Το τηλεγράφημα, με ημερομηνία 18 Απριλίου 2008, αναφέρεται στις επιφυλάξεις που ήγειρε η βρετανική κυβέρνηση στη χρήση Βάσεων του Ηνωμένου Βασιλείου για κατασκοπευτικές πτήσεις αμερικανικών αεροσκαφών και στην ανάγκη όπως τα αιτήματα για τη χρήση βρετανικών Βάσεων συνοδεύονται από επαρκείς πληροφορίες, με τις οποίες οι υπουργοί θα μπορούσαν να εξετάσουν κατά πόσον ευαίσθητες αποστολές ενδεχομένως να θέσουν το Ηνωμένο Βασίλειο στον κίνδυνο να θεωρηθεί συμμέτοχο σε παράνομες πράξεις.
Το τηλεγράφημα παραθέτει επιστολή, ημερομηνίας 9 Απριλίου 2008, που απέστειλε αξιωματούχος της βρετανικής Αντιτρομοκρατικής Υπηρεσίας προς αξιωματούχο της αμερικανικής πρεσβείας στο Λονδίνο τον οποίο ευχαριστεί για την βοήθειά του «στην επίλυση των τρεχόντων ζητημάτων αναφορικά με την εξουσιοδότηση της βρετανικής κυβέρνησης στην πτήση των αεροσκαφών U2 από το Ακρωτήρι».
Αναφέρεται, επίσης, «στις διαδικασίες για την αναγνώριση και συζήτηση των τακτικών κατασκοπευτικών πτήσεων, που διενεργούν οι ΗΠΑ από το Ακρωτήρι».
Ωστόσο, ο Βρετανός αξιωματούχος εκφράζει επιφυλάξεις για τους κινδύνους για την κυβέρνησή του, σε περίπτωση που οι πτήσεις αυτές γίνουν γνωστές σε άλλες κυβερνήσεις, οι οποίες πιθανώς να αντιτεθούν στη διενέργεια των πτήσεων αυτών.
«Ιδιαίτερα, υπάρχουν ευαισθησίες με την κυβέρνηση της Κύπρου σε σχέση με τη χρήση των κυρίαρχων βρετανικών Βάσεων στην Κύπρο», αναφέρεται στο τηλεγράφημα.
«Είμαι σίγουρος ότι θα αντιληφθείς τις ευαισθησίες που εμπλέκονται στη χρήση των βρετανικών βάσεων για μυστικές και δυνητικά αμφιλεγόμενες αποστολές», αναφέρει ο Βρετανός αξιωματούχος.
Στο σχόλιό του, ο συντάκτης του τηλεγραφήματος χαρακτηρίζει τα αιτήματα αυτά των Βρετανών ως ένα «ανεπιθύμητο στρώμα γραφειοκρατίας».
Πηγή: ΚΥΠΕ