Εκτός από τον ηγούμενο της Μονής, ο οποίος αντιμετωπίζει την κακουργηματική κατηγορία της απάτης στο Δικαστήριο κατά συρροή σε βάρος του Ελληνικού Δημοσίου, σε δίκη παραπέμπονται δασολόγοι, τοπογράφοι-μηχανικοί και δημόσιοι υπάλληλοι, οι οποίοι είτε είχαν διοριστεί ως πραγματογνώμονες από τη Δικαιοσύνη είτε είχαν διοριστεί ως τεχνικοί σύμβουλοι από το Ελληνικό Δημόσιο.
Οι επτά κατηγορούνται για άμεση συνέργεια στην προαναφερόμενη κατηγορία. Το κλητήριο θέσπισμα, δηλαδή το κατηγορητήριο, αριθμεί σχεδόν 100 σελίδες.
Επί της ουσίας οι οχτώ κατηγορούνται ότι παραπλάνησαν τις δικαστικές Αρχές σε Λασίθι και Χανιά αντίστοιχα καθώς οι κρίσιμες πραγματογνωμοσύνες και γνωμοδοτήσεις που προσκόμισαν ενώπιoν των αρμόδιων δικαιοδοτικών οργάνων περιείχαν “ψευδείς αναφορές” ως προς το καθεστώς ιδιοκτησίας των επίδικων εκτάσεων και κυρίως ως προς το χαρακτήρα που είχαν αυτές οι εκτάσεις, αν δηλαδή ήταν δασικές και προστατευόμενες ή χορτολιβαδικές και γεωργικές.
Το πρώτο σημείο που εστιάζει το κλητήριο θέσπισμα είναι ότι η Μονή χωρίς να το δικαιούται εισέπραξε από το Ελληνικό Δημόσιο αποζημίωση ύψους περίπου 375.000 ευρώ για απαλλοτριωθείσα έκταση 1600 στρεμμάτων, η οποία όμως δεν της ανήκε καθώς αποτελούσε δημόσια χορτολιβαδική και δασική έκταση και είχε περιέλθει στο Ελληνικό Δημόσιο ως διάδοχο του Οθωμανικού Κράτους. (Αυτό είναι και το σημείο-κλειδί κατά την υπεράσπιση των κατηγορουμένων. Ο ηγούμενος στο απολογητικό του υπόμνημα τονίζει ότι από το 1898 δεν υπήρχε Οθωμανικό Κράτος στην Κρήτη. Μάλιστα χαρακτηρίζει ανιστόρητη τη θέση ότι στην Κρήτη οι δασικές εκτάσεις ανήκαν στο Οθωμανικό Κράτος και ως τέτοιες περιήλθαν στο Ελληνικό Δημόσιο).
Το δεύτερο σημείο είναι ότι η Μονή με άλλη αγωγή της ισχυρίστηκε ότι της ανήκει λόγω χρησικτησίας έκταση περίπου 30.000 στρεμμάτων στην κτηματική περιφέρεια της κοινότητας Παλαικάστρου Σητείας, έκταση την οποία είχε αποκτήσει τμηματικά προ αμνημονεύτων χρόνων στο πλαίσιο άτυπων δωρεών και παραχωρήσεων εκ μέρους μοναχών και χριστιανών και είχε καταγραφεί στον Κώδικα της Μονής προ 120 και πλέον ετών.
Στο κλητήριο θέσπισμα αναφέρεται ότι οι κατηγορούμενοι με σκοπό να ωφελήσουν τη Μονή ανέφεραν ψευδή στοιχεία στην πραγματογνωμοσύνη τους καθώς γνώριζαν ότι οι επίδικες εκτάσεις στο μεγαλύτερο μέρος τους είχαν δασικό προστατευόμενο χαρακτήρα και όχι χορτολιβαδικό ή γεωργικό.
Ως προς το κρίσιμο έγγραφο του Κώδικα της Μονής, στο οποία βασίστηκαν κατά κύριο λόγο οι ισχυρισμοί της Μονής αλλά και οι εκθέσεις των πραγματογνωμόνων, αναφέρεται στο κατηγορητήριο: «επίσης γνώριζαν ότι στην πραγματικότητα ένα από τα κρίσιμα έγγραφα που ανέφεραν ότι έλαβαν υπόψη τους (ο Κώδικας της Μονής του έτους 1873) ήταν νομικά ανίσχυρο και δεν προσκομίστηκε από οποιονδήποτε διάδικο στις προαναφερόμενες δίκες».
Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι ο περίφημος Κώδικας της Μονής περιλαμβάνεται στα αναγνωστέα έγγραφα, δηλαδή στη δικογραφία.
Από την πλευρά των κατηγορουμένων τονίζεται ότι σε καμία περίπτωση δεν παραπλάνησαν τις δικαστικές Αρχές, εκτέλεσαν τις πραγματογνωμοσύνες που τους ανατέθηκαν, λήφθηκαν μάλιστα αεροφωτογραφίες τις οποίες ερμήνευσαν με βάση την επιστημονική τους γνώση και κατάρτιση.
http://www.cretalive.gr/new/30666/crete/Stis_15_Apriliou_i_diki_gia_to_Batopedi_tis_Kritis