Την άνοιξη του 1940, λίγο μετά το διαμελισμό της Πολωνίας από την εισβολή της Γερμανίας και της ΕΣΣΔ, 22.000 Πολωνοί αξιωματικοί, αιχμάλωτοι του Κόκκινου Στρατού, καθηγητές, ιατροί, ποιητές, λογοτέχνες, καλλιτέχνες, τοπικοί παράγοντες του κράτους και ένα μεγάλο μέρος των επιφανέστερων Πολωνών, εκτελέστηκαν στο Κατύν, στη Μεντνόγε (Ρωσσία) και στο Χαρκίβ (Ουκρανία).
Με την έναρξη της επιχείρησης «Μπαρμπαρόσα», της επίθεσης του Γ’ Ράιχ στην ΕΣΣΔ, ανακαλύφθηκαν ομαδικοί τάφοι χιλιάδων ανθρώπων στο δάσος του Κατύν και το έγκλημα αυτό βγήκε στο φως. Την ίδια στιγμή που οι Γερμανοί παρουσίαζαν τις αποδείξεις της εγκληματικής αυτής πράξης, οι δυτικοί Σύμμαχοι συγκάλυψαν εξ’ ολοκλήρου το συμβάν ώστε να μην θιγεί πολιτικά η συστράτευσή τους στο πλευρό των αποδεδειγμένα εγκληματιών Σοβιετικών. Σε απάντηση της, επί δεκαετίες η ΕΣΣΔ κατηγορούσε τους Γερμανούς Εθνικοσοσιαλιστές για τις εκτελέσεις αυτές. Î! �όλις τον Απρίλιο του 1990 ο τότε επικεφαλής της υπό κατάρρευση Σοβιετίας, Μιχαήλ Γκορμπατσόφ, παραδέχθηκε την ευθύνη της χώρας του για τις εκτελέσεις.
Παρόλα αυτά, τα στοιχεία που υπάρχουν στα σοβιετικά αρχεία αλλά και οι επίσημες αναγνωρίσεις ή καταδίκες της πράξης αυτής στη Ρωσσία, δεν δέχονται μεγάλης προβολής όπως η συγκεκριμένη εξαιτίας των εκάστοτε προστριβών μεταξύ των δυο κρατών.
Ένας ανεξάρτητος δημοσιογράφος