tromaktiko: Εξουσία και λιβάνι

Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου 2011

Εξουσία και λιβάνι



Στους πειρασμούς της ερήμου συναντάμε έναν άγνωστο ακόμη στους ανθρώπους Χριστό να απορρίπτει την επιβολή διά του θαύματος, του κύρους και της εξουσίας. Μόνο που αυτοί οι γλυκύτατοι πειρασμοί δεν έφυγαν «εις χώραν μακράν». Αντιθέτως, περιτριγυρίζουν ακόμη τα μέλη της Εκκλησίας και αυτοσυστήνονται ως καταξίωση. Ο πλέον περίφημος είναι αυτός της εξουσίας, ο οποίος συνοδευόμενος από το κύρος και το θάμπωμα ψιθυρίζει ότι ταιριάζει με το λιβάνι.
Το θεολογικό αποτύπωμα της Εκκλησίας και ο σωτήριος ρόλος της δεν περιλαμβάνουν την εγκόλπωση εξουσιών κοσμικού τύπου. Η μόνη εξουσία που αναγνωρίζει και προβάλλει η Εκκλησία είναι αυτή που πηγάζει μέσα από τον κενό Τάφο του Κυρίου και καταργεί το θάνατο και τη φθορά. Αυτή είναι που εμπνέει μια νέα πολιτεία ισότητας, χαράς, αγάπης και αδελφοσύνης με κεφαλή το Χριστό. Οι άλλες εξουσίες παραπέμπουν σε ένα δυναστικό θρησκευτικό κατεστημένο.
Ο όρος «θρησκευτική εξουσία» παραπέμπει στην υποβάθμιση του λυτρωτικού εκκλησιαστικού γεγονότος σε μια αγωνιώδη προσπάθεια του ανθρώπου να ενταχθεί σε ένα σύστημα όπου θα κυριαρχεί και θα κυριαρχείται. Σε αυτό το σύστημα, η σωτηρία προβάλλει ως μια επιβράβευση για τη σωστή, ατομική τήρηση του νόμου και κυρίως για την εξασφάλιση ότι όλες οι διατάξεις τηρήθηκαν με ενδεδειγμένο τρόπο από τους εξουσιασθέντες. Τότε, η αποκάλυψη του σαρκωθέντος Θεού κατανοείται ως αναζήτηση του άπιαστου και αγνώστου που πάντοτε διαφεύγει. Η δωρεά της σωτηρίας αντικαθίσταται από την υποταγή σε απόλυτες συντεταγμένες εξευμένισης της τιμωρού θείας δύναμης και ως τήρηση των εντολών που πηγάζουν από τα σιδερόφρακτα κουτάκια του μυαλού.
Είναι τέτοια η θέση και η αποστολή της Εκκλησίας στον κόσμο που η εξουσία γεννάει τη φαλκίδευση και την εκκοσμίκευση και η εκκοσμίκευση οδηγεί στην εξουσία, εάν η γλύκα του πειρασμού δελεάσει τα μέλη της. Θέλεις να δούμε δυο «αυτονόητα»;
α) Με ποια εκκλησιαστική λογική σε κείμενα και προσφωνήσεις πριν από το μοναχικό όνομα των επισκόπων υπάρχει το «κύριος» αντί του ορθότερου «πατήρ»; Ποια ανθρώπινη κυριότητα είναι αυτή που υπερτερεί της πνευματικής πατρότητας; Γιατί στην αναγνώριση της σεβασμιότητας του ρόλου και στο ζητούμενο της αγιότητας του προσώπου πρέπει να προστεθεί και το «κ.»; Όταν βέβαια βλέπω κι εκείνο το ανεκδιήγητο «κ.κ.», σκέφτομαι την κατακρεούργηση της ελληνικής γλώσσας για την εξυπηρέτηση ενός θεολογικού ολισθήματος. Γιατί δεν βάζουμε και ένα τρίτο ή και τέταρτο «κ.»; Αστεία ή θλιβερά πράγματα; Από κυρίους χορτάσαμε, πνευματικούς πατέρες θέλουμε.
β) Η σιγουριά και η αυτοεπιβεβαίωση που προκύπτει από το να τα έχεις καλά με την πολιτική (και όχι μόνο) εξουσία και η δυναμική γοητεία που εκπέμπουν οι φορείς της οδηγούν συχνά σε εκκλησιαστικές εκτροπές. Και σε ρωτώ ευθύς: Όταν προσέρχεται ένα πολιτικό πρόσωπο στο ναό κατά τη διάρκεια κάποιας ακολουθίας είναι ένας κοσμικός άρχοντας που τιμά μια θρησκευτική εκδήλωση ή ένα μέλος της Εκκλησίας ισότιμο με όλα τα άλλα που συμμετέχει στη σύναξη και αναγνωρίζει ως μόνη κεφαλή της Εκκλησίας το Χριστό; Εάν ισχύει το δεύτερο, τότε πιο νόημα έχουν οι φυλαγμένες «διακεκριμένες θέσεις»; Να το θέσω κι αλλιώς. Ο επισκοπικός θρόνος έχει λειτουργικό (και όχι δεσποτικό – εξουσιαστικό) ρόλο, αφού ο επίσκοπος είναι «εις τύπον και τόπον Χριστού». Ποια η θεολογική, λειτουργική και εκκλησιαστική θεμελίωση των άλλων διακεκριμένων θέσεων για φορείς της κάθε λογής εξουσίας;
Πρόσφατα, βρέθηκα σε ένα ναό όπου υπήρχαν (κακώς) δύο τέτοιες θέσεις. Πήγαν και κάθισαν εκεί δύο παιδάκια. Οι υπόλοιπες θέσεις ήταν γεμάτες εκτός από δυο τρεις απομονωμένες. Τι ωραία εικόνα, αφού και ο Χριστός πρόβαλε τα παιδιά και τα χαρακτηριστικά της παιδικότητας ως κριτήριο για την είσοδο στη Βασιλεία των Ουρανών! Η εικόνα άλλαξε όταν εισήλθε στο ναό ένα πολιτικό πρόσωπο. Αφού η πλειοψηφία των παρισταμένων έστρεψε το βλέμμα πάνω του επιδιώκοντας να αποσπάσει ένα βλέμμα ή χαμόγελο και αφού μοιράστηκαν οι «απαραίτητες» χειραψίες, έσπευσαν οι επίτροποι να λύσουν το πρόβλημα της θέσης του απομακρύνοντας τα απορημένα παιδάκια. Νομίζω ότι η εικόνα αυτή μοιάζει απόλυτα οικεία, αναμενόμενη, φυσιολογική και κατανοητή σε όλους τους θρησκευόμενους. Σε όλους, εκτός από τα παιδάκια. Προκαλώ οποιονδήποτε να δώσει μια πειστική και θεολογικά ορθή απάντηση στην ενδεχόμενη ερώτηση ενός παιδιού: «Μαμά, γιατί με σήκωσαν αφού είναι άδεια εκείνη η θέση πίσω από την κολόνα»;

Παναγιώτης Ασημακόπουλος
Θεολόγος καθηγητής
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!