Πού βρίσκομαι? Ποια είμαι? Ήταν τα πρώτα λόγια της ΑΔΕΔΥ μας.
Αφού συνήλθε για τα καλά και η μνήμη της επανήλθε, αναφώνησε γεμάτη αγωνία!
Ποπό! κι έχω τόσες δουλειές να κάνω. Τόσο καιρό έχω αφήσει τους αγαπημένους μου νάνους αφρόντιστους. Τι να κάνουν άραγε? Πώς να είναι? Θα με θυμούνται και θα με αγαπούν ακόμα?
Σηκώνεται γρήγορα από το κρεβάτι της και τρέχει να βρει τους αγαπημένους της συντρόφους. Ψάχνει από εδώ,ψάχνει από εκεί, αλλά δε βρήκε κανέναν. Παντού ερημιά και άκρα του τάφου σιωπή. Στην αγωνιώδη προσπάθειά της να βρει τους χαμένους νάνους, έφτασε μέχρι την πλατεία Κλαυθμώνος. Μα ούτε κι εκεί βρήκε τους αγαπημένους της συντρόφους. Όλοι, όσους συναντούσε, ήταν ψηλοί και δεν τη γνώριζε κανείς τους. Ήταν όλοι αδιάφοροι με την παρουσία της.
Κλαίγοντας, πήρε το δρόμο της επιστροφής, έρημη και μόνη, η για ένα ολόκληρο χρόνο Κοιμωμένη-Χιονάτη ΑΔΕΔΥ, συνειδητοποιώντας για πρώτη φορά, πως οι νάνοι είχαν χαθεί. Νάνοι δεν υπήρχαν πια!
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ