έμβρυο, σε πολύ πρώιμο στάδιο της κύησης. Πρόκειται για την παρακέντηση εξωεμβρυϊκής κοιλότητας, που στην Ιταλία, ονομάσθηκε "celocentesi".
Οι μελέτες, οφείλονται στην συνεργασία του δημόσιου νοσοκομείου V. Cervello του Παλέρμο Σικελίας, με τον αναπληρωτή καθηγητή μαιευτικής -γυναικολογίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων Γιώργο Μακρυδήμα.
Πιο συγκεκριμένα, απορροφάται μικρή ποσότητα υγρού, από την εξωεμβρυϊκή κοιλότητα, στο διάστημα από την έκτη μέχρι την ένατη εβδομάδα της κύησης, δηλαδή πέντε εβδομάδες νωρίτερα, από τις άλλες διαγνωστικές μεθόδους προγεννητικού ελέγχου", όπως εξήγησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Έλληνας γυναικολόγος Γιώργος Μακρυδήμας.
Η μέθοδος άρχισε να εφαρμόζεται στην Μεγάλη Βρετανία το 1993, αλλά, μόνον το 1997, με μελέτη που έγινε στα Γιάννενα, διαπιστώθηκε ότι μπορεί να αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας, για την διάγνωση της μεσογειακής αναιμίας στο έμβρυο. Στην συνέχεια, μια σειρά από άλλες μελέτες, στην πρωτεύουσα της Ηπείρου, απέδειξαν την βραχυπρόθεσμη ασφάλεια της μεθόδου για την ολοκλήρωση της κύησης και για το έμβρυο, με ποσοστό αποβολών εξαιρετικά μικρό, χαμηλότερο του 2%.
Από το 2004, ο Σικελός καθηγητής Αουρέλιο Μάτζιο, υπεύθυνος γνωστού κέντρου για την πρόληψη της μεσογειακής αναιμίας, πρωτοπόρο στην ενδομήτρια θεραπεία, ζήτησε από τον Έλληνα καθηγητή να συνεργασθούν, για την εφαρμογή της μεθόδου.
Όπως υπογραμμίσθηκε, στην συνέντευξη τύπου που οργανώθηκε στην Ρώμη, οι περαιτέρω μελέτες πραγματοποιήθηκαν από κοινού με τον Κύπριο καθηγητή Κύπρο Νικολαΐδη, ιδιαίτερα πεπειραμένο στον προγεννητικό έλεγχο και την εμβρυϊκή ιατρική.
"Τα αποτελέσματα σε ό,τι αφορά τη διάγνωση της μεσογειακής αναιμίας, διαμέσου της μεθόδου αυτής, είναι πολύ σημαντικά και θα δημοσιευθούν σύντομα στο διεθνές επιστημονικό περιοδικό British Journal of Haematology", τόνισε ο καθηγητής Γιώργος Μακρυδήμας. Παράλληλα, συνεχίζονται και οι έρευνες για την ασφάλεια της μεθόδου, που σύμφωνα με τον Έλληνα και τους ιταλούς επιστήμονες, κρίνεται απόλυτα ικανοποιητική.
Ο επόμενος στόχος, της ελληνοϊταλικής αυτής συνεργασίας, είναι η ενδομήτρια θεραπεία, με τη δυνατότητα μεταμόσχευσης μυελού των οστών στο έμβρυο, αλλά και η προσπάθεια για εμβρυϊκή διάγνωση του συνδρόμου "down". Για να μπορέσει όμως να πραγματοποιηθεί το τελευταίο αυτό βήμα, θα πρέπει πρώτα να εντοπίζονται, τα άτομα που ανήκουν σε κατηγορία "αυξημένου κινδύνου", για να μπορούν, στην συνέχεια, να επωφελούνται της συγκεκριμένης διαγνωστικής μεθόδου για το σύνδρομο "down".
AΠΕ