Τα πρώτα τραπέζια ήταν μόνιμα κλεισμένα από όλα τα καλόπαιδα και στα πίσω καθόμασταν
οι υπόλοιποι. Δίνανε και παίρνανε τα γλέντια, τα τραγούδια, οι χοροί, τα γέλια. Χαίρονταν οι
μπροστινοί, πέταγαν λουλούδια με τα κιλά. Χαιρόμασταν και εμείς – για να χαίρονται αυτοί
κάτι παραπάνω ξέρουνε - , πιο συγκρατημένα από τα πρωτοπαλλίκαρα, αλλά μια χαρά την είχαμε δεν μπορείς να πεις...
Και να σου τα γλέντια... έχει ο Θεός που λένε.
Μια μέρα όμως, τα πρώτα τραπέζια ξαφνικά έφυγαν.... Και δεν πλήρωσαν το λογαριασμό....
Στην έξοδο έδειξαν εμάς – τα πίσω τραπέζια -. Και μείναμε εμείς να κοιταζόμαστε σαν χάνοι...
Μας τσάκωσαν λοιπόν οι μαγαζάτορες και λένε παιδιά, κόψτε το λαιμό σας θέλουμε
τα λεφτά μας... Ναι αλλά ουκ αν λάβεις παρά του μη έχοντος...
Οπότε, μας κλείσανε μέσα στο μαγαζί και άρχισαν να μας βασανίζουν μέχρι τελικής πτώσεως..
Έτσι, ζήσανε αυτοί καλά και εμείς ........ δεν επιζήσαμε!!!!!
ΑΝΑΓΝΩΣΤΡΙΑ