συνέχιση της οικονομικής ανάκαμψης που σημειώνεται σήμερα στην ΕΕ. Το ΑΕΠ προβλέπεται ότι θα αυξηθεί στην EE κατά περίπου 1,75% το 2010-11 και κατά περίπου 2% το 2012.
Όπως σημειώνει η Επιτροπή «οι μέχρι τώρα καλύτερες από τις προσδοκώμενες επιδόσεις φέτος συνηγορούν υπέρ της σημαντικής προς τα άνω αναθεώρησης της ετήσιας ανάπτυξης το 2010 σε σχέση με τις εαρινές προβλέψεις».
Η ανάκαμψη φαίνεται επίσης να διευρύνεται σημειώνει η Επιτροπή, τονίζοντας ότι ενώ η αύξηση των εξαγωγών - το πρώτο στάδιο της παραδοσιακής μορφής της ανάκαμψης - παραμένει σταθερή για κάποιο χρονικό διάστημα, η οικονομία της ΕΕ εισέρχεται στην επόμενη φάση - στην οποία η εκ νέου άνοδος των εξαγωγών αρχίζει να προκαλεί ζήτηση για επενδύσεις (σε εξοπλισμό).
Η συμβολή των καθαρών εξαγωγών στην αύξηση του ΑΕΠ προβλέπεται πάντως ότι θα μειωθεί τον επόμενο χρόνο, ενώ η συμβολή της εγχώριας ζήτησης προβλέπεται ότι θα αυξηθεί, λόγω της βαθμιαίας σταθεροποίησης των επενδύσεων και της αύξησης της ιδιωτικής κατανάλωσης.
Στο μέτωπο των επενδύσεων, οι βελτιώσεις στο συντελεστή αξιοποίησης της παραγωγικής ικανότητας και η κερδοφορία των εταιρειών είναι μεταξύ των παραγόντων που αναμένεται ότι θα ευνοήσουν την ανάπτυξη, ενώ η συνεχιζόμενη δημοσιονομική εξυγίανση προβλέπεται ότι θα ενεργήσει ως περιοριστικός παράγοντας.
Όσον αφορά την ιδιωτική κατανάλωση, οι προοπτικές απασχόλησης που βελτιώνονται με αργό ρυθμό, η μέτρια εισοδηματική αύξηση και ο υποτονικός πληθωρισμός είναι παράγοντες που θα στηρίξουν την προβλεπόμενη ανάκαμψη, αν και η εξυγίανση και η μείωση του χρέους των νοικοκυριών προβλέπεται ότι θα ενεργήσουν ως ανασταλτικοί παράγοντες.
Πάντως η Επιτροπή σημειώνει ότι με ένα παγκόσμιο περιβάλλον που γίνεται πιο ευνοϊκό και με την έλευση της δημοσιονομικής εξυγίανσης, η δραστηριότητα αναμένεται ότι θα μετριαστεί προς το τέλος του έτους και κατά το 2011, αλλά θα ανακάμψει και πάλι το 2012 βασιζόμενη στην αύξηση της ιδιωτικής ζήτησης.
Σε ότι αφορά την ανεργία η Επιτροπή σε γενικές γραμμές αναφέρει ότι με την οικονομική ανάκαμψη που διαφαίνεται στην ΕΕ, οι συνθήκες στην αγορά εργασίας αναμένεται ότι θα σημειώσουν βραδεία βελτίωση.
Η Επιτροπή σημειώνει ότι «οι συνολικές συνθήκες αναμένεται ότι θα συνεχίσουν να παρουσιάζουν αδυναμίες αντικατοπτρίζοντας, μεταξύ άλλων, τα μέτρα που λαμβάνονται για την έξοδο από την ύφεση και την τρέχουσα διαρθρωτική προσαρμογή, ειδικότερα στο δημόσιο τομέα». Το ποσοστό ανεργίας προβλέπεται ότι θα μειωθεί στο 9% περίπου το 2012.
Σε ότι αφορά τα δημοσιονομικά ζητήματα η Επιτροπή υπογραμμίζει ότι είναι εμφανής κάποια βελτίωση, με περίπου τα μισά κράτη μέλη της ΕΕ να προβλέπεται ότι θα εμφανίσουν χαμηλότερο δημόσιο έλλειμμα κατά το τρέχον έτος σε σύγκριση με το 2009. Καθώς τα μέτρα τόνωσης φθάνουν στο τέλος τους και η φάση σταθεροποίησης προχωρεί όλο και περισσότερο, το έλλειμμα προβλέπεται ότι θα μειωθεί σε 24 κράτη μέλη το προσεχές έτος.
Για την ΕΕ συνολικά αναμένεται έλλειμμα λίγο περισσότερο από 5% το 2011, με περαιτέρω μείωση κατά περίπου 1 εκατοστιαία μονάδα το 2012 καθώς η ανάκαμψη θα κερδίζει έδαφος. Ωστόσο, ο δείκτης του δημόσιου χρέους προβλέπεται ότι θα παραμείνει σε ανοδική πορεία κατά τον χρονικό ορίζοντα των προβλέψεων.
Σε σχέση με τον πληθωρισμό κατά την Επιτροπή διαφαίνεται μια σχετικά μικρή αύξηση των τιμών καταναλωτή τόσο στην ΕΕ όσο και στην περιοχή του ευρώ κατά τη διάρκεια της ερχόμενης περιόδου. Ο πληθωρισμός προβλέπεται ότι θα ανέλθει κατά μέσο όρο στο 2% στην ΕΕ κατά το τρέχον και το επόμενο έτος και θα πέσει στο 1,7% το 2012.
Καταλήγοντας η Επιτροπή επισημαίνει ότι «με την αβεβαιότητα να παραμένει σε υψηλά επίπεδα, οι κίνδυνοι για τις προοπτικές ανάπτυξης της ΕΕ δεν είναι αμελητέοι, αν και φαίνεται να αλληλοεξουδετερώνονται σε μεγάλο βαθμό».
Θετικό στοιχείο είναι κατά την Επιτροπή ότι η επανεξισορρόπηση της αύξησης του ΑΕΠ προς την κατεύθυνση της εγχώριας ζήτησης, και οι δευτερογενείς επιπτώσεις από την ανάκαμψη της δραστηριότητας στη Γερμανία σε άλλα κράτη μέλη ενδέχεται να είναι πιο θετικές από αυτές που προβλέπονται σήμερα.
Η Επιτροπή αναφέρει τέλος τα εξής: «Tα μέτρα πολιτικής για την αντιμετώπιση των υψηλών ελλειμμάτων και του χρέους μπορεί επίσης να αποδειχθούν αποτελεσματικότερα από ό,τι αναμένεται όσον αφορά την εξάλειψη των ανησυχιών στην αγορά καθώς επίσης και την ενίσχυση της εμπιστοσύνης μεταξύ των επιχειρήσεων και των καταναλωτών. Αρνητικό στοιχείο είναι ότι η κατάσταση στις χρηματαγορές εξακολουθεί να προκαλεί ανησυχίες, με πιθανές περαιτέρω εντάσεις, όπως αντικατοπτρίζεται από την πρόσφατη επανεμφάνιση πίεσης στις αγορές ομολόγων του δημοσίου. Επιπλέον, δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να είναι χαμηλότερη από την προβλεπόμενη η εξωτερική ζήτηση, ενώ η δημοσιονομική εξυγίανση μπορεί να επιβαρύνει περισσότερο από το αναμενόμενο την εγχώρια ζήτηση στις σχετικές χώρες».
Ο Επίτροπος οικονομικών και νομισματικών υποθέσεων της ΕΕ Ολι Ρεν δήλωσε σήμερα τα εξής: «Διαφαίνεται η οικονομική ανάκαμψη. Με ενθαρρύνει η προοπτική ότι η απασχόληση προβλέπεται επιτέλους ότι θα βελτιωθεί το προσεχές έτος στην Ευρώπη. Τα δημόσια ελλείμματα αρχίζουν να μειώνονται χάρη στα ληφθέντα μέτρα εξυγίανσης και στην ανάκαμψη της ανάπτυξης. Ωστόσο, η ανάκαμψη αυτή είναι ανομοιογενής, και πολλά κράτη μέλη διανύουν μια δύσκολη περίοδο προσαρμογής. Η αποφασιστική συνέχιση της δημοσιονομικής εξυγίανσης και των ταχείας εφαρμογής πολιτικών για την ενίσχυση της ανάπτυξης έχουν καίρια σημασία για τη δημιουργία μιας σταθερής βάσης για βιώσιμη ανάπτυξη και θέσεις απασχόλησης. Οι αναταράξεις στις αγορές δημόσιου χρέους υπογραμμίζουν την ανάγκη για στιβαρή πολιτική δράση».
ΑΠΕ- ΜΠΕ, Μ. Σπινθουράκης