Με τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, με επίκεντρο τη Λιβύη, έχουμε μία ακόμη περίπτωση “ανθρωπιστικής“ επέμβασης που...
αναζωπυρώνει τη συζήτηση περί της περιβόητης «ευθύνης προστασίας» (responsibility to protect). Μία έννοια ιδιαίτερα αμφιλεγόμενη, καθώς στο παρελθόν υλοποιήθηκε σε περιπτώσεις όπως το Kοσσυφοπέδιο και το ανατολικό Τιμόρ (τμήμα της Ινδονησίας που απέκτησε την ανεξαρτησία του πριν από περίπου 10 χρόνια), ενώ στη γενοκτονία της Ρουάντα η διεθνής κοινότητα παρακολουθούσε αμέτοχη τη σφαγή εκατοντάδων χιλιάδων αμάχων.
Παραμένει ανοιχτό το ερώτημα αν η διεθνής κοινότητα έχει το δικαίωμα στρατιωτικής επέμβασης σε περιπτώσεις κατά τις οποίες απειλείται η ζωή μεγάλου αριθμού αμάχων. Η άμεση απάντηση στο ερώτημα θα ήταν καταφατική αν δεν υπήρχε το πρόβλημα των διαφορετικών κριτηρίων εφαρμογής. Όταν ο κατηγορούμενος είναι σύμμαχος μεγάλης δύναμης ή είναι ο ίδιος μεγάλη δύναμη ή δεν διακυβεύονται σημαντικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων, τότε η αρχή της ανθρωπιστικής επέμβασης δεν εφαρμόζεται. Και σε ορισμένες περιπτώσεις που έχει εφαρμοσθεί είναι σαφές ότι εξυπηρετούνται και άλλα συμφέροντα. Με λίγα λόγια, υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Στην περίπτωση της Λιβύης είναι ξεκάθαρο ότι ο Καντάφι δεν θα μεταχειριζόταν με ήπιο τρόπο τους αντιφρονούντες σε περίπτωση τελικής επικράτησης. Αλλά τίθεται το ερώτημα περί των ορίων της στρατιωτικής επέμβασης από πλευράς δυτικών δυνάμεων. Νομιμοποιείται η ανατροπή του καθεστώτος και η αντικατάσταση του από δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ή κάτι τέτοιο θα ξεπερνούσε τα όρια της Απόφασης 1973 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ;
Η Απόφαση 1973 είναι σκοπίμως γενικόλογη, σε ορισμένα σημεία, για να επιτρέψει μια σχετική ευελιξία στην εφαρμογή της. Ο Λίβυος ηγέτης, σε μια εποχή όπου οι δυτικές δυνάμεις επικρίθηκαν για τη συνεργασία τους με αυταρχικά καθεστώτα στον αραβικό κόσμο και φέρθηκαν αμήχανα στην περίπτωση της Τυνησίας και της Αιγύπτου, αφελώς έδωσε την ευκαιρία στη Γαλλία αλλά και τη Βρετανία (χώρες με τις οποίες έχει παλαιούς και μάλλον ανοιχτούς λογαριασμούς) να επιδείξουν μια πιο σθεναρή στάση απέναντί του (χωρίς κανείς να υιοθετεί την άποψη ότι τα κίνητρα επέμβασης σε μια χώρα με τα πετρελαϊκά αποθέματα της Λιβύης είναι αμιγώς ανθρωπιστικά). Και, ασφαλώς, στο σημείο που φθάσαμε η κρίση στη Λιβύη δεν μπορεί να τερματιστεί παρά μόνο με την αλλαγή καθεστώτος. Ελπίζει κανείς αυτό να συμβεί γρήγορα και σχετικά αναίμακτα, αν και δεν υπάρχει, δυστυχώς, καμία εγγύηση για μια τέτοια εξέλιξη. Το βέβαιο είναι ότι ελάχιστοι θα θρηνήσουν την εκδίωξη από την εξουσία ενός εξαιρετικά απρόβλεπτου ηγέτη, που κυβέρνησε αυταρχικά τη χώρα του για σχεδόν 42 χρόνια.
Ορισμένοι θα ρωτούσαν αν υπάρχει κάποια σύνδεση στα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων που περιλαμβάνουν τις εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Πιστεύω ότι η κάθε περίπτωση έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητες της. H εξέγερση στην Τυνησία έθεσε σε κίνηση ντόμινο αλλαγών, που εκδηλώθηκε με διαφορετική ένταση και διαφορετικά χαρακτηριστικά και σε κάποιες περιπτώσεις -όπως αυτή της Λιβύης- έφθασε σε σημείο έκρηξης. Το γεγονός ότι ο Καντάφι έχει προκαλέσει, στο πιο μακρινό παρελθόν, προβλήματα στην περιοχή και σοβαρές τριβές και εντάσεις στις σχέσεις του με χώρες της Δύσης, κατέστησε μια πιο δυναμική αντίδραση, στα όσα συμβαίνουν στο εσωτερικό της Λιβύης, πιο εύκολη για τη διεθνή κοινότητα.
Η Ελλάδα ήταν ως σήμερα, ένας μάλλον παθητικός παρατηρητής στην περιοχή Μεσογείου και Μέσης Ανατολής, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν και ιστορικές σχέσεις και μια θετική εικόνα της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή. Το αν θα αποφασίσουμε, όμως, να εμπλακούμε πιο ενεργά είναι μια απόφαση που συνεπάγεται και τον απαραίτητο στρατηγικό σχεδιασμό. Ήδη έγινε μία αρχή με την αναβάθμιση των ελληνοϊσραηλινών σχέσεων. Κίνηση που εγκυμονεί μεν κινδύνους για τις καλές ελληνοαραβικές σχέσεις, αλλά και που προσδοκάται να αποφέρει στρατηγικά και οικονομικά οφέλη για την Ελλάδα. Αν σε αυτή την ιδιαίτερα ρευστή περίοδο η Ελλάδα θελήσει να παίξει ένα πιο ενεργό ρόλο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής προς τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, θα πρέπει να οικοδομήσει συμμαχίες με τους ευρωπαίους εταίρους της και να κινηθεί με μεγάλη προσοχή αλλά και ιδιαίτερα στοχευμένο τρόπο. Η κάθε κρίση εγκυμονεί κινδύνους, αλλά εμπεριέχει και το στοιχείο της ευκαιρίας, ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου η χώρα μας προσπαθεί να βελτιώσει τη διεθνή της εικόνα και να αποκτήσει έναν πιο ενεργό περιφερειακό ρόλο
Παραμένει ανοιχτό το ερώτημα αν η διεθνής κοινότητα έχει το δικαίωμα στρατιωτικής επέμβασης σε περιπτώσεις κατά τις οποίες απειλείται η ζωή μεγάλου αριθμού αμάχων. Η άμεση απάντηση στο ερώτημα θα ήταν καταφατική αν δεν υπήρχε το πρόβλημα των διαφορετικών κριτηρίων εφαρμογής. Όταν ο κατηγορούμενος είναι σύμμαχος μεγάλης δύναμης ή είναι ο ίδιος μεγάλη δύναμη ή δεν διακυβεύονται σημαντικά συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων, τότε η αρχή της ανθρωπιστικής επέμβασης δεν εφαρμόζεται. Και σε ορισμένες περιπτώσεις που έχει εφαρμοσθεί είναι σαφές ότι εξυπηρετούνται και άλλα συμφέροντα. Με λίγα λόγια, υπάρχει ένα σοβαρό ζήτημα δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Στην περίπτωση της Λιβύης είναι ξεκάθαρο ότι ο Καντάφι δεν θα μεταχειριζόταν με ήπιο τρόπο τους αντιφρονούντες σε περίπτωση τελικής επικράτησης. Αλλά τίθεται το ερώτημα περί των ορίων της στρατιωτικής επέμβασης από πλευράς δυτικών δυνάμεων. Νομιμοποιείται η ανατροπή του καθεστώτος και η αντικατάσταση του από δυνάμεις της αντιπολίτευσης, ή κάτι τέτοιο θα ξεπερνούσε τα όρια της Απόφασης 1973 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ;
Η Απόφαση 1973 είναι σκοπίμως γενικόλογη, σε ορισμένα σημεία, για να επιτρέψει μια σχετική ευελιξία στην εφαρμογή της. Ο Λίβυος ηγέτης, σε μια εποχή όπου οι δυτικές δυνάμεις επικρίθηκαν για τη συνεργασία τους με αυταρχικά καθεστώτα στον αραβικό κόσμο και φέρθηκαν αμήχανα στην περίπτωση της Τυνησίας και της Αιγύπτου, αφελώς έδωσε την ευκαιρία στη Γαλλία αλλά και τη Βρετανία (χώρες με τις οποίες έχει παλαιούς και μάλλον ανοιχτούς λογαριασμούς) να επιδείξουν μια πιο σθεναρή στάση απέναντί του (χωρίς κανείς να υιοθετεί την άποψη ότι τα κίνητρα επέμβασης σε μια χώρα με τα πετρελαϊκά αποθέματα της Λιβύης είναι αμιγώς ανθρωπιστικά). Και, ασφαλώς, στο σημείο που φθάσαμε η κρίση στη Λιβύη δεν μπορεί να τερματιστεί παρά μόνο με την αλλαγή καθεστώτος. Ελπίζει κανείς αυτό να συμβεί γρήγορα και σχετικά αναίμακτα, αν και δεν υπάρχει, δυστυχώς, καμία εγγύηση για μια τέτοια εξέλιξη. Το βέβαιο είναι ότι ελάχιστοι θα θρηνήσουν την εκδίωξη από την εξουσία ενός εξαιρετικά απρόβλεπτου ηγέτη, που κυβέρνησε αυταρχικά τη χώρα του για σχεδόν 42 χρόνια.
Ορισμένοι θα ρωτούσαν αν υπάρχει κάποια σύνδεση στα γεγονότα των τελευταίων εβδομάδων που περιλαμβάνουν τις εξεγέρσεις στην Τυνησία και την Αίγυπτο. Πιστεύω ότι η κάθε περίπτωση έχει τα δικά της χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητες της. H εξέγερση στην Τυνησία έθεσε σε κίνηση ντόμινο αλλαγών, που εκδηλώθηκε με διαφορετική ένταση και διαφορετικά χαρακτηριστικά και σε κάποιες περιπτώσεις -όπως αυτή της Λιβύης- έφθασε σε σημείο έκρηξης. Το γεγονός ότι ο Καντάφι έχει προκαλέσει, στο πιο μακρινό παρελθόν, προβλήματα στην περιοχή και σοβαρές τριβές και εντάσεις στις σχέσεις του με χώρες της Δύσης, κατέστησε μια πιο δυναμική αντίδραση, στα όσα συμβαίνουν στο εσωτερικό της Λιβύης, πιο εύκολη για τη διεθνή κοινότητα.
Η Ελλάδα ήταν ως σήμερα, ένας μάλλον παθητικός παρατηρητής στην περιοχή Μεσογείου και Μέσης Ανατολής, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν και ιστορικές σχέσεις και μια θετική εικόνα της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή. Το αν θα αποφασίσουμε, όμως, να εμπλακούμε πιο ενεργά είναι μια απόφαση που συνεπάγεται και τον απαραίτητο στρατηγικό σχεδιασμό. Ήδη έγινε μία αρχή με την αναβάθμιση των ελληνοϊσραηλινών σχέσεων. Κίνηση που εγκυμονεί μεν κινδύνους για τις καλές ελληνοαραβικές σχέσεις, αλλά και που προσδοκάται να αποφέρει στρατηγικά και οικονομικά οφέλη για την Ελλάδα. Αν σε αυτή την ιδιαίτερα ρευστή περίοδο η Ελλάδα θελήσει να παίξει ένα πιο ενεργό ρόλο στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής πολιτικής προς τη Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή, θα πρέπει να οικοδομήσει συμμαχίες με τους ευρωπαίους εταίρους της και να κινηθεί με μεγάλη προσοχή αλλά και ιδιαίτερα στοχευμένο τρόπο. Η κάθε κρίση εγκυμονεί κινδύνους, αλλά εμπεριέχει και το στοιχείο της ευκαιρίας, ιδιαίτερα σε μια εποχή όπου η χώρα μας προσπαθεί να βελτιώσει τη διεθνή της εικόνα και να αποκτήσει έναν πιο ενεργό περιφερειακό ρόλο
aixmi.gr