιές στον φορολογούμενο και το κράτος απλός φοροσυλλέκτης»;
«Είμαστε πολύ μεγάλοι»
Η σταυροφορία Θάτσερ – Ρίγκαν κατά των κυβερνητικών ρυθμίσεων κορυφώθηκε στη χρηματοπιστωτική κατάρρευση του 2008, όταν πλούτος ύψους 12 τρισεκατομμυρίων δολαρίων έγινε καπνός. Και μιαν ωραία πρωία, αυτήν της 15ης Σεπτεμβρίου 2008, οι μεγιστάνες τής Γουόλ Στριτ «πληροφόρησαν» το κράτος με μνημόνιο μιάμισης σελίδας: «Είμαστε πολύ μεγάλοι να μας αφήσετε να χρεοκοπήσουμε». Αποτέλεσμα; Εξι αμερικανικοί χρηματοπιστωτικοί όμιλοι ελέγχουν το 64% του Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ).
Η φρενίτιδα της απορρύθμισης και της ιδιωτικοποίησης καταβροχθίζει τώρα υπηρεσίες και λειτουργίες που ήταν και θα έπρεπε να παραμείνουν αποκλειστικότητα του κράτους, όπως για παράδειγμα η ασφάλεια, η άμυνα, η συλλογή πληροφοριών και κατασκοπία, ακόμη και η απονομή της δικαιοσύνης και ο σωφρονισμός. Ετσι, το «μικρό κράτος» το μετατρέψαμε σε πηγή ιδιωτικού κέρδους.
Οπως αποκάλυψε σχετικά πρόσφατα η εφημερίδα «Washington Post» (19 Ιουλίου 2010), μια «άκρως απόρρητη Αμερική» ευημερεί σε μια «παράλληλη γεωγραφία» στις ΗΠΑ. Τα ευρήματα της εφημερίδας επιβεβαιώνουν ότι το κράτος κυνηγά την ουρά του, καθώς 1.931 «ιδιωτικές εταιρείες», εγκατεστημένες σε 10.000 τοποθεσίες απ’ άκρη σ’ άκρη των ΗΠΑ, λειτουργούν ως παρακράτος. Επιπλέον, και σύμφωνα με την «Post», 854.000 πολίτες έχουν «άδεια πρόσβασης σε άκρως απόρρητα στοιχεία».
Εμποροι φόβου
Η λογική της «ιδιωτικοποίησης» τέτοιων κρατικών λειτουργιών ενέχει τον τεράστιο κίνδυνο μετατροπής κερδοσκόπων σε εμπόρους του φόβου. Αντί μικρού και «φθηνού κράτους» επετεύχθη ένας σούπερ οργουελιανός οδοστρωτήρας προσωπικών ελευθεριών. Το δίλημμα είναι καταφανές: Εάν ιδιωτικοί οργανισμοί μπορούν να παρέχουν ασφάλεια και τα πανεπιστήμια προσφέρουν πτυχία στην «εθνική ασφάλεια» και αμφότερα γίνονται για κερδοσκοπικούς λόγους, τότε πρέπει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι ο κόσμος χρειάζεται μεγαλύτερη ανασφάλεια για να βρουν τα παιδιά μας δουλειά!
Κείμενο του Νικόλαου Σταύρου στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία», 10/10/2010