Η ΠΝΟ στην οποία στρέφει τα βέλη της και μερίδα παραγωγών της Κρήτης, τα προϊόντα των οποίων παραμένουν στα λιμάνια, αναφερόμενη στους νησιώτες και επιβάτες, υποστηρίζει ότι, για την ταλαιπωρία που υφίστανται, οι μόνοι που δεν ευθύνονται είναι οι Ελληνες ναυτεργάτες.
Η συνέχιση της απεργίας, πάντως, επηρεάζει και τα οικονομικά των ακτοπλοϊκών εταιρειών, κυρίως εκείνων που έχουν πλοία δρομολογημένα σε μεγάλες κύριες γραμμές με σχετικά ικανοποιητική κίνηση και τη χειμερινή περίοδο (π.χ. Κρήτη, Δωδεκάνησα).
Όπως γράφει στο σημερινό της φύλλο η «Ν», υπολογίζεται ότι η ζημία, μέχρι στιγμής, προσεγγίζει το συνολικό κόστος της αύξησης που θα λάμβαναν οι ναυτικοί στην περίπτωση που είχε υπογραφεί συλλογική σύμβαση εργασίας.
Από την άλλη πλευρά, βέβαια, η όποια αύξηση φέτος δημιουργεί νέα βάση, πάνω στην οποία θα «πατήσει» η σύμβαση της επόμενης χρονιάς και πάντως σε κάθε περίπτωση η «σύγκρουση» μεταξύ ΠΝΟ και ΕΕΝ δεν αφορά μόνο τη συλλογική σύμβαση εργασίας.
Η ΕΕΝ φρόντισε από την αρχή να ξεκαθαρίσει ότι συνδέει την υπογραφή συλλογικής σύμβασης εργασίας με την αλλαγή στο θεσμικό πλαίσιο στην ακτοπλοΐα, στην κατεύθυνση της προσαρμογής στο κοινοτικό δίκαιο, για την οποία την ευθύνη φέρει όμως η κυβέρνηση και, ειδικότερα, το υπουργείο Θαλασσίων Υποθέσεων Νήσων και Αλιείας.
http://www.ethnos.gr/article.asp?catid=11424&subid=2&pubid=43828948