επιδιώκοντας διεθνή προστασία σύμφωνα με τους όρους της Συνθήκης της Γενεύης. Ο κύριος στόχος του Κανονισμού είναι η αποτροπή του αιτούντος να καταθέσει πολλαπλές αιτήσεις ασυλίας σε περισσότερα του ενός κράτη-μέλη, τον περιορίζει να κάνει αίτηση ασύλου μόνο στην χώρα εισόδου του και επίσης αποτρέπει τον εισερχόμενο σε κράτος-μέλος της Ένωσης από το να ταξιδέψει σε άλλα κράτη-μέλη. Σύμφωνα με τον Κανονισμό, την ευθύνη για την προστασία του ατόμου που εισήλθε με όχι-νομότυπο τρόπο σε κράτος-μέλος της ΕΕ φέρει η χώρα εισόδου. Αυτό το γεγονός επιβαρύνει δυσανάλογα τις χώρες που βρίσκονται στα όρια της ΕΕ και ιδιαίτερα την Ελλάδα, από το έδαφος της οποίας, λόγω της γεωγραφικής της θέσης, εισέρχονται περισσότερα άτομα σε σχέση με τα υπόλοιπα περιφερειακά κράτη της ΕΕ. Επιπλέον, αν καταφέρουν να ταξιδέψουν οι παράνομοι μετανάστες από τη χώρα εισόδου σε άλλα κράτη-μέλη της Ένωσης, σύμφωνα με το Δουβλίνο ΙΙ, τα κράτη αυτά μπορούν να στείλουν τους μετανάστες αυτούς πίσω στη χώρα εισόδου. Επί παραδείγματι, η Ολλανδία έχει ως σήμερα στείλει περισσότερα από 1100 άτομα πίσω στην Ελλάδα, ενώ παρόμοια πολιτική εφαρμόζουν και άλλα κράτη βάσει αυτού του Κανονισμού.
Πέραν των δομικών προβλημάτων του Κανονισμού του Δουβλίνου ΙΙ, του οποίου ο χαρακτήρας, σύμφωνα και με το Συμβούλιο της Ευρώπης, παραβιάζει συγκεκριμένα Δικαιώματα του Ανθρώπου, και πέραν της μεγάλης συζήτησης που γίνεται στην Ευρώπη για την αναθεώρησή του, το πρόβλημα στην Ελλάδα γίνεται ακόμη πιο έντονο καθώς, λόγω των συγκεκριμένων οικονομικών της προβλημάτων, δυσχεραίνεται και επιβαρύνεται η οικονομική βιωσιμότητα του συστήματος περίθαλψης και πρόνοιάς της χώρας λόγο του μεγάλου όγκου παράνομων μεταναστών. Οι δυσκολίες αυτές είναι προφανείς στους Ευρωπαίους ετέρους μας (π.χ. Ισπανία, Σουηδία, Φινλανδία) οι οποίοι με δικαστικές αποφάσεις τους, προτιμούν να μην επιστρέφουν τους παράνομους μετανάστες στην Ελλάδα γιατί θεωρούν ότι η χώρα παρέχει σε αυτούς ελάχιστη προστασία, και ιδιαίτερα στα παιδιά.
Η Ελλάδα, αν και ρητά επιθυμεί την αναθεώρηση του Κανονισμού του Δουβλίνου ΙΙ θα ήθελε ωστόσο να μπορεί να ανταποκριθεί πλήρως στις υποχρεώσεις της που απορρέουν από αυτόν. Όμως δυσχεραίνεται η προσπάθεια της από την επικρατούσα στη χώρα οικονομική κατάσταση και τις τεράστιες πιέσεις που αυτή η κατάσταση προκαλεί στο σύστημα δημόσια υγείας καθώς και τον τεράστιο όγκο εισροής παράνομων μεταναστών.
Στην βάση των παραπάνω, ο Υπουργός Υγείας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης ερωτάται:
(1) Έχει κοστολογηθεί το επιπρόσθετο κόστος περίθαλψης και πρόνοιας που παρέχεται στους παράνομους μετανάστες;
(2) Έχουν γίνει τα αρμόδια όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης κοινωνοί του συγκεκριμένου προβλήματος που αντιμετωπίζει το Υπουργείο, και αν ναι, έχουν δείξει την αλληλεγγύη τους στο πρόβλημα αυτό με έμπρακτο τρόπο;
(3) Υπάρχει πρόθεση, η Ελλάδα, λόγω της ειδικής οικονομικής της κατάστασης και της γεωγραφικής θέσης της να ζητήσει ειδική οικονομική ενίσχυση από την ΕΕ λόγω αδυναμίας της να ανταποκριθεί στις δυσανάλογες υποχρεώσεις που απορρέουν από τον κανονισμό του Δουβλίνου ΙΙ;
Η Βουλευτής
Εύα – Ευδοξία Καϊλή