Ένας απλουστευτικός τρόπος είναι αυτός που τον βλέπουμε να συμβαίνει με την προώθηση της πληροφορίας και του ψεύτικου πολιτικού λόγου, από τα έντυπα δημοσιογραφίας, εφημερίδες και περιοδικά.
Η πληροφορία δεν αποτελεί κοινωνικό αγαθό αλλά κατά κυριολεξία ιδιωτικό, ιδιοκτησιακό εμπόρευμα, αμφίβολη χρησιμότητας αλλά αναγκαίας χρηστικότητας.
Κάθε προϊόν που πριν μετατραπεί σε εμπόρευμα αποτελούσε κοινωνική σχέση των ανθρώπων μεταξύ τους και αγαθό (εργαλείο σε κάποιες περιπτώσεις) εξυπηρέτησης αναγκών, με την μετατροπή του σε εμπόρευμα αποκτά δύναμη εξουσίας επί των αναγκών και δύναμη υποταγής των κοινωνικών σχέσεων.
Το εμπόρευμα λοιπόν αντικαθιστά, λόγω της δύναμης εξουσίας που ασκεί, τις φυσικές ανάγκες με αντίστοιχες τεχνητές και μέσα από αυτές ρυθμίζει και ελέγχει τις κοινωνικές σχέσεις μονοδιάστατα ως οικονομικές.
Το επιχείρημα είναι, ότι για να διευκολυνθεί η εξυπηρέτηση των φυσικών αναγκών απαιτούνται περισσότερα μέσα και εργαλεία στην διάθεση των ανθρώπων που θα τους παρέχουν απεριόριστες δυνατότητες καθώς και σμίκρυνσης του χρόνου αλλά και μεγαλύτερη ασφάλεια στην απόκτηση των αναγκαίων αγαθών εξυπηρέτησης των αναγκών τους.
Τα βασικά κλειδιά όπως παρατηρούμε είναι: Οι φυσικές ανάγκες, οι δυνατότητες, τα εργαλεία, ο χρόνος, η ασφάλεια και το θετικό αποτέλεσμα προς ατομική χρήση.
Η πληροφορία λοιπόν που αποσκοπεί να σου δείξει τον ασφαλή δρόμο και να σου παράσχει τις δυνατότητες απόκτησης εργαλείων μέσω των οποίων θα προμηθευτείς τα αγαθά που είναι αναγκαία για να εξυπηρετήσεις τις φυσικές σου ανάγκες, πατάει πάνω στην δημιουργία μιας σύνθεσης επιπλέον αναγκών που στοχεύει σε δύο αποτελέσματα. Το πρώτο είναι να σου δημιουργεί συνεχώς την επιπλέον ανάγκη αναζήτησης πληροφοριών και το δεύτερο να σου διευρύνει τις «φυσικές» σου ανάγκες ως πραγματικές και αναγκαίες.
Για να εξυπηρετηθεί η πρώτη σου ανάγκη, δηλαδή η αναγκαία γνώσης απόκτησης εφοδίων που θα εξυπηρετήσουν τις φυσικές σου ανάγκες, η πληροφορία ως εμπόρευμα τιμολογείται σε τιμαριοποιημένες αυτοτελείς πληροφορίες, οι οποίες αποκτούν ιδιαίτερη χρηστική αξία, σε εξειδικευμένα πεδία, δημιουργώντας μια διαβαθμισμένη πρόσβαση, και που απευθύνονται κατά’ αρχή στην ολότητα ως γενική εικόνα και κατά περίπτωση ως εργαλείο, με συγκεκριμένη τιμή πώλησης και αγοράς.
Κάθε πληροφορία, αποτελείται από ένα σύνολο δεδομένων, υπαρκτών ή κατασκευασμένων, τα οποία όμως στο πυρήνα τους κρύβουν μια άλλη πρωταρχική αυτοτελή πληροφορία. Την εντολή.
Ο ιδιοκτήτης της πληροφορίας οφείλει να παροχετεύσει στην αγορά προϊόντων – εμπορευμάτων το δικό του «εμπόρευμα» μέσω μια συγκεκριμένης διαδικασίας δημιουργώντας ένα πλαίσιο επί μέρους πληροφοριών οι οποίες παρέχονται «δωρεάν» στους καταναλωτές – θύματα.
Η διαφήμιση, δηλαδή η προπαγάνδα που στοχεύει την συγκινησιακή πλευρά του εγκεφάλου και στην ενεργοποίηση του συναισθήματος που θα κατευθύνει την λογική, σκοπεύει από την μια να προωθήσει το προς πώληση εμπόρευμα και από την άλλη να καταστήσει την χρηστικότητα του εμπορεύματος αναγκαία, που χωρίς αυτή διακυβεύεται η ασφάλεια και η φυσική λειτουργία και συνέχεια του εντολέα καθώς δεν υποτάσσει το άτομο στο περιβάλλον μέσα στο οποίο λειτουργεί.
Η διαφήμιση απευθύνεται σε τρεις κατηγορίες ανθρώπων. Η μία που αποτελεί το προπαγανδιστικό εργαλείο του δημιουργού της πληροφορίας, η άλλη του ενδιάμεσου παρόχου και ενδιάμεσου παραγωγού και η τρίτη εκείνων που έχουν συνηθίσει να καταναλώνουν κάθε τι χωρίς να μπορούν να σκεφτούν ούτε την χρηστικότητα ούτε την αναγκαιότητα και απλά έχουν υποκαταστήσει την λογική από την συγκινησιακή πλευρά των αισθήσεων.
Στο τέλος της «ημέρας» τόσο η διαφήμιση όσο και η πληροφορία συγκρίνονται με το κέρδος που επιθυμούσαν από την αρχή και που είναι, από την μια μεριά το χρηματικό και από την άλλη, την πιο βασική, η διατήρηση και ίσως η αύξηση του μεγέθους της τρίτης κατηγορίας καταναλωτών.
Όσο αυξάνεται ο όγκος της τρίτης κατηγορίας καταναλωτών, τόσο μετατρέπεται η διαφήμιση σε κυρίαρχο εμπόρευμα και τόσο η πληροφορία αποκτά ιδιότητες εργαλείου αύξησης του όγκου της τρίτης κατηγορίας καταναλωτών.
Όσο η λογική υποκαθίσταται από το θυμικό, όσο δηλαδή στην θέση της λογική, δηλαδή της παραγωγής νου, καταλαμβάνει χώρο η συγκινησιακή κατάσταση λειτουργίας του εγκεφάλου, τόσο η «παραγόμενη» σκέψη μεταβάλλεται σε υποπροϊόν αυτοματοποιημένων ενστίκτων που κατευθύνουν το άτομο ως άβουλο όν στην παραγωγή προαποφασισμένων κερδών.
Λόγω όμως της υποχώρησης της παραγωγής νου και την κατάληψη του κενού από τις συγκινησιακές λειτουργίες, παρατηρείται μια αποχή της τρίτης αλλά σιγά-σιγά και της δεύτερης κατηγορίας καταναλωτών από την ανάγκη επαφής με τον γραπτό λόγο, ο οποίος σου επιβάλει την επαφή σου με την παραγωγή νου, δηλαδή με την λειτουργία του λογικού.
Η κρίση όμως αυτή δημιουργεί συρρίκνωση της έντυπης προπαγάνδας και την μείωση των κερδών από την πώληση μέσω του γραπτού λόγου της πληροφορίας, η οποία πλέον έχει βρει άλλους δίαυλους αγοροπωλησίας της , που είναι η ροή εικόνων με συνδρομή ήχου.
Αυτός ο χώρος αποτελεί προνομιακός χώρος κερδών και παράλληλων αγορών, με κατά σειρά δεύτερο το ραδιόφωνο και στον πάτο του βαρελιού, τις εφημερίδες και τα περιοδικά.
Αλλά εκείνο που δεν πρέπει να ξεχάσουμε είναι πως, ενώ η αξία χρηστικότητας αποτελούσε τον πυρήνα της πληροφορίας και η πληροφορία πρόσδιδε περισσή αξία στην αναγκαιότητα και την χρηστικότητα του παραγμένου προϊόντος η διαφήμιση στο τέλος κατέλαβε την αξία της πληροφορίας , δηλαδή αντικατέστησε τον πυρήνα της από το πυρήνα της διαφήμισης που είναι η παραγωγή μυθοπλαστικών καταστάσεων που παρεμβαίνουν ανάμεσα στο άτομο και τις ανάγκες του.
έτσι λοιπόν το παραγόμενο προϊόν στην διαδικασία μετατροπής του σε εμπόρευμα, χάνεις την κυριαρχικής του φυσιογνωμία, δηλαδή τον χρηστικό του πυρήνα, και το αντικαθιστά με το πυρήνα του εμπορεύματος.
Το εμπόρευμα στην διάσπαση του πυρήνα του κατά την διαδικασία προώθησης του, αποχωρίζεται σε κέρδος και εξουσία.
Εδώ λοιπόν συντελείτε και η διαδικασία υποθήκευσης τους ατόμου και της ελευθερίας του στο εμπόρευμα, μιας και το εμπόρευμα επικάθεται επί των αναγκών και των φυσικών καταστάσεων που βιώνει το άτομο.
Δηλαδή ο κάτοχος του προϊόντος κερδίζει όχι μόνο κατά την στιγμή πώλησης του αλλά καθ’ όλη την διάρκεια ζωής του, αφού ως εμπόρευμα ασκεί κατοχική εξουσία επί των αναγκών του ατόμου, και μέσω αυτών, στο ίδιο το άτομο.
Σε υπερθετικό βαθμό αντίστοιχα το ίδιο πραγματώνεται και από την διαφήμιση - προπαγάνδα. Δηλαδή η διαφήμιση στο ανώτερο της επίπεδο ως προπαγάνδα, δεν αποσκοπεί στην στιγμιαία προώθηση ενός προϊόντος ή ενός εμπορεύματος. Αλλά μέσα από τρανταχτές και επιτηδευμένες ψευδολογίες και από ένα σύνολο σημειολογικών παραθέσεων που στο ενενήντα τοις εκατό είναι άχρηστες αλλά επίτηδες προσκολλώμενες, υποβάλουν την σκέψη, την παραγωγή σκέψης και την συνείδηση σε καθεστώς λογοκρισίας και ποδηγέτησης.
http://agistri-doloma.blogspot.com/2011/03/cd.html