ΕΞΩΔΙΚΗ ΔΗΛΩΣΗ – ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ
Του Νομικού Προσώπου Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «Ένωση
Νοσηλευτών - Νοσηλευτριών Ελλάδος» (ΕΝΕ), που εδρεύει στην Αθήνα,
Λεωφόρος Βασιλίσσης Σοφίας αριθμός 47 και εκπροσωπείται νομίμως
ΠΡΟΣ
Τον Διοικητή του Γενικού Νοσοκομείου Νίκαιας «Άγιος Παντελεήμων», που
εδρεύει στη Νίκαια Αττικής, οδός Δημητρίου Μαντούβαλου, αριθμός 2
Η ΕΝΕ αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου που λειτουργεί ως
επαγγελματικός σύλλογος όλων των νοσηλευτών της χώρας. Βασικός σκοπός
της είναι η προαγωγή και ανάπτυξη της Νοσηλευτικής και η εξασφάλιση
υψηλής στάθμης φροντίδας και υγείας στο κοινωνικό σύνολο.
Δια της παρούσης επιθυμούμε να εκφράσουμε την αντίθεσή μας και να
υπογραμμίσουμε τον παράνομο χαρακτήρα της διαδικασίας διάλυσης των
κυτταροστατικών φαρμάκων στο Νοσοκομείο σας και την συμμετοχή, κατά τη
συγκεκριμένη διαδικασία, Νοσηλευτών.
Ειδικότερα, κατά την ανωτέρω διαδικασία ορίζεται ως υποχρεωτική η
παρουσία και συμμετοχή Νοσηλευτή στο στάδιο της παρασκευής των
κυτταροστατικών φαρμάκων. Κατά το μέρος τούτο, η ως άνω πρακτική είναι
εντελώς αυθαίρετη και συνάμα παράνομη, δοθέντος ότι αγνοείται με τρόπο
προκλητικό το σύνολο του υπάρχοντος θεσμοθετημένου κανονιστικού
πλαισίου, όπως αυτό διαμορφώνεται τόσο από την εθνική, όσο και από την
κοινοτική νομοθεσία, αναφορικά με την διάλυση των κυτταροστατικών
φαρμάκων.
Πιο συγκεκριμένα, τα επαγγελματικά καθήκοντα των Νοσηλευτών
προσδιορίζονται επακριβώς από τις διατάξεις του Προεδρικού Διατάγματος
351/1989. Τονίζεται, ότι η εκεί απαρίθμηση των προβλεπομένων
νοσηλευτικών πράξεων δεν είναι ενδεικτική αλλά περιοριστική. Το γεγονός
αυτό έχει ως άμεση συνέπεια την απαγόρευση διεύρυνσης των
επαγγελματικών καθηκόντων των Νοσηλευτών δια της ιδιωτικής βουλήσεως,
συμπεριλαμβανομένης οιασδήποτε αποφάσεως κάθε μορφής των διοικητών
των νοσοκομείων ή των διευθυνουσών των Νοσηλευτικών Υπηρεσιών.
Περαιτέρω, σε καμία εκ των διατάξεων του ΠΔ 351/1989 δεν
αναφέρεται ως επαγγελματική υποχρέωση των Νοσηλευτών η συμμετοχή
τους στην διάλυση και παρασκευή των κυτταροστατικών φαρμάκων.
Αυτομάτως γίνεται αντιληπτό, ότι η προεκτεθείσα πρακτική που ακολουθείται
στο Νοσοκομείο σας παραβιάζει ευθέως την αρχή της νομιμότητας, ενώ
βλάπτει ουσιωδώς τα επαγγελματικά συμφέροντα των Νοσηλευτών.
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η διάλυση των κυτταροστατικών
φαρμάκων δεν υπάγεται στον συνήθη κύκλο καθηκόντων των Νοσηλευτών.
Τονίζεται δε, ότι, σύμφωνα με το άρθρο 30§1 του Δημοσιοϋπαλληλικού
Κώδικα (Νόμος 2683/1999), ο υπάλληλος εκτελεί τα καθήκοντα του κλάδου ή
της ειδικότητάς του. Κατά την ορθή ερμηνευτική προσέγγιση της ανωτέρω
διατάξεως, ο υπάλληλος υποχρεούται να εκτελεί τα καθήκοντα του κλάδου
στον οποίο ανήκει και όχι άλλου κλάδου, έστω και αν διαταχθεί. Η εκτέλεση
των καθηκόντων αφορά την άσκηση της αρμοδιότητας, δηλαδή της εξουσίας
που έχει ανατεθεί στον υπάλληλο. Συνεπώς, η εκτέλεση των καθηκόντων
αποτελεί και δημόσιο δικαίωμα, δοθέντος ότι η αρμοδιότητα αποτελεί
λειτουργικό δικαίωμα. Υπό το πρίσμα τούτο, ουδείς προϊστάμενος δικαιούται
να επιφέρει μεταβολή στην άσκηση των καθηκόντων των υφισταμένων του
υπαλλήλων, παρά μόνο όταν και όπως ορίζει ο νόμος.
Περαιτέρω, σύμφωνα με τις παραγράφους 2 και 3 του ίδιου άρθρου, σε
περιπτώσεις επιτακτικής υπηρεσιακής ανάγκης που δεν μπορεί να καλυφθεί με
άλλο τρόπο, επιτρέπεται να ανατίθενται στον υπάλληλο καθήκοντα άλλου
κλάδου ή ειδικότητας. Σε όμοιες περιπτώσεις επιτρέπεται να ανατίθενται στον
υπάλληλο εργασίες συναφείς με την ειδικότητα ή τα καθήκοντά του ή για τις
οποίες έχει την απαιτούμενη εμπειρία ή ειδίκευση. Η κατά την παράγραφο 2
ανάθεση επιτρέπεται για χρονικό διάστημα έως δύο (2) μήνες και μετά από
αιτιολογημένη απόφαση του υπηρεσιακού συμβουλίου έως έξι (6) μήνες
ακόμη.
Είναι σαφές ότι η παράγραφος 2 προβλέπει εξαίρεση από τον γενικό
κανόνα της παραγράφου 1 και έτσι πρέπει να ερμηνεύεται στενά. Ως βασικά
προϋπόθεση για την ανάθεση εκτέλεσης καθηκόντων άλλου κλάδου ή άλλης
ειδικότητας ή συναφών εργασιών είναι η ύπαρξη υπηρεσιακής ανάγκης
«επιτακτικής», ήτοι ανεπίδεκτης αναβολής λόγω του επείγοντος
χαρακτήρα της. Εν προκειμένω, δεν τίθεται ζήτημα επείγοντος, δοθέντος ότι η
παράνομη πρακτική της υποχρεωτικής συμμετοχής των Νοσηλευτών στην
παρασκευή των κυτταροστατικών φαρμάκων είναι χρόνια, ενώ δεν
υπαγορεύεται από εξαιρετικά επείγουσες υπηρεσιακές ανάγκες, παρά από την
συνεχιζόμενη έλλειψη προσωπικού.
Επιπροσθέτως, η παράγραφος 3 θέτει απαράβατα όρια διάρκειας της
ανάθεσης, ήτοι 2 μήνες εντός του ίδιου έτους ή 6 μήνες κατόπιν
αιτιολογημένης γνώμης του υπηρεσιακού συμβουλίου. Κρίσιμο πάντα
παραμένει το στοιχείο του επείγοντος, μοναδικής παραμέτρου ικανής να
δικαιολογήσει την ανάθεση σε υπάλληλο καθηκόντων άλλου κλάδου ή άλλης
ειδικότητας.
Επιπλέον, πέραν του ΠΔ 351/1989, η ακολουθούμενη πρακτική στο
Νοσοκομείο σας αγνοεί ένα ολόκληρο πλέγμα νομοθετικών ρυθμίσεων, που
προσδιορίζουν τους όρους υγιεινής και ασφάλειας προς όφελος των
εργαζομένων. Εν προκειμένω, η κατευθυντήρια διάταξη ανευρίσκεται στο
άρθρο 44 του Δημοσιοϋπαλληλικού Κώδικα, σύμφωνα με το οποίο οι
υπάλληλοι έχουν δικαίωμα στη διασφάλιση συνθηκών υγιεινής και ασφάλειας
στο χώρο εργασίας τους. Κατά πάγια και απολύτως ορθή ερμηνευτική εκδοχή
της ανωτέρω διατάξεως, το άρθρο 44 αναγνωρίζει δημόσιο δικαίωμα υπέρ των
υπαλλήλων το οποίο είναι αγώγιμο, δηλαδή θεμελιώνει την αξίωση και
ενώπιον δικαστηρίου για την παροχή της νόμιμης προστασίας σε περίπτωση
άρνησης ή παράλειψης της Διοίκησης.
Στην περίπτωση της διάλυσης των κυτταροστατικών φαρμάκων οι όροι
υγιεινής και ασφάλειας ανάγονται σε ζήτημα μείζονος σημασίας, δοθέντος ότι
τα κυτταροστατικά φάρμακα είναι υψηλής τοξικότητας, ενώ δύνανται να
έχουν μεταλλαξιογόνες και καρκινογόνες επιδράσεις σε υγιείς οργανισμούς,
εάν έρθουν σε επαφή με το δέρμα ή προκαλέσουν μόλυνση μέσω του
αναπνευστικού συστήματος. Αυτομάτως γίνεται αντιληπτό, ότι η παρασκευή
τέτοιων φαρμάκων πρέπει να γίνεται υπό αυστηρούς όρους υγιεινής και
ασφάλειας, ήτοι από εξειδικευμένο προσωπικό με κατάλληλο εξοπλισμό και σε
ειδικά διαμορφωμένους χώρους. Σε διαφορετική περίπτωση, όπου δεν
λαμβάνονται τα κατάλληλα μέτρα προφύλαξης, τίθεται ευθέως σε κίνδυνο η
υγεία τόσο των νοσηλευομένων ασθενών, όσο και του προσωπικού των
νοσηλευτικών ιδρυμάτων.
Περαιτέρω, πέραν των γενικών ρυθμίσεων, πλήθος ειδικότερων
νομοθετημάτων περιγράφει λεπτομερώς και με ακρίβεια τους όρους υγιεινής
και ασφάλειας που θα πρέπει να πληρούνται σε κάθε εργασιακό χώρο.
Ενδεικτικά αναφέρονται τα ακόλουθα : α) το ΠΔ 307/1986 (Προστασία της
υγείας των εργαζομένων που εκτίθενται σε ορισμένους χημικούς παράγοντες
κατά τη διάρκεια της εργασίας τους), η εφαρμογή του οποίου έχει επεκταθεί,
δια του άρθρου 3§1 του ΠΔ 77/1993 στο Δημόσιο και τα Νομικά Πρόσωπα
Δημοσίου Δικαίου, β) το ΠΔ 77/1993 που εναρμονίζει την ελληνική νομοθεσία
με την οδηγία του Συμβουλίου 88/642/ΕΟΚ περί της προστασίας των
εργαζομένων από τους κινδύνους που παρουσιάζονται συνεπεία εκθέσεώς
τους κατά τη διάρκεια της εργασίας τους σε χημικά, φυσικά και βιολογικά
μέσα, γ) το ΠΔ 395/1994 σε συμμόρφωση προς την οδηγία του Συμβουλίου
89/655/ΕΟΚ περί των ελαχίστων προδιαγραφών ασφαλείας και υγείας για τη
χρησιμοποίηση εξοπλισμού εργασίας από τους εργαζομένους κατά την εργασία
τους, το οποίο και τροποποιήθηκε δια του ΠΔ 89/1999 και του ΠΔ 155/2004,
δ) το ΠΔ 396/1994 περί των ελαχίστων προδιαγραφών ασφαλείας και υγείας
για τη χρήση από τους εργαζομένους εξοπλισμών ατομικής προστασίας κατά
την εργασία, ε) το ΠΔ 399/1994 περί της προστασία των εργαζομένων από
τους κινδύνους που συνδέονται με την έκθεση σε καρκινογόνους παράγοντες
κατά την εργασία σε συμμόρφωση με την οδηγία του Συμβουλίου
90/394/ΕΟΚ, στ) το ΠΔ 105/1995 περί των ελαχίστων προδιαγραφών για την
σήμανση ασφάλειας και υγείας στην εργασία σε συμμόρφωση με την Οδηγία
92/58/ΕΟΚ, ζ) το ΠΔ 186/1995 για την προσαρμογή της ελληνικής
νομοθεσίας περί υγιεινής και ασφάλειας των εργαζομένων προς τις διατάξεις
των οδηγιών 90/679/ΕΟΚ και 93/88/ΕΟΚ του Συμβουλίου για την προστασία
των εργαζομένων από κινδύνους λόγω της έκθεσής τους κατά τη διάρκεια της
εργασίας σε βιολογικούς παράγοντες, η) το ΠΔ 16/1996 σε συμμόρφωση με
την οδηγία 89/654/ΕΟΚ για τις ελάχιστες προδιαγραφές ασφάλειας και υγείας
στους χώρους εργασίας, θ) το ΠΔ 17/1996 που προβλέπει μέτρα για τη
βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας των εργαζομένων κατά την εργασία σε
συμμόρφωση με τις οδηγίες 89/391/ΕΟΚ και 91/383/ΕΟΚ, ι) το ΠΔ 176/1997
περί των μέτρων για την βελτίωση της ασφάλειας και της υγείας κατά την
εργασία των εγκύων, λεχώνων και γαλουχουσών εργαζομένων σε
συμμόρφωση με την οδηγία 92/85/ΕΟΚ, ια) ο Νόμος 2595/1998 δια του
οποίου κυρώθηκαν τα Πρόσθετα Πρωτόκολλα στον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό
Χάρτη και ιβ) το ΠΔ 338/2001 περί της προστασία της υγείας και ασφαλείας
των εργαζομένων κατά την εργασία από κινδύνους οφειλόμενους σε χημικούς
παράγοντες.
Από το πλέγμα όλων των παραπάνω διατάξεων, προκύπτει άμεσα, ότι η
διαδικασία παρασκευής των κυτταροστατικών φαρμάκων, ως εργασία
ενέχουσα σοβαρούς κινδύνους για την υγεία των εργαζομένων, υπόκειται σε
πλήθος ειδικών διατάξεων της εθνικής αλλά και της κοινοτικής νομοθεσίας,
που αποβλέπουν στη θέσπιση προληπτικών κυρίως μέτρων, ικανών να
διασφαλίσουν ένα ικανοποιητικό επίπεδο προστασίας και σεβασμού των όρων
υγιεινής και ασφάλειας στους χώρους εργασίας. Όλα τα σχετικά
νομοθετήματα επιβάλλουν τη σωστή ενημέρωση των εργαζομένων, την άρτια
εκπαίδευσή τους, τη δυνατότητα συμμετοχής τους στις διαβουλεύσεις για τον
καθορισμό των συνθηκών εργασίας, την συστηματική ιατρική παρακολούθησή
τους εφόσον εκτίθενται σε επικίνδυνους παράγοντες, αλλά και την επιβολή
διοικητικών και ποινικών κυρώσεων σε περίπτωση μη συμμόρφωσης
με το περιεχόμενό τους. Επιπλέον, το σύνολο των προαναφερθεισών
διατάξεων τυγχάνει εφαρμογής και για το Δημόσιο και τα Νομικά Πρόσωπα
Δημοσίου Δικαίου, συμπεριλαμβανομένων των Νοσηλευτικών Ιδρυμάτων.
Κατόπιν τούτων, καθίσταται σαφές ότι η παρασκευή των
χημειοθεραπευτικών φαρμάκων στα νοσοκομεία οφείλει να διενεργείται από
εξειδικευμένο προσωπικό, διαθέτον τις απαιτούμενες προς αυτό γνώσεις και
φέρον τον απαραίτητο εξοπλισμό, σε χώρους ειδικώς και καταλλήλως
διαμορφωμένους. Πιο συγκεκριμένα, το αρμόδιο εν προκειμένω προσωπικό
είναι οι νοσοκομειακοί φαρμακοποιοί, κλάδος που δημιουργήθηκε δια του
άρθρου 89 του Νόμου 2071/1992.
Ενόψει των ανωτέρω, καθίσταται σαφές ότι η προεκτεθείσα πρακτική
στο Νοσοκομείο σας, ήτοι η συμμετοχή των Νοσηλευτών στην διαδικασία
παρασκευής των κυτταροστατικών φαρμάκων, παραβιάζει κατά τρόπο
προκλητικό μια σειρά κανονιστικών ρυθμίσεων, ενώ παράλληλα θέτει σε
κίνδυνο την υγεία των Νοσηλευτών, παρακάμπτοντας πλήθος αναγκαίων
προστατευτικών μέτρων.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
-Διαμαρτυρόμαστε εντόνως για όσα αναφέρουμε ανωτέρω.
-Σας καλούμε όπως εφαρμόσετε άμεσα τις προαναφερθείσες διατάξεις,
αποκλειομένης ούτως για το μέλλον της παράνομης συμμετοχής των
Νοσηλευτών στη διαδικασία παρασκευής των κυτταροστατικών φαρμάκων.
-Επιφυλασσόμαστε για την διεκδίκηση των εννόμων συμφερόντων μας
ενώπιον παντός αρμοδίου Δικαστηρίου.
Αρμόδιος Δικαστικός Επιμελητής εντέλλεται να επιδώσει νόμιμα την παρούσα
στους αποδέκτες, για να λάβουν γνώση και για τις νόμιμες συνέπειες, αφού την
αντιγράψει ολόκληρη στην έκθεση επίδοσής του.
Γίνεται μνεία ότι επικολλήθηκε χαρτόσημο 1,15 ευρώ του Ταμείου Προνοίας
Δικηγόρων Αθηνών.
Αθήνα, 8 Νοεμβρίου 2010
Ο πληρεξούσιος δικηγόρος