Είναι αλήθεια ότι η εφαρμογή του Μνημονίου σ’ ορισμένες περιπτώσεις οδήγησε σε εξυγιαντικές τομές. Από την άλλη πλευρά, όμως, είχε βαρύτατο τίμημα. Βύθισε την...
ελληνική οικονομία στο φαύλο κύκλο της ύφεσης. Εάν αφαιρέσουμε τις εκτιμήσεις σκοπιμότητας, όλοι σχεδόν συμφωνούν ότι το 2011 θα είναι πολύ πιο δύσκολο έτος, χωρίς προς το παρόν να διαφαίνεται ελπίδα ότι η κατάσταση θα βελτιωθεί το 2012.
Όταν υπέγραφε το Μνημόνιο, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε συνείδηση ότι θα περνούσε μία πολύ δύσκολη περίοδο. Πίστευε, όμως, ότι από το δεύτερο εξάμηνο του 2011 η Ελλάδα θα μπορούσε να ξαναδανεισθεί από τις Αγορές και από τις αρχές του 2012 η οικονομία θα εισερχόταν σε ανοδική τροχιά. Μία τέτοια εξέλιξη θα του επέτρεπε όχι μόνο να εκτονώσει την κοινωνική πίεση, αλλά και στις εκλογές του 2013 να εμφανισθεί σαν σωτήρας, σαν ο ηγέτης που απέτρεψε τη χρεοκοπία.Μετά τη διάψευση των κυβερνητικών υπολογισμών, ο πρωθυπουργός στράφηκε προς την Ε.Ε.. Στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής, οι εταίροι έδωσαν μία γερή ανάσα, αλλά το αντίτιμο που πήραν είναι πολύ βαρύ. Η Ελλάδα, όχι μόνο θα εκποιήσει σε μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες τις κερδοφόρες ΔΕΚΟ και τα φιλέτα της δημόσιας περιουσίας, αλλά και θα τεθεί σ’ ένα αορίστου χρόνου καθεστώς οικονομικής κηδεμονίας.
Η πολιτική δημιουργίας ελλειμμάτων, προκειμένου να διατηρηθεί ένα επίπεδο ευημερίας, έχει οριστικά τελειώσει. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι βιώνουμε το τέλος μίας εποχής. Η παρούσα κρίση δεν μοιάζει με τις προηγούμενες. Δεν είναι μία παρένθεση. Θα έχει ως συνέπειά της όχι απλώς κάποια αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα, αλλά το βίαιο ντρεσάρισμα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Ακόμα και στην πιο ευνοϊκή περίπτωση θα πρέπει για χρόνια να ισορροπήσει σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.
Τα ερείπια, που ήδη προκαλεί η πολιτική του Μνημονίου, το επόμενο διάστημα θα πολλαπλασιασθούν. Όσο, μάλιστα, θα περνάει ο χρόνος και θα καίγεται το αποθηκευμένο «λίπος» των μικρομεσαίων τόσο τα οικονομικά ερείπια θα μεταλλάσσονται και σε κοινωνικά ερείπια. Ο κοινωνικός ιστός ρηγματώνεται, αλλά η κυβέρνηση θα προεκτείνει την τρέχουσα ρητορική της, προτάσσοντας σ’ όλους τους τόνους το επιχείρημα ότι η πολιτική της ήταν ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί η κατάρρευση της οικονομίας και οι καταστρεπτικές επιπτώσεις της.
Αυτό που, προς το παρόν τουλάχιστον, σώζει πολιτικά την κυβέρνηση Παπανδρέου είναι το γεγονός ότι ένα μειοψηφικό, αλλά σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, πιστεύει αυτό το επιχείρημα. Αρκετοί εξ αυτών, μάλιστα, θεωρούν το Μνημόνιο όχι αναγκαίο κακό, αλλά «ευλογία», επειδή επιβάλλει αλλαγές, τις οποίες οι ελληνικές κυβερνήσεις απέφευγαν να λάβουν από το φόβο του πολιτικού κόστους. Δεν είναι τυχαίο, βεβαίως, ότι σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν κατά κανόνα εύπορα στρώματα, το βιοτικό επίπεδο των οποίων δεν θίγεται από την κυβερνητική πολιτική.
Υπέρ της κυβέρνησης Παπανδρέου λειτουργούν και δύο πρόσθετοι παράγοντες: Πρώτον, το γεγονός ότι οι αντίπαλοι του Μνημονίου δεν έχουν πείσει πως υπάρχει εναλλακτική πολιτική, ικανή να εγγυηθεί την έξοδο από την κρίση. Δεύτερον, το γεγονός ότι παρά τη μεγάλη φθορά της, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν υπάρχει εντός του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος αξιόπιστη εναλλακτική λύση στο πρόβλημα της διακυβέρνησης. Η Ν.Δ. έχει ξαναμπεί στο παιχνίδι, αλλά παραμένει βαριά τραυματισμένη από τις καταλυτικές ευθύνες, που η κοινή γνώμη δικαιολογημένα χρεώνει στην κυβέρνηση Καραμανλή.
Μέχρι τώρα, οι ανωτέρω παράγοντες αναχαιτίζουν τη διάχυτη και έντονη λαϊκή αγανάκτηση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι για πόσο ακόμα θα συμβαίνει αυτό. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η εκλογική επιρροή του ΠΑΣΟΚ συνεχώς μειώνεται. Η σταθερότητα της κυβέρνησης υπονομεύεται από τις κάθε είδους κοινωνικές αντιδράσεις. Από τις κινητοποιήσεις, που πηγάζουν από τη δίκαιη ή συντεχνιακή αντίδραση θιγόμενων κοινωνικών ομάδων, και από το κίνημα ανυπακοής, που πηγάζει από τη διογκούμενη απονομιμοποίηση της εξουσίας.
Εάν δεν υπήρχε η απονομιμοποίηση, τα αυθαίρετα και άδικα μέτρα δεν θα ήταν ικανά από μόνα τους να ωθήσουν τόσους πολλούς και τόσο διαφορετικούς πολίτες σε μία πρακτική, την οποία μέχρι πρότινος οι ίδιοι θεωρούσαν λούμπεν. Οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν ότι υπό το βάρος του κραχ ολοένα και περισσότεροι πολίτες θεωρούν ότι το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα δεν δρα για το συμφέρον της κοινωνίας.
Μέσα σ’ αυτό το πολιτικό περιβάλλον, αιωρείται το ενδεχόμενο προκήρυξης πρόωρων εκλογών. Στην πραγματικότητα, όμως, κάλπες θα στηθούν μόνο εάν δεν γίνεται αλλιώς. Κι αυτό θα κριθεί από την ικανότητα της κυβέρνησης Παπανδρέου να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία για να νοικοκυρέψει τα δημόσια οικονομικά και να αξιοποιήσει τις λιμνάζουσες αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Οι μέχρι τώρα επιδόσεις της, όμως, δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Με άλλα λόγια, τα δύσκολα είναι μπροστά κι όχι πίσω
Όταν υπέγραφε το Μνημόνιο, ο Γιώργος Παπανδρέου είχε συνείδηση ότι θα περνούσε μία πολύ δύσκολη περίοδο. Πίστευε, όμως, ότι από το δεύτερο εξάμηνο του 2011 η Ελλάδα θα μπορούσε να ξαναδανεισθεί από τις Αγορές και από τις αρχές του 2012 η οικονομία θα εισερχόταν σε ανοδική τροχιά. Μία τέτοια εξέλιξη θα του επέτρεπε όχι μόνο να εκτονώσει την κοινωνική πίεση, αλλά και στις εκλογές του 2013 να εμφανισθεί σαν σωτήρας, σαν ο ηγέτης που απέτρεψε τη χρεοκοπία.Μετά τη διάψευση των κυβερνητικών υπολογισμών, ο πρωθυπουργός στράφηκε προς την Ε.Ε.. Στην πρόσφατη σύνοδο κορυφής, οι εταίροι έδωσαν μία γερή ανάσα, αλλά το αντίτιμο που πήραν είναι πολύ βαρύ. Η Ελλάδα, όχι μόνο θα εκποιήσει σε μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες τις κερδοφόρες ΔΕΚΟ και τα φιλέτα της δημόσιας περιουσίας, αλλά και θα τεθεί σ’ ένα αορίστου χρόνου καθεστώς οικονομικής κηδεμονίας.
Η πολιτική δημιουργίας ελλειμμάτων, προκειμένου να διατηρηθεί ένα επίπεδο ευημερίας, έχει οριστικά τελειώσει. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι βιώνουμε το τέλος μίας εποχής. Η παρούσα κρίση δεν μοιάζει με τις προηγούμενες. Δεν είναι μία παρένθεση. Θα έχει ως συνέπειά της όχι απλώς κάποια αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα, αλλά το βίαιο ντρεσάρισμα της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Ακόμα και στην πιο ευνοϊκή περίπτωση θα πρέπει για χρόνια να ισορροπήσει σε πολύ χαμηλότερα επίπεδα.
Τα ερείπια, που ήδη προκαλεί η πολιτική του Μνημονίου, το επόμενο διάστημα θα πολλαπλασιασθούν. Όσο, μάλιστα, θα περνάει ο χρόνος και θα καίγεται το αποθηκευμένο «λίπος» των μικρομεσαίων τόσο τα οικονομικά ερείπια θα μεταλλάσσονται και σε κοινωνικά ερείπια. Ο κοινωνικός ιστός ρηγματώνεται, αλλά η κυβέρνηση θα προεκτείνει την τρέχουσα ρητορική της, προτάσσοντας σ’ όλους τους τόνους το επιχείρημα ότι η πολιτική της ήταν ο μόνος τρόπος για να αποτραπεί η κατάρρευση της οικονομίας και οι καταστρεπτικές επιπτώσεις της.
Αυτό που, προς το παρόν τουλάχιστον, σώζει πολιτικά την κυβέρνηση Παπανδρέου είναι το γεγονός ότι ένα μειοψηφικό, αλλά σημαντικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, πιστεύει αυτό το επιχείρημα. Αρκετοί εξ αυτών, μάλιστα, θεωρούν το Μνημόνιο όχι αναγκαίο κακό, αλλά «ευλογία», επειδή επιβάλλει αλλαγές, τις οποίες οι ελληνικές κυβερνήσεις απέφευγαν να λάβουν από το φόβο του πολιτικού κόστους. Δεν είναι τυχαίο, βεβαίως, ότι σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν κατά κανόνα εύπορα στρώματα, το βιοτικό επίπεδο των οποίων δεν θίγεται από την κυβερνητική πολιτική.
Υπέρ της κυβέρνησης Παπανδρέου λειτουργούν και δύο πρόσθετοι παράγοντες: Πρώτον, το γεγονός ότι οι αντίπαλοι του Μνημονίου δεν έχουν πείσει πως υπάρχει εναλλακτική πολιτική, ικανή να εγγυηθεί την έξοδο από την κρίση. Δεύτερον, το γεγονός ότι παρά τη μεγάλη φθορά της, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν υπάρχει εντός του υφιστάμενου πολιτικού συστήματος αξιόπιστη εναλλακτική λύση στο πρόβλημα της διακυβέρνησης. Η Ν.Δ. έχει ξαναμπεί στο παιχνίδι, αλλά παραμένει βαριά τραυματισμένη από τις καταλυτικές ευθύνες, που η κοινή γνώμη δικαιολογημένα χρεώνει στην κυβέρνηση Καραμανλή.
Μέχρι τώρα, οι ανωτέρω παράγοντες αναχαιτίζουν τη διάχυτη και έντονη λαϊκή αγανάκτηση. Το κρίσιμο ερώτημα είναι για πόσο ακόμα θα συμβαίνει αυτό. Σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, η εκλογική επιρροή του ΠΑΣΟΚ συνεχώς μειώνεται. Η σταθερότητα της κυβέρνησης υπονομεύεται από τις κάθε είδους κοινωνικές αντιδράσεις. Από τις κινητοποιήσεις, που πηγάζουν από τη δίκαιη ή συντεχνιακή αντίδραση θιγόμενων κοινωνικών ομάδων, και από το κίνημα ανυπακοής, που πηγάζει από τη διογκούμενη απονομιμοποίηση της εξουσίας.
Εάν δεν υπήρχε η απονομιμοποίηση, τα αυθαίρετα και άδικα μέτρα δεν θα ήταν ικανά από μόνα τους να ωθήσουν τόσους πολλούς και τόσο διαφορετικούς πολίτες σε μία πρακτική, την οποία μέχρι πρότινος οι ίδιοι θεωρούσαν λούμπεν. Οι δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν ότι υπό το βάρος του κραχ ολοένα και περισσότεροι πολίτες θεωρούν ότι το υφιστάμενο πολιτικό σύστημα δεν δρα για το συμφέρον της κοινωνίας.
Μέσα σ’ αυτό το πολιτικό περιβάλλον, αιωρείται το ενδεχόμενο προκήρυξης πρόωρων εκλογών. Στην πραγματικότητα, όμως, κάλπες θα στηθούν μόνο εάν δεν γίνεται αλλιώς. Κι αυτό θα κριθεί από την ικανότητα της κυβέρνησης Παπανδρέου να εκμεταλλευθεί την ευκαιρία για να νοικοκυρέψει τα δημόσια οικονομικά και να αξιοποιήσει τις λιμνάζουσες αναπτυξιακές δυνατότητες της χώρας. Οι μέχρι τώρα επιδόσεις της, όμως, δεν επιτρέπουν αισιοδοξία. Με άλλα λόγια, τα δύσκολα είναι μπροστά κι όχι πίσω
aixmi.gr