μελλοντικών καρδιολογικών προβλημάτων, ειδικά σε ηλικιωμένους που φαίνονται να έχουν καλή υγεία και ποτέ δεν είχαν συμπτώματα από την καρδιά τους. Το διαγνωστικό τεστ αποτελεί μια εξελιγμένη μορφή της ήδη υπάρχουσας αιματολογικής εξέτασης που γίνεται στα τμήματα επειγόντων περιστατικών των νοσοκομείων για να διαπιστωθεί αν ο ασθενής που έχει πόνο στο στήθος, πράγματι έχει έμφραγμα ή κάτι άλλο.
Οι ερευνητές, υπό τον Κρίστοφερ ντεΦιλίπι της Ιατρικής Σχολής του πανεπιστημίου του Μέριλαντ, που δημοσίευσαν τη σχετική μελέτη στο περιοδικό του Αμερικανικού Ιατρικού Συλλόγου (JAMA), ανέφεραν ότι το βελτιωμένο τεστ μπορεί να αξιολογήσει καλύτερα τον κίνδυνο μελλοντικού θανάτου από καρδιά που αντιμετωπίζουν οι άνθρωποι άνω των 65 ετών, οι οποίοι δεν παρουσιάζουν καθόλου καρδιολογικά συμπτώματα -μια ομάδα ασθενών σε κίνδυνο, που είναι εξ αντικειμένου πολύ δύσκολο να εντοπιστούν έγκαιρα.
Το νέο διαγνωστικό τεστ μετρά το επίπεδο της τροπονίνης Τ, μιας πρωτεΐνης η οποία αποτελεί αξιόπιστο βιολογικό δείκτη για τον κυτταρικό θάνατο, που τελικά οδηγεί σε καρδιακό πρόβλημα. Οι ερευνητές πήραν δείγματα αίματος από περίπου 4.200 ασθενείς και τα διατήρησαν μέχρι και μετά από 18 χρόνια, στο πλαίσιο της μακρόχρονης έρευνάς τους. Η τροπονίνη ανιχνεύθηκε στα δύο τρίτα των ανθρώπων χωρίς συμπτώματα, στην ηλικία άνω των 65 ετών.
«Βρήκαμε ότι όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο της τροπονίνης, τόσο μεγαλύτερος είναι ο κίνδυνος του ατόμου για συμπτώματα καρδιοπάθειας ή θάνατο από καρδιαγγειακή νόσο κατά τα επόμενα 10-15 χρόνια», δήλωσε ο ντεΦιλίπι.
Το νέο τεστ, που θα παρουσιαστεί στο ετήσιο συνέδριο του Αμερικανικού Καρδιολογικού Συλλόγου, μπορεί να ανιχνεύσει επίπεδα της τροπονίνης που είναι δέκα φορές χαμηλότερα από αυτά που ανίχνευαν προηγούμενα τεστ, όμως δεν είναι ακόμα διαθέσιμο στο εμπόριο
ert.gr