Ομάδα επιστημόνων από το Νοσοκομείο Παίδων της Βοστόνης και το Πανεπιστήμιο Κολούμπια με επικεφαλής τους Δρ Ντέιβιντ Λουντγουιγκ και Τζάνετ Κάρι, μελέτησαν στοιχεία από όλα τα βρέφη που είχαν γεννηθεί στο Μίτσιγκαν και το Νιου Τζέρσεϊ την 15ετία 1989-2003 (513.000 γυναίκες και το 1,1 εκατομμύριο απογόνους τους).
Όπως αναφέρεται στο επιστημονικό έντυπο The Lancet, οι επιστήμονες θέλησαν να αποκλείσουν στις γενετικές αιτίες του μεγάλου σωματικού βάρους γέννησης και έτσι συνέκριναν τα βρέφη που είχαν γεννηθεί από την ίδια μητέρα. Επίσης απέκλεισαν τα μωρά που είχαν γεννηθεί με καισαρική τομή και κυήσεις που είχαν διαρκέσει λιγότερο από 39 εβδομάδες, ή περισσότερες από 40.
Οι γυναίκες που πήραν 22,6 κιλά είχαν διπλάσιο κίνδυνο να αποκτήσουν παιδί με μεγάλο σωματικό βάρος γέννησης συγκριτικά με γυναίκες που είχαν πάρει 9 κιλά.
Τα νεογνά των γυναικών που είχαν πάρει περισσότερα από 24 κιλά κατά την εγκυμοσύνη ήταν σχεδόν 150 γραμμάρια βαρύτερα από τα νεογνά των γυναικών που είχαν πάρει λιγότερα από 10 κιλά.
Είναι γνωστό ότι ο υποσιτισμός κατά τη διάρκεια της κύησης και το χαμηλό σωματικό βάρος γέννησης μπορεί να προκαλέσουν διαβήτη και καρδιακή νόσο μετέπειτα στην ενήλικη ζωή. Αλλά με την αυξητική τάση της παχυσαρκίας οι επιστήμονες ανησυχούν για τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας.
Το Ινστιτούτο Ιατρικής των ΗΠΑ συστήνει στις γυναίκες με κανονικό βάρος να μην παίρνουν περισσότερα από 16 κιλά ανά εγκυμοσύνη. Ενώ όσες έχουν ήδη περιττά κιλά δεν θα πρέπει να ξεπερνούν τα 11 κιλά. Οι παχύσαρκες γυναίκες θα πρέπει να περιορίσουν τα κιλά της εγκυμοσύνης στα εννέα
http://www.iator.gr/2010/10/10/kila-egkymosyni/