Βρυξέλλες, αναμένεται να συμφωνήσουν- επί της αρχής- στη δημιουργία ενός μόνιμου ευρωμηχανισμού αντιμετώπισης των οικονομικών κρίσεων ο οποίος θα τεθεί σε λειτουργία το 2013, οπότε εκπνέουν οι υπάρχοντες μηχανισμοί βοήθειας προς την Ελλάδα και τις άλλες χώρες του ευρώ. Προς τον σκοπό αυτόν αναμένεται να συμφωνήσουν ότι θα αναθεωρήσουν «ελαφρώς» τη Συνθήκη της Λισαβόνας, δηλαδή κατά τρόπο που να μην απαιτηθούν δημοψηφίσματα και άλλες περίπλοκες διαδικασίες.
Ωστόσο, ως προς τα ειδικά χαρακτηριστικά του μόνιμου ευρωμηχανισμού δεν φαίνεται να υπάρχει προς το παρόν έδαφος κατάλληλο για την επίτευξη συμβιβαστικών λύσεων.
Ετσι, σύμφωνα με όλες τις υπάρχουσες ενδείξεις, το ζήτημα θα παραπεμφθεί εκ νέου στους υπουργούς Οικονομικών οι οποίοι θα επιχειρήσουν να καταλήξουν σε συμφωνία ως τον ερχόμενο Μάρτιο, οπότε θα συνέλθει η επόμενη σύνοδος κορυφής της ΕΕ. Το πλέον συζητούμενο «αντισταθμιστικό μέτρο» είναι η έστω και μερική έκδοση ευρωομολόγων, η οποία- προς το παρόν τουλάχιστοναπορρίπτεται από τη Γερμανία και ορισμένες άλλες χώρες του ευρώ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο εξέφρασε χθες, ενώπιον της Ευρωβουλής, τη λύπη του για την ασυμφωνία επί του θέματος.
Ενα άλλο αντισταθμιστικό μέτρο θα ήταν η αγορά των προβληματικών κρατικών ομολόγων από τον μηχανισμό αντιμετώπισης των κρίσεων. Κάτι που επίσης απορρίπτεται, αφού στην περίπτωση αυτή υπάρχει ο κίνδυνος να καταστεί «τοξικός» ο ίδιος ο μηχανισμός, με όσα αυτό θα συνεπαγόταν για την πιστοληπτική του ικανότητα. Η «έφεση» του κ. Ζαν-Κλοντ Τρισέ προς την αγορά αυτών των ομολόγων έχει ήδη προκαλέσει την αντίδραση του Βερολίνου, ενώ ήδη άρχισαν να εντείνονται οι φήμες ότι απαιτείται αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΚΤ για να μπορέσει να συνεχίσει τις αγορές της. Τη φήμη αυτή επιβεβαίωσαν ως έναν βαθμό χθες κυβερνητικοί κύκλοι της Γερμανίας. Με δεδομένο αυτό το όχι ιδιαίτερα ειδυλλιακό κλίμα, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ θα επιχειρήσουν την Πέμπτη και την Παρασκευή να επικυρώσουν τα όσα έχουν ήδη συμφωνήσει για τη μελλοντική οικονομική διακυβέρνηση στην ΕΕ (βλ. ενίσχυση του Συμφώνου Σταθερότητας και αυστηρότερες ποινές για τα απείθαρχα δημοσιονομικώς κράτη) καθώς και να σκιαγραφήσουν τους όρους λειτουργίας του μόνιμου μηχανισμού κρίσεων.
Με βάση τις γαλλογερμανικές προτάσεις από το 2013 και μετά, δηλαδή μετά τη σύσταση του μόνιμου μηχανισμού, τα κρατικά ομόλογα των χωρών της ευρωζώνης θα περιέχουν μια ρήτρα βάσει της οποίας ο αγοραστής τους θα γνωρίζει ότι σε περίπτωση που η χώρα η οποία τα εξέδωσε βρεθεί σε κατάσταση οικονομικής αφερεγγυότητας θα χάνουν ενδεχομένως ένα τμήμα της αξίας τους. Αν μια χώρα προσφύγει στον μηχανισμό επειδή αντιμετωπίζει απλώς προβλήματα ρευστότητας (και όχι φερεγγυότητας) το ενδεχόμενο απωλειών για τους ιδιώτες ομολογιούχους (βλ. τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, επενδυτικά κεφάλαια κ.ά.) δεν θα τίθεται. Ωστόσο η εξέλιξη αυτή θα λειτουργεί ως κίνητρο προς τους ομολογιούχους να κρατήσουν αυτά τα ομόλογα. Και αυτό διότι θα γνωρίζουν πως αν αρχίσουν να προβαίνουν σε μαζικές πωλήσεις θα αυξάνουν τις πιθανότητες να καταστήσουν οικονομικώς αφερέγγυα τη χώρα που τα εξέδωσε και συνεπώς να υποστούν τις συνέπειες της μείωσης (haircut) της αξίας των ομολόγων της.
Από την άλλη πλευρά όμως, η έστω και μικρή πιθανότητα να κληθεί κάποια στιγμή στο μέλλον ο ιδιωτικός τομέας «να πληρώσει τα σπασμένα των κυβερνήσεων», θα καταστήσει απωθητικά τα ομόλογα των εκ παραδόσεως θεωρουμένων προβληματικών δημοσιονομικώς κρατών. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι το μείζον ζήτημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ευρωπαίοι ηγέτες. Γνωρίζοντας ωστόσο ότι οι αγορές στην παρούσα φάση κάθε άλλο παρά ευνοούν τις εντάσεις και τις διαφωνίες, θα επιχειρήσουν να εμφανισθούν ενωμένοι την Πέμπτη και την Παρασκευή στις Βρυξέλλες. Ετσι, σύμφωνα με όλες τις υπάρχουσες ενδείξεις, θα αφήσουν τις δύσκολες αποφάσεις για αργότερα, ελπίζοντας φυσικά ότι οι αγορές θα εκτιμήσουν την ορθοφροσύνη τους.
Ωστόσο, ως προς τα ειδικά χαρακτηριστικά του μόνιμου ευρωμηχανισμού δεν φαίνεται να υπάρχει προς το παρόν έδαφος κατάλληλο για την επίτευξη συμβιβαστικών λύσεων.
Ετσι, σύμφωνα με όλες τις υπάρχουσες ενδείξεις, το ζήτημα θα παραπεμφθεί εκ νέου στους υπουργούς Οικονομικών οι οποίοι θα επιχειρήσουν να καταλήξουν σε συμφωνία ως τον ερχόμενο Μάρτιο, οπότε θα συνέλθει η επόμενη σύνοδος κορυφής της ΕΕ. Το πλέον συζητούμενο «αντισταθμιστικό μέτρο» είναι η έστω και μερική έκδοση ευρωομολόγων, η οποία- προς το παρόν τουλάχιστοναπορρίπτεται από τη Γερμανία και ορισμένες άλλες χώρες του ευρώ. Ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο εξέφρασε χθες, ενώπιον της Ευρωβουλής, τη λύπη του για την ασυμφωνία επί του θέματος.
Ενα άλλο αντισταθμιστικό μέτρο θα ήταν η αγορά των προβληματικών κρατικών ομολόγων από τον μηχανισμό αντιμετώπισης των κρίσεων. Κάτι που επίσης απορρίπτεται, αφού στην περίπτωση αυτή υπάρχει ο κίνδυνος να καταστεί «τοξικός» ο ίδιος ο μηχανισμός, με όσα αυτό θα συνεπαγόταν για την πιστοληπτική του ικανότητα. Η «έφεση» του κ. Ζαν-Κλοντ Τρισέ προς την αγορά αυτών των ομολόγων έχει ήδη προκαλέσει την αντίδραση του Βερολίνου, ενώ ήδη άρχισαν να εντείνονται οι φήμες ότι απαιτείται αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της ΕΚΤ για να μπορέσει να συνεχίσει τις αγορές της. Τη φήμη αυτή επιβεβαίωσαν ως έναν βαθμό χθες κυβερνητικοί κύκλοι της Γερμανίας. Με δεδομένο αυτό το όχι ιδιαίτερα ειδυλλιακό κλίμα, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ θα επιχειρήσουν την Πέμπτη και την Παρασκευή να επικυρώσουν τα όσα έχουν ήδη συμφωνήσει για τη μελλοντική οικονομική διακυβέρνηση στην ΕΕ (βλ. ενίσχυση του Συμφώνου Σταθερότητας και αυστηρότερες ποινές για τα απείθαρχα δημοσιονομικώς κράτη) καθώς και να σκιαγραφήσουν τους όρους λειτουργίας του μόνιμου μηχανισμού κρίσεων.
Με βάση τις γαλλογερμανικές προτάσεις από το 2013 και μετά, δηλαδή μετά τη σύσταση του μόνιμου μηχανισμού, τα κρατικά ομόλογα των χωρών της ευρωζώνης θα περιέχουν μια ρήτρα βάσει της οποίας ο αγοραστής τους θα γνωρίζει ότι σε περίπτωση που η χώρα η οποία τα εξέδωσε βρεθεί σε κατάσταση οικονομικής αφερεγγυότητας θα χάνουν ενδεχομένως ένα τμήμα της αξίας τους. Αν μια χώρα προσφύγει στον μηχανισμό επειδή αντιμετωπίζει απλώς προβλήματα ρευστότητας (και όχι φερεγγυότητας) το ενδεχόμενο απωλειών για τους ιδιώτες ομολογιούχους (βλ. τράπεζες, ασφαλιστικά ταμεία, επενδυτικά κεφάλαια κ.ά.) δεν θα τίθεται. Ωστόσο η εξέλιξη αυτή θα λειτουργεί ως κίνητρο προς τους ομολογιούχους να κρατήσουν αυτά τα ομόλογα. Και αυτό διότι θα γνωρίζουν πως αν αρχίσουν να προβαίνουν σε μαζικές πωλήσεις θα αυξάνουν τις πιθανότητες να καταστήσουν οικονομικώς αφερέγγυα τη χώρα που τα εξέδωσε και συνεπώς να υποστούν τις συνέπειες της μείωσης (haircut) της αξίας των ομολόγων της.
Από την άλλη πλευρά όμως, η έστω και μικρή πιθανότητα να κληθεί κάποια στιγμή στο μέλλον ο ιδιωτικός τομέας «να πληρώσει τα σπασμένα των κυβερνήσεων», θα καταστήσει απωθητικά τα ομόλογα των εκ παραδόσεως θεωρουμένων προβληματικών δημοσιονομικώς κρατών. Η αντιμετώπιση αυτού του προβλήματος είναι το μείζον ζήτημα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι ευρωπαίοι ηγέτες. Γνωρίζοντας ωστόσο ότι οι αγορές στην παρούσα φάση κάθε άλλο παρά ευνοούν τις εντάσεις και τις διαφωνίες, θα επιχειρήσουν να εμφανισθούν ενωμένοι την Πέμπτη και την Παρασκευή στις Βρυξέλλες. Ετσι, σύμφωνα με όλες τις υπάρχουσες ενδείξεις, θα αφήσουν τις δύσκολες αποφάσεις για αργότερα, ελπίζοντας φυσικά ότι οι αγορές θα εκτιμήσουν την ορθοφροσύνη τους.
tovima.gr