Θα επαναλάβω και πάλι ότι θεωρώ την πρόσληψη του Ισπανού την καλύτερη δυνατή επιλογή τη συγκεκριμένη χρονική στιγμή (έχω εξηγήσει τους λόγους στο προηγούμενο άρθρο), με σημαντικό, επίσης, πλεονέκτημα, την σχεδόν καθολική αποδοχή και υποστήριξη του κόσμου της ΑΕΚ, η οποία εκδηλώθηκε ακαριαία και μόνο στο άκουσμα της υποψηφιότητας του Χιμένεθ.
Πράγματι, η ΑΕΚ, μετά από τον αναμενόμενο διχασμό που επέφερε στις τάξεις των οπαδών της η επιστροφή του Ντούσαν Μπάγεβιτς το Νοέμβριο του 2008, είχε απόλυτη ανάγκη τούτη τη στιγμή, με το πρωτάθλημα να είναι ακόμη στην αρχή του και την ΑΕΚ να βρίσκεται μέσα σε όλους τους στόχους, την παρουσία ενός τεχνικού ηγέτη, που θα εμπνεύσει, θα συνεγείρει και θα δώσει εκ νέου όραμα στον ταλαιπωρημένο και προδομένο από πολλούς και πολλά κόσμο της.
Φυσικά, είναι γνωστό ότι στην ΑΕΚ, πολύ περισσότερο ίσως από τους μεγάλους ανταγωνιστές της, υπάρχει μια εγγενής και διαχρονική ροπή προς την προσωπολατρία και την ειδωλοποίηση ανθρώπων και την ταύτιση όλου του οργανισμού της με πρόσωπα που αποτέλεσαν σημείο αναφοράς και συνέδεσαν την παρουσία τους με τις μεγάλες στιγμές αυτής της ομάδας. Έτσι, μετά την απομυθοποίηση και αποκαθήλωση του Μπάγεβιτς, μετά τη φυγή του στον Ολυμπιακό το «καταραμένο» 1996, οι Ενωσίτες βρήκαμε τον επόμενο Μεσσία και σύμβολο ενωσίτικης υπερηφάνειας στο πρόσωπο του Ντέμη Νικολαΐδη, ο οποίος ενθρονίστηκε με όλες τις τιμές και τυπικά ως νέος «βασιλεύς» το σωτήριο (κυριολεκτικά!) 2004, για να αποδομηθεί σταδιακά και να γκρεμιστεί με πάταγο από το βάθρο στο οποίο όλοι τον ανεβάσαμε (πληρώνοντας τα τραγικά λάθη και την αλαζονεία του) 4 χρόνια αργότερα.
Αυτός, θεωρώ, είναι και ο μεγαλύτερος κίνδυνος που ελλοχεύει αυτή τη στιγμή για την πορεία του Χιμένθ στην ΑΕΚ, λόγω του υπέρμετρου αρχικού ενθουσιασμού και της άσβεστης δίψας του κόσμου να βρει στο πρόσωπό του το νέο ηγέτη αυτής της πολύπαθης ομάδας, που εύκολα στην πορεία μπορεί να μετατραπεί σε απογοήτευση και κατά συνέπεια να οδηγήσει στην αβασάνιστη αποκαθήλωση ενός ακόμη «συμβόλου», ιδίως εάν τα αποτελέσματα δεν είναι τα αναμενόμενα.
Φυσικά, το γεγονός της θετικής αύρας που προκάλεσε η πρόσληψή του και η συνακόλουθη στήριξη που νομοτελειακά θα έχει, στην αρχή τουλάχιστον, από τη συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου, γεννά αισιοδοξία για μια καλύτερη πορεία, ωστόσο θα πρέπει πάση θυσία να αποφευχθεί η καλλιέργεια υπερβολικών προσδοκιών, η διάψευση των οποίων θα υπονομεύσει και θα δυσχεράνει από την αρχή το έργο του νέου προπονητή.
Δεν πρέπει, άλλωστε, να ξεχνάμε ότι ο Χιμένεθ, έστω κι αν ακόμη η σαιζόν βρίσκεται στην αρχή της, έρχεται σε μια ομάδα της οποίας το έμψυχο υλικό δε διάλεξε και δεν προετοίμασε ο ίδιος και γι’ αυτό δε θα πρέπει να αναμένει κανείς κοσμογονικές αλλαγές και εντυπωσιακούς πειραματισμούς από την πρώτη στιγμή.
Φρόντισε, εξ’ άλλου, και ο ίδιος στην παρθενική συνέντευξη, κατά τη διάρκεια της επίσημης παρουσίασής του τη Δευτέρα, να δώσει το στίγμα του, δηλώνοντας κατηγορηματικά ότι θα δουλέψει σκληρά και θα προσπαθήσει διορθώσει τα κακώς κείμενα (βλέπε αγωνιστική πειθαρχία, νοοτροπία μέσα και έξω από τον αγωνιστικό χώρο και αμυντική λειτουργία), ξεκαθαρίζοντας ταυτόχρονα ότι ουσιαστικά αυτή θα είναι, ανεξάρτητα από την κατάληξή της, μια πειραματική χρονιά και ότι ο ίδιος θα έχει την –εύλογη νομίζω-απαίτηση να κριθεί την επόμενη χρονιά, όταν και θα μπορεί να σχεδιάσει ο ίδιος την ομάδα, όπως ακριβώς την οραματίζεται, οπότε και θα έχει την αποκλειστική ευθύνη για το «δημιούργημά του».
Σε κάθε περίπτωση και εκτός από τα παραπάνω, δεν πρέπει να λησμονούμε ότι καθοριστικό παράγοντα για την επιτυχία ή μη του Χιμένεθ θα αποτελέσει η στάση της διοίκησης και κατ’ επέκταση των εναπομεινάντων μετόχων, οι οποίοι συγκατατέθηκαν στην πρόσληψή του και δέχθηκαν να τη χρηματοδοτήσουν, καθ’ υπέρβαση μάλιστα των ασφυκτικών οικονομικών ορίων, στα οποία οι ίδιοι έχουν εγκλωβίσει την ομάδα εδώ και δύο τουλάχιστον χρόνια.
Θεωρείται αυτονότητο ότι η στήριξη στο έργο και τις επιλογές του νέου τεχνικού πρέπει να είναι αμέριστη και αδιαπραγμάτευτη, ανεξαρτήτως κόστους, δημιουργώντας σ’αυτόν και τους συνεργάτες του τις ιδανικές συνθήκες για να δουλέψει και να παράγει αποτελέσματα, αλλά και για να κριθεί αυστηρά, δίχως τις δικαιολογίες και τις νοσηρές συνθήκες, που κακώς ή καλώς δικαιούται να επικαλείται ο Μπάγεβιτς ως έναν από τους λόγους της αποτυχίας του τα δύο τελευταία χρόνια.
Φυσικά, η στήριξη αυτή πρέπει να εκφρασθεί έμπρακτα, ακόμη κι αν χρειαστεί οι αρμόδιοι να προβούν σε οικονομικές υπερβάσεις, προκειμένου να δώσουν στον προπονητή όλα τα εφόδια, ώστε να παρουσιάσει μια ομάδα που θα ανταποκρίνεται στις προσδοκίες και τα οράματα του κόσμου της.
Αλλά ακριβώς εδώ τίθεται το ερώτημα: Υπάρχει όραμα στους έχοντες την ευθύνη της δυακυβέρνησης της ΑΕΚ; Λίγο πριν ξεκινήσω να γράφω αυτό το σχόλιο, διάβασα σε sites δήλωση του Πέτρου Παππά, σύμφωνα με την οποία η ΑΕΚ θα ενισχυθεί στο μέτρο του δυνατού: Αλήθεια, ποιο είναι αυτό το μέτρο για τους έχοντες, χωρίς πραγματικά να το επιθυμούν, τις τύχες της ΑΕΚ στα χέρια τους; Μήπως μέτρο αποτελούν οι επιλογές τύπου Νταντόμο (αλήθεια, πόσο καιρό χρειάζεται αυτός για να έρθει σε ικανοποιητικά επίπεδα φυσικής κατάστασης;), Άρτσε (θυμάται κανείς, άραγε, το «ταλέντο» από την Αργεντινή, που θα αντικαθιστούσε πέρσι το Σωτήρη Κυργιάκο;), Χέρσι κπλ. μισθοφόρων, που το μόνο τους πλεονέκτημα είναι ότι δεν κοστίζουν περισσότερα από 200.000,00€;
Πολύ φοβάμαι ότι, παρά τα μεγαλεπήβολα σχέδια και την ειλικρινή διάθεση του Χιμένεθ να δουλέψει ουσιαστικά και να ανεβάσει επίπεδο την ΑΕΚ, ανεβάζοντας παράλληλα και τις προπονητικές μετοχές του, η προσπάθεια θα κινδυνεύσει να μείνει ημιτελής ή ακόμη και να οδηγηθεί σε παταγώδη αποτυχία, εφόσον το «όραμα» των α-μετόχων συνίσταται στην επίτευξη του ιδανικού ισοζυγίου εσόδων-εξόδων κάθε εταιρικής χρήσης και όχι στην εξέλιξη, γιγάντωση και απογείωση του «δικεφάλου» σε επίπεδα που θα κάνουν τόσο τους ίδιους όσο και τον κόσμο της ΑΕΚ αληθινά υπερήφανους για την ομάδα τους.
Σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να στηριχθεί αταλάντευτα το έργο του νέου προπονητή, ο οποίος καλείται άμεσα να λύσει δύσκολους γρίφους σ’ αυτό το νέο ξεκίνημα, από την εμπέδωση της πειθαρχίας των ποδοσφαιριστών σε όλα τα επίπεδα λειτουργίας της ομάδας και τη χαλιναγώγηση του ατίθασου ποδοσφαιρικού χαρακτήρα των χαρισματικών παικτών της (Σκόκο, Τζεμπούρ) έως την ουσιαστική δουλειά στην-ανύπαρκτη εδώ και πολύ καιρό-τακτική και τη βελτίωση της κακής αμυντικής λειτουργίας, που οδήγησε σε απώλεια κρίσιμων βαθμών, αλλά και την απόκτηση αγωνιστικής συνοχής και νοοτροπία ομάδας, που θα παίζει ποδόσφαιρο και όχι μπάλα αλάνας (όπως είχε πει κάποτε ο Φερνάντο Σάντος).
Καλή επιτυχία, λοιπόν, κ. Χιμένεθ! Ο κόσμος της ΑΕΚ σας στηρίζει και θα δώσει τον καλύτερο εαυτό του για να ενισχύσει την προσπάθειά σας. Άλλωστε, ίσως αυτή είναι η τελευταία ευκαιρία για την ανάκαμψη της ΑΕΚ και την έξοδό της από το τέλμα, στο οποίο οι δικοί της άνθρωποι, με τις αλλοπρόσαλλες επιλογές τους την βύθισαν, αναγκάζοντάς την να κολυμπήσει σε ωκεανό, χωρίς σωσίβιο σωτηρίας…
ΥΓ: Πολύ ευχάριστη έκπληξη ο Φερνάντο Σάντος στην Εθνική Ελλάδος. Ο συντηρητικός, αμυντικογενής και φοβισμένος προπονητής (έχασε τίτλους με την ΑΕΚ το 2002 και 2005 με αυτή την τακτική), που γνωρίσαμε στην ΑΕΚ και τον ΠΑΟΚ (χωρίς φυσικά να παραγνωρίζεται η δουλειά και τα αποτελέσματά του) μεταλλάσσεται σε έναν τεχνικό που δε φοβάται να διδάξει και να εφαρμόσει ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας και κατοχής, αφήνοντας μάλιστα το ατομικό ταλέντο κάποιων χαρισματικών μονάδων (Φετφατζίδης) να εκφραστεί ελεύθερα, έξω από πνιγηρούς τακτικούς περιορισμούς. Ευχής έργον να υπάρξει η ανάλογη συνέχεια…
http://sundaysportstories.blogspot.com