Η ιστορία του “Νησιού” παρότι γνωστή, παρέμενε ξεχασμένη στο βάθος του χρόνου. Ποιου νησιού ; “Της Σπιναλόγκα”...
Επανήλθε ωστόσο στη μνήμη των γηραιότερων, αλλά και περιήλθε εις γνώση των νεότερων, με αφορμή του best seller της συγγραφέα Victoria Bislop, “Το Νησί”, που αγαπήθηκε από τους αναγνώστες παγκοσμίως και έγινε αφορμή για τη δημιουργία της πλέον επιτυχημένης τηλεοπτικής σειράς -ίσως- στη χώρα μας...
Σπιναλόγκα ή αλλιώς “Μακρύ αγκάθι”, το νησί ήδη, μόνο από το όνομά του σε προϊδεάζει για κάτι επιθετικό, άγριο ίσως, σκληρό...
Το όνομα του μικρού νησιού, που κλείνει από τα βόρεια τον κόλπο της Ελούντας στην επαρχία Μεραμπέλλου του νομού Λασιθίου Κρήτης, ήταν αρχικά “Καλυδών”.
Μετά την κατάληψή του από τους Ενετούς ωστόσο, από την έκφραση “στην Ελούντα”, μετατράπηκε σε “Σπίνα λόγκα” (Σπίνα = άκανθα, λόγκα = μακρά).
Ο Ενετός χαρτογράφος Βιντσέντσο Κορονέλλι υποστηρίζει, πως η Σπιναλόγκα δεν ήταν πάντα νησί, αλλά ήταν φυσικά ενωμένη με τη γειτονική χερσόνησο Κολοκύθα. Αναφέρει δε, πως το 1526, οι Ενετοί κατέστρεψαν μέρος της χερσονήσου και δημιούργησαν το νησί, το οποίο λόγω της στρατηγικής του θέσης, χρησιμοποιείτο από την αρχαιότητα ως φρούριο αποτροπής των εισβολέων, προστατεύοντας την αρχαία πόλη “Ολους”, τη σημερινή Ελούντα.
Η Όλους και γενικότερα η ευρύτερη περιοχή, ερημώθηκαν τον 7ο αιώνα, λόγω των αραβικών επιδρομών στην Μεσόγειο. Η Όλους παρέμεινε εγκαταλελειμμένη μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα όταν οι Ενετοί εκμεταλλεύτηκαν την περιοχή για την συγκέντρωση αλατιού από τα αλμυρά νερά του κόλπου.
Συνεπώς, η περιοχή απέκτησε σημαντική αξία ως εμπορικό κέντρο και συστηματικά κατοικήθηκε ξανά. Αυτό το γεγονός, καθώς και η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, οδήγησαν τους Ενετούς στην οχύρωση του νησιού.
Πιο συγκεκριμένα, το νησί άρχισε να οχυρώνεται το 1574 όταν οι Τούρκοι είχαν καταλάβει την Κύπρο και οι Ενετοί καταλάβαιναν ότι σε λίγο θα ερχόταν και η σειρά της Κρήτης. Με την οχύρωσή του, οι Ενετοί ήθελαν αφενός να διαφυλάξουν στον κόλπο της Ελούντας τα πλοία τους από τους πειρατές και από τον τουρκικό στόλο και αφετέρου να εξασφαλίσουν τις αλυκές της Ελούντας, από όπου θα έπαιρναν το αλάτι για την Μεσευρώπη.
Το 1579, “μεταμορφώθηκε" από τους Βενετούς σε ένα από τα πιο δυνατά και απόρθητα φρούρια στην Κρήτη, τόσο δυνατό, που άντεξε στον ενετοτουρκικό πόλεμο.
Η Σπιναλόγκα έμεινε στην κατοχή των Βενετών για αρκετά χρόνια και μετά την ολοκληρωτική κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους, το 1669, απετέλεσε καταφύγιο για τους καταδιωκόμενους Χριστιανούς.
Το 1715 το νησί πέρασε στα χέρια των Τούρκων μετά από διμερή συμφωνία.
Το 1903 επί κρητικής πολιτείας έγινε χώρος απομόνωσης των Λεπρών της Κρήτης, οι οποίοι πρώτα βρίσκονταν απομονωμένοι στη Μισκινιά, έξω από το Ηράκλειο.
Κατά την περίοδο της Ιταλογερμανικής κατοχής, οι κατακτητές δεν τολμούσαν να αφήσουν ελεύθερους τους λεπρούς και ήταν αναγκασμένοι να τους τροφοδοτούν οι ίδιοι, δεδομένου ότι το απέναντι χωριό Πλάκα το είχαν εκκενώσει και είχαν διώξει τους κατοίκους σε άλλα χωριά, όλη δε την παράλια περιοχή την είχαν οχυρώσει με πυροβολεία, πολυβολεία, υπόγειες στοές, ναρκοπέδια γιατί φοβούνταν απόβαση των Άγγλων σ' εκείνο το μέρος.
Ποτέ δεν μπήκε στο νησάκι Ιταλός ή Γερμανός και γι' αυτό λειτουργούσαν παράνομα ραδιόφωνα, ενώ ο γιατρός Διευθυντής, Γραμματικάκης, αντέγραφε τις ειδήσεις του Λονδίνου και του Καΐρου και τις μοίραζε ως δελτία ειδήσεων στους κατοίκους.
Τη χρήση αυτή διατήρησε μέχρι το 1957, οπότε και και οι τελευταίοι λεπροί μεταφέρθηκαν σε θεραπευτικά κέντρα της Αθήνας, μιας και η επιστήμη είχε προχωρήσει τόσο, ώστε να εφευρεθούν τα αντιβιοτικά φάρμακα και η λέπρα να πάψει να είναι ανίατη ασθένεια.
Μετά το 1957, για αρκετές δεκαετίες έμεινε αναξιοποίητη και μετά το ενδιαφέρον των πολυάριθμων τουριστών, άρχισε να γίνεται συστηματική αναστήλωση και επισκευή των παλαιών κτισμάτων, των οχυρωματικών ενετικών τειχών, των παλαιών οικιών, των δρόμων κλπ.
Χιλιάδες επισκέπτες επισκέπτονται κάθε χρόνο το πανέμορφο αυτό νησάκι, με καραβάκια που ξεκινούν κάθε μία ώρα από τον Άγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την Πλάκα που βρίσκεται ακριβώς απέναντι στην στεριά και απέχει περίπου 800 μέτρα.
Για την ιστορία του νησιού αυτού έχουν γραφτεί πολλά βιβλία, συγκινητικές ιστορίες και αφηγήσεις ανθρώπων, που ξαφνικά βρέθηκαν χωρίς συγγενείς, φίλους και με ένα φοβερό στίγμα για την εποχή εκείνη. Και είναι πραγματικά... συγκλονιστική...
Σπιναλόγκα ή αλλιώς “Μακρύ αγκάθι”, το νησί ήδη, μόνο από το όνομά του σε προϊδεάζει για κάτι επιθετικό, άγριο ίσως, σκληρό...
Το όνομα του μικρού νησιού, που κλείνει από τα βόρεια τον κόλπο της Ελούντας στην επαρχία Μεραμπέλλου του νομού Λασιθίου Κρήτης, ήταν αρχικά “Καλυδών”.
Μετά την κατάληψή του από τους Ενετούς ωστόσο, από την έκφραση “στην Ελούντα”, μετατράπηκε σε “Σπίνα λόγκα” (Σπίνα = άκανθα, λόγκα = μακρά).
Ο Ενετός χαρτογράφος Βιντσέντσο Κορονέλλι υποστηρίζει, πως η Σπιναλόγκα δεν ήταν πάντα νησί, αλλά ήταν φυσικά ενωμένη με τη γειτονική χερσόνησο Κολοκύθα. Αναφέρει δε, πως το 1526, οι Ενετοί κατέστρεψαν μέρος της χερσονήσου και δημιούργησαν το νησί, το οποίο λόγω της στρατηγικής του θέσης, χρησιμοποιείτο από την αρχαιότητα ως φρούριο αποτροπής των εισβολέων, προστατεύοντας την αρχαία πόλη “Ολους”, τη σημερινή Ελούντα.
Η Όλους και γενικότερα η ευρύτερη περιοχή, ερημώθηκαν τον 7ο αιώνα, λόγω των αραβικών επιδρομών στην Μεσόγειο. Η Όλους παρέμεινε εγκαταλελειμμένη μέχρι τα μέσα του 15ου αιώνα όταν οι Ενετοί εκμεταλλεύτηκαν την περιοχή για την συγκέντρωση αλατιού από τα αλμυρά νερά του κόλπου.
Συνεπώς, η περιοχή απέκτησε σημαντική αξία ως εμπορικό κέντρο και συστηματικά κατοικήθηκε ξανά. Αυτό το γεγονός, καθώς και η άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1453, οδήγησαν τους Ενετούς στην οχύρωση του νησιού.
Πιο συγκεκριμένα, το νησί άρχισε να οχυρώνεται το 1574 όταν οι Τούρκοι είχαν καταλάβει την Κύπρο και οι Ενετοί καταλάβαιναν ότι σε λίγο θα ερχόταν και η σειρά της Κρήτης. Με την οχύρωσή του, οι Ενετοί ήθελαν αφενός να διαφυλάξουν στον κόλπο της Ελούντας τα πλοία τους από τους πειρατές και από τον τουρκικό στόλο και αφετέρου να εξασφαλίσουν τις αλυκές της Ελούντας, από όπου θα έπαιρναν το αλάτι για την Μεσευρώπη.
Το 1579, “μεταμορφώθηκε" από τους Βενετούς σε ένα από τα πιο δυνατά και απόρθητα φρούρια στην Κρήτη, τόσο δυνατό, που άντεξε στον ενετοτουρκικό πόλεμο.
Η Σπιναλόγκα έμεινε στην κατοχή των Βενετών για αρκετά χρόνια και μετά την ολοκληρωτική κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους, το 1669, απετέλεσε καταφύγιο για τους καταδιωκόμενους Χριστιανούς.
Το 1715 το νησί πέρασε στα χέρια των Τούρκων μετά από διμερή συμφωνία.
Το 1903 επί κρητικής πολιτείας έγινε χώρος απομόνωσης των Λεπρών της Κρήτης, οι οποίοι πρώτα βρίσκονταν απομονωμένοι στη Μισκινιά, έξω από το Ηράκλειο.
Κατά την περίοδο της Ιταλογερμανικής κατοχής, οι κατακτητές δεν τολμούσαν να αφήσουν ελεύθερους τους λεπρούς και ήταν αναγκασμένοι να τους τροφοδοτούν οι ίδιοι, δεδομένου ότι το απέναντι χωριό Πλάκα το είχαν εκκενώσει και είχαν διώξει τους κατοίκους σε άλλα χωριά, όλη δε την παράλια περιοχή την είχαν οχυρώσει με πυροβολεία, πολυβολεία, υπόγειες στοές, ναρκοπέδια γιατί φοβούνταν απόβαση των Άγγλων σ' εκείνο το μέρος.
Ποτέ δεν μπήκε στο νησάκι Ιταλός ή Γερμανός και γι' αυτό λειτουργούσαν παράνομα ραδιόφωνα, ενώ ο γιατρός Διευθυντής, Γραμματικάκης, αντέγραφε τις ειδήσεις του Λονδίνου και του Καΐρου και τις μοίραζε ως δελτία ειδήσεων στους κατοίκους.
Τη χρήση αυτή διατήρησε μέχρι το 1957, οπότε και και οι τελευταίοι λεπροί μεταφέρθηκαν σε θεραπευτικά κέντρα της Αθήνας, μιας και η επιστήμη είχε προχωρήσει τόσο, ώστε να εφευρεθούν τα αντιβιοτικά φάρμακα και η λέπρα να πάψει να είναι ανίατη ασθένεια.
Μετά το 1957, για αρκετές δεκαετίες έμεινε αναξιοποίητη και μετά το ενδιαφέρον των πολυάριθμων τουριστών, άρχισε να γίνεται συστηματική αναστήλωση και επισκευή των παλαιών κτισμάτων, των οχυρωματικών ενετικών τειχών, των παλαιών οικιών, των δρόμων κλπ.
Χιλιάδες επισκέπτες επισκέπτονται κάθε χρόνο το πανέμορφο αυτό νησάκι, με καραβάκια που ξεκινούν κάθε μία ώρα από τον Άγιο Νικόλαο, την Ελούντα και την Πλάκα που βρίσκεται ακριβώς απέναντι στην στεριά και απέχει περίπου 800 μέτρα.
Για την ιστορία του νησιού αυτού έχουν γραφτεί πολλά βιβλία, συγκινητικές ιστορίες και αφηγήσεις ανθρώπων, που ξαφνικά βρέθηκαν χωρίς συγγενείς, φίλους και με ένα φοβερό στίγμα για την εποχή εκείνη. Και είναι πραγματικά... συγκλονιστική...
cosmo.gr