Καληνύχτα Ντομινίκ, καλημέρα Όλι. Ο επίτροπος για οικονομικές και νομισματικές υποθέσεις Όλι Ρεν διαδέχεται σήμερα τον επικεφαλής του ΔΝΤ Ντομινίκ Στρος Καν επισκεπτόμενος την αποικία της κοινής τους «τρόικας»...
τη χώρα που πρώτη δήλωσε ανοιχτή υποταγή στους δανειστές της αποδεχόμενη να απεμπολήσει οικειοθελώς κάθε έννοια εθνικής κυριαρχίας. Τη χώρα στην οποία κατοικεί ένας παράξενος λαός, αποδεδειγμένα ικανός για το καλύτερο και το χειρότερο, ο οποίος αποτελεί αντικείμενο έκπληξης και θαυμασμού από τους εκπροσώπους του διεθνούς καθεστώτος οικονομικής και πολιτικής κατοχής. Και όχι άδικα...
● Ποιος άλλος λαός θα περιφρονούσε τόσο βαθιά τις έννοιες «ανεξαρτησία» και «κυριαρχία», ειδικά συνοδευόμενες από τον επιθετικό προσδιορισμό «εθνική»;
● Ποιος άλλος λαός θα αποδεχόταν έτσι απλά να υβριστεί, να λοιδορηθεί, να ενοχοποιηθεί στο έπακρο, να ανεχθεί τη λεηλασία του μισθού, του δικαιώματός του για εργασία, της χώρας του ολόκληρης και του δικαιώματός του να υπάρχει και αύριο;
● Ποιος άλλος λαός θα αποδεχόταν έτσι απλά να τον αποκαλούν διεφθαρμένο εκείνοι που κυβέρνησαν επί δεκαετίες, που χρεοκόπησαν τη χώρα με τις εγκληματικές και σκανδαλώδεις επιλογές τους;
● Ποιος άλλος λαός θα αποδεχόταν έτσι απλά να τον μειώνουν, να τον ληστεύουν ανοιχτά κάποιοι που, αποτυχημένοι, μπλεγμένοι σε σκάνδαλα και ξεφτιλισμένοι στις χώρες τους, παριστάνουν τώρα τους διεθνείς τιμητές, τους «γιατρούς», τους επαΐοντες, αυτούς που θα μας απαλλάξουν από τον κακό εαυτό μας και, παρεμπιπτόντως, από τον μισθό μας, από το δικαίωμά μας στη σύνταξη, την υγεία, την παιδεία και εν τέλει από οτιδήποτε θα μπορούσε να αποτελέσει εθνικό μας πλούτο ή στοιχειώδες κοινωνικό και ατομικό δικαίωμα;
Ίσως πολλοί, ίσως κανένας. Ποιος να ξέρει να το πει; Το μόνο τεκμήριο που διαθέτουμε είναι οι διαπιστώσεις της διεθνούς χρηματοοικονομικής μαφίας και των κατοχικών επιτηρητών ότι είμαστε αξιοθαύμαστοι επειδή ακόμη δεν πήραμε με τις πέτρες ούτε τους ίδιους ούτε τους τοποτηρητές τους. Έμπειροι άνθρωποι είναι, κάτι θα ξέρουν αυτοί.
Δεν θα τολμούσε
Το ότι ξέρουν, και μάλιστα καλά, δεν αμφισβητείται. Ειδικά αυτοί οι παλληκαράδες του ΔΝΤ δεν είναι άμωμες παρθένες. Δεν είμαστε οι πρώτοι τους «πελάτες». Έχουν μέχρι τώρα διαλύσει και εξανδραποδίσει πολλούς πριν από εμάς. Για να μας θαυμάζουν, κάτι θα ξέρουν.
Σε άλλη περίπτωση δεν θα τολμούσε ο κύριος Στρος Καν να βρίσκεται στην Ελλάδα τις ημέρες που κλείδωνε η μείωση μισθών στον ιδιωτικό τομέα από 20% και πάνω χωρίς κανείς να ξέρει πού θα σταματήσει ο κατήφορος. Είναι εδώ επειδή κανείς μέχρι σήμερα δεν αντιστάθηκε στην προηγούμενη σφαγή των «μισητών» δημοσίων υπαλλήλων.
Δεν θα τολμούσε να βρίσκεται εδώ και να ζητάει συναίνεση από την αντιπολίτευση. Πολύ περισσότερο δεν θα την έφτυνε κατάμουτρα λέγοντάς της ότι δεν γνωρίζει καν αν έχει προτάσεις διαφορετικές από τις δικές του. Δεν θα τολμούσε να της πει ότι το άπαν είναι η στήριξη της κυβέρνησης. Το κάνει επειδή μπορεί και, κυρίως, επειδή γνωρίζει ότι έχει δίκιο. Δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Από καμιά πολιτική πτέρυγα.
Ό,τι στην Ελλάδα μπορεί να θεωρηθεί αντιπολίτευση είτε στέκεται στη γωνιά του αμέτοχο, αμήχανο και αδύναμο, φοβούμενο να μεγαλώσει και να συγκρουστεί, είτε προτείνει «προοδευτικές» ή «συντηρητικές» παραλλαγές αυτού που εφαρμόζουν – και, ακόμη χειρότερα, ετοιμάζονται να εφαρμόσουν – τρόικα και κυβέρνηση. Με κοινό παρονομαστή την πτώχευση (αλλά χωρίς απαλλαγή από το χρέος) και την ακόμη μεγαλύτερη απώλεια εθνικής κυριαρχίας.
Το απόγειο του θράσους
Γι’ αυτό, λοιπόν, ο Ντομινίκ, αποκαθαρμένος από το σκάνδαλο της Elf Aquitaine και του «πολιτικού χρήματος»,* μπορεί σήμερα να εισπράττει «ευχαριστώ» από ένα πολιτικό προσωπικό απολύτως ένοχο για το κατάντημα της χώρας του. Είτε ως κυβέρνηση, με τους μακροβιότερους υπουργούς της καταστροφικής μεταπολίτευσης να κυβερνούν και σήμερα, είτε ως ανεπαρκής σήμερα αντιπολίτευση αλλά εγκληματήσασα χθες κυβέρνηση.
Ακόμη και η Αριστερά αυτής της παράξενης χώρας, της ικανής για το καλύτερο και το χειρότερο, μπορεί να μην λέει «ευχαριστώ», αλλά είναι ξεκάθαρα ανεπαρκής, αδύναμη να προτάξει αυτό που θεωρητικά είναι ο λόγος και η εκπλήρωση της ύπαρξής της: όραμα για τη χώρα και τον λαό της. Κατανοητό, επιθυμητό και ικανό να εμπνεύσει αγώνες και θυσίες. Έστω χωρίς επιτυχία. Έστω για το «γαμώτο».
● Γιατί λοιπόν ο Ντομινίκ να μην αγγίξει το απόγειο του θράσους;
● Γιατί να μην αδράξει το βαθύτερο νόημα της μεγαλειώδους φράσης του πρωθυπουργού αυτής της παράξενης χώρας ότι «Δεν ξέρω αν φαίνομαι γουρούνι, αλλά είμαι κι εγώ ένα γουρούνι. Και είμαι περήφανος που είμαι γουρούνι»;
Κατά τη γνώμη του επικυρίαρχου «δεν συμβαίνει πολύ συχνά ένας ολόκληρος λαός να κατανοεί ότι αυτό είναι απαραίτητο για το μέλλον της χώρας». Δεν έχει άδικο. Γι’ αυτό συνεχίζει: «Μην νομίζετε ότι τα χειρότερα έχουν περάσει. Πρέπει να γίνουν ακόμη πολλά. Ωστόσο όσα έγιναν τους τελευταίους μήνες δείχνουν ότι όλα είναι εφικτά». Πράγματι, όλα...
Οι άθλιοι
Γιατί, εξ άλλου να μην είναι «όλα» εφικτά; Αυτό το «τελειωμένο» πολιτικό προσωπικό είναι πολυπληθέστατο, αλλά επιπλέον έχει πολλούς πρόθυμους υπηρέτες και κάμποσες χρυσές «καβάντζες».
Για μετρήστε πόσοι και ποιοι ουρλιάζουν κάθε μέρα για το τέλος του κράτους, τη μετατροπή του σε έναν μηχανισμό ελέγχου κάθε κοινωνικής αντίρρησης, την «αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας», την ιδιωτικοποίηση κάθε λειτουργίας του (κοινωνικού) κράτους, την εξαφάνιση των «κηφήνων» και «διαφθαρμένων» δημοσίων υπαλλήλων, των «απατεώνων» και «προκλητικά» αμειβόμενων μεροκαματιάρηδων, την κατάργηση του συνδικαλισμού και τόσα άλλα που οδηγούν με μαθηματική ακρίβεια την Ελλάδα στη διάλυση και τους Έλληνες στον εξανδραποδισμό.
Τι είναι όλοι αυτοί οι ξαφνικοί σύμμαχοι του Ντομινίκ και των ομοίων του; Οι κατηγορίες τους δεν είναι πολλές:
1. Γόνοι πολιτικών και άλλων «ισχυρών» οικογενειών, οι οποίοι μας κάθονται (με την ψήφο μας, βεβαίως - βεβαίως) στον σβέρκο για δεκαετίες. Άνθρωποι που, ανεπάγγελτοι πολλοί από δαύτους, «ανδρώθηκαν» και... «γυναικώθηκαν» στην πολιτική. Μια πολιτική στημένη, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα τους από τότε που δεν ήταν ούτε σπέρμα στα αρχ... των μπαμπάδων τους.
2. Υπάλληλοι του κράτους. Άλλοι υψηλόβαθμοι, άλλοι χαμηλόβαθμοι, αλλά αδρά αμειβόμενοι από τους φόρους αυτών τους οποίους καθημερινά καθυβρίζουν ή συκοφαντούν – ή ξεπουλάνε επειδή τυγχάνει να τους εκπροσωπούν.
Οι ίδιοι φαίνεται να πιστεύουν ότι, όσο περισσότερο συκοφαντήσουν, όσους περισσότερους πουλήσουν, όσο περισσότερο στηρίξουν το καθεστώς εξανδραποδισμού και λεηλασίας των αδύναμων, τόσο περισσότερο θα απολαμβάνουν τα κρατικά προνόμια, τα οποία θεωρούν αδιανόητα για όλους τους άλλους εξαιρώντας εντέχνως τους εαυτούς τους.
Αγνοούν ίσως ότι το παιχνίδι άλλαξε και ότι, όπως δίδαξε ο Μπρεχτ γράφοντας για τον φασισμό, σύντομα θα έρθει η σειρά τους – και δεν θα λυπηθεί κανείς για το τομάρι τους.
3. Έμμεσοι υπάλληλοι του κράτους. Αυτοί μπορεί να πληρώνονται από τον ιδιωτικό τομέα, αλλά οι εργοδότες τους συστηματικά λεηλατούν το Δημόσιο με μύριους όσους τρόπους. Με κρατικό χρήμα ζούσαν πάντα, αλλά παραδόξως μισούν τον πραγματικό – και συνήθως... μόνο – χρηματοδότη τους. Σύντομα θα ξυπνήσουν προσγειωμένοι στην πραγματικότητα.
4. Πολιτικές «εφεδρείες». Κατά κανόνα πρόκειται για ξεπεσμένους και αποτυχημένους πολιτικούς, οι οποίοι έχουν, άπαξ ή κατ’ επανάληψη, απορριφθεί ακόμη και από τα κόμματά τους ή τους ιδεολογικούς συγγενείς τους ή τους ψηφοφόρους των κομμάτων τους. Ψάχνουν επειγόντως ένα κεραμίδι για να στεγάσουν την πολιτική ανυπαρξία τους – κάποιοι απ’ αυτούς εδώ και χρόνια.
Αποτυχημένοι ή απλώς ανύπαρκτοι στον επαγγελματικό και τον επιστημονικό στίβο, ανίκανοι να επιβιώσουν πολιτικά σε περιβάλλον δημοκρατίας (έστω αυτής της κουτσουρεμένης, μισερής και προβληματικής δημοκρατίας, στο πλαίσιο της οποίας όμως μπορούμε ακόμη να αποφασίζουμε ποιοι μας εκπροσωπούν), ψάχνουν την εκπλήρωση της ύπαρξης και της φιλοδοξίας τους στο πιο ξεδιάντροπο καθεστώς ξένης πολιτικής και οικονομικής κατοχής.
Άλλωστε η δημοκρατία (ως κυριολεξία και όχι ως «εικόνισμα»), η οποία τους απέρριψε, συνεχώς συρρικνώνεται εις όφελος μιας εικονικής πραγματικότητας, που, με τη συνδρομή της ελεγχόμενης «ενημέρωσης», καθημερινά ξεφτίζει και εκπίπτει σε μια εκσυγχρονισμένη χούντα. Σ’ αυτήν ποντάρουν την επιβίωση του ξοφλημένου πολιτικού σαρκίου τους.
5. Μια ακόμη θλιβερή κατηγορία αποτελείται από τους κρατικούς και μιντιακούς «διανοούμενους». Οι περισσότεροι σιτίζονται κατά τον ίδιο τρόπο με τους ανωτέρω: από τον φαύλο συνδυασμό κράτους και – με κρατικούς πόρους επιβιούντος – ιδιωτικού τομέα.
Με μόνιμο στασίδι στα ΜΜΕ της πολιτικής, επιχειρηματικής και πολιτιστικής διαπλοκής, στηριζόμενοι αποκλειστικά στην οίηση και την κενολογία, βομβαρδίζουν μια απαίδευτη κοινωνία – στην αγραμματοσύνη της οποίας καθημερινά συμβάλλουν – με απειράριθμες παραλλαγές του πνευματικού τους τίποτε.
Σε περιβάλλον εξασφαλισμένης προβολής της ασημαντότητάς τους, καθώς έχουν από χρόνια πάψει να παράγουν οτιδήποτε και – καθισμένοι στο ανάκλιντρο της αδρά αμειβόμενης και αισχρά καλλιεργούμενης διασημότητάς τους – απλώς μηρυκάζουν μια τζάμπα αμφισβήτηση της πολιτικής και του πολιτικού συστήματος, το οποίο θεωρούν και καταγγέλλουν ως ένοχο παρ’ ότι κατά κανόνα τους έθρεψε, μαζί με όσους αφελείς επένδυσαν ώρες για να διαβάζουν και να προβάλλουν τα κάποτε «επαναστατικά» πονήματά τους.
Πρόκειται για την εμπροσθοφυλακή της «καταγγελίας» του πολιτικού συστήματος, ενώ απλώς αποτελούν κοινές περιπτώσεις αχάριστων και γενίτσαρων. Βαρέθηκαν να αποτελούν τα... think tank της εξουσίας και αποφάσισαν ότι έρχεται η ώρα να γίνουν οι ίδιοι εξουσία. Φυσικά αυτό θα ήταν αδύνατον σε περιβάλλον ισχυρής δημοκρατίας ή, έστω, στοιχειώδους πολιτικής λειτουργίας.
Ως εκ τούτου είναι φυσικό να επενδύουν σε ό,τι καταργεί ή, έστω, αποδυναμώνει το φυσικό τους εμπόδιο. Ήδη περιφέρονται ανά τον κόσμο δυσφημώντας οποιοδήποτε πολιτικό πλαίσιο διαχείρισης της χώρας και, ειδικότερα, της κρίσης. Καθ’ όλες τις ενδείξεις, ως αυθεντικοί «ελιτιστές», αποτελούν την επίλεκτη μονάδα απαξίωσης της πολιτικής και των εννοιών «εθνικό», «δημόσιο», «κοινωνικό», «λαϊκό» κ.λπ. Θα μπορούσαν να συγκαταλεχθούν στη «φρουρά» των κυρίων Στρος Καν, Τρισέ, Ρεν κ.λπ.
Τι θα έκανε χωρίς αυτούς;
Χωρίς όλους αυτούς να ελέγχουν τη σκέψη, την πληροφόρηση, την άσκηση αλλά και τον... «έλεγχο» (!) της εξουσίας, ο Ντομινίκ Στρος Καν δεν θα μπορούσε να παροτρύνει ανοιχτά τους νέους της Ελλάδας, ό,τι ζωντανό, ελπιδοφόρο, αισιόδοξο να... μεταναστεύσει για να αποκτήσει «εμπειρίες». Να εγκαταλείψει τη χώρα του στα όρνεα που ο ίδιος εκπροσωπεί.
Δεν θα είχε τα κουράγια – χωρίς τη συνδρομή τόσων τιποτένιων, που ονομάζουν τον οικονομικό, πολιτικό και πολιτισμικό θάνατο «εθνική σωτηρία» – να αναγγέλλει σε οποιαδήποτε χώρα ότι θα μετατραπεί σε νεκροταφείο. Διότι η ευθεία παρότρυνση σε μετανάστευση του πιο ζωντανού κομματιού οποιασδήποτε χώρας μόνο αυτό μπορεί να σημαίνει: μετατροπή της σε νεκροταφείο.
Ούτε ο (σύμβουλος του πρωθυπουργού αυτής της παράξενα ανεκτικής χώρας) Δον Τομάζο Σκιόπα θα τολμούσε, λίγα εικοσιτετράωρα πριν, να πει ότι οι σημερινοί δεκαπεντάρηδες θα πρέπει να περιμένουν καμιά δεκαπενταριά με είκοσι χρόνια για να δουν «αποτελέσματα» από την εγκληματική πολιτική των διεθνών νταβατζήδων.
● Όσο μια εξουσιομανής κάστα άθλιων κολαούζων – ανίκανων να υπάρξουν σε δημοκρατικές και πολιτικά, πνευματικά και κοινωνικά «ανταγωνιστικές» συνθήκες, στις οποίες θα δοκιμάζουν τους εαυτούς τους στην «ελεύθερη αγορά» που προπαγανδίζουν – θα ελέγχει πλήρως ό,τι λέγεται και ό,τι εκπέμπεται, τόσο οι Στρος Καν, Μπαρόζο, Τρισέ και Όλι Ρεν θα έχουν τον πρώτο λόγο.
● Όσο αυτός ο ιστορικός λαός θα εκχωρεί την εκπροσώπησή του σε ασήμαντους και γελοίους μεταπράτες, τόσο όλες αυτές οι νεκροφαγικές μορφές άσκησης πολιτικής, οικονομικής και πνευματικής εξουσίας θα κυριαρχούν.
Άντε και καλή τύχη, μάγκες – όσοι απομένουν...
* Διαβάστε το πολύ ενδιαφέρον κείμενο του Δ. Καζάκη στο «Ποντίκι» που κυκλοφόρησε σήμερα, όχι μόνο για τον Στρος Καν, αλλά και για τα σκάνδαλα και το... ποιον του Μπαρόζο και του Τρισέ...
http://topontiki.gr/article/12162