tromaktiko: Διέπρεψαν Λάκωνες ποιητές στις Βρυξέλλες

Τετάρτη 13 Απριλίου 2011

Διέπρεψαν Λάκωνες ποιητές στις Βρυξέλλες



Με βραβεία γύρισαν από τις Βρυξέλες δύο λάκωνες ποιητές, στο πλαίσιο του παγκόσμιου διαγωνισμού ποίησης και λογοτεχνίας. Πρόκειται για τη λογοτέχνιδα από τον Άγιο Δημήτριο Λακωνίας κ.


Χαρούλα Κώστα-Τσιτσάνη και το φιλόλογο από την Άρνα Λακωνία κ. Γεώργιο Ατσαβέ.
Κατά το χαιρετισμό της, η κ. Τσιτσάνη μίλησε με γλαφυρό τρόπο για τα προβλήματα που αντιμετωπίζει τόσο η χώρα αλλά και η παγκόσμια κοινότητα, απευθύνοντας μηνύματα συμπαράστασης τόσο στους έλληνες συμπολίτες μας και κυρίως στη νέα γενιά.
Συγκεκριμένα, η βραβευθείσα ποιήτρια υπογράμμισε:
«Αξιόλογοι κυρίες και κύριοι καλησπέρα. Άλλη μια χρονιά μαζί. Ευχαριστούμε το Θεό που είμαστε γεροί και απόψε σε μια γλυκιά βραδιά και με την αγωνίστρια πρόεδρο μας κυρία Χρυσούλα Βαρβέρη-Βάρρα προσπαθούμε για ό,τι καλύτερο μπορούμε να προσφέρουμε στους συνανθρώπους μας και στην αγαπημένη μας πατρίδα.
Ευτυχώς, έστω για μια βραδιά, εμείς μπορούμε αναπολώντας να κουρνιάσουμε σαν τα πουλιά στη ζεστή φωλιά μας.
Εγώ, φίλοι μου, πιστεύω ότι οι περισσότεροι από εμάς έχουμε τρομάξει πολύ, γιατί γενικά τα σκηνικά της ζωής φέτος έχουν αλλάξει εντελώς. Δεν είναι η ίδια χρονιά με τις άλλες. Τέσσερις λέξεις-κλειδιά μας σημαδεύουν τη ζωή και δυστυχώς, θέλουμε δε θέλουμε, τις υιοθετήσαμε. Είναι αυτές που πλέον κυβερνούν τον κόσμο: Τσουνάμι, Τρόικα, Μνημόνια, Δυστυχία.
Δυστυχία!!! Αυτή η απαίσια λέξη, που δυστυχώς βαδίζει καμαρωτά δίπλα σε κάθε οικογένεια και ξεχωριστά σε τόσα χιλιοταλαιπωρημένα νοικοκυριά που θρηνούν, σε νέα παιδιά που στο πρώτο πέταγμα τους η μεγάλη ανεργία τους κόβει τα φτερά, σε ηλικιωμένους ανθρώπους που τους έχουν αφήσει στο έλεος του Θεού.
Είναι αδύνατον εμείς να μπορέσουμε να αλλάξουμε τούτα τα ευτράπελα, γιατί τώρα πλέον η ηρεμία και η ξεγνοιασιά έκαναν φτερά, έφυγαν στο λιόγερμα, και μαζί τους έφυγαν σαν αστραπή και τ’ αηδόνια ,χάθηκαν και μαζί τους πήραν και το χαμόγελο των ανθρώπων. Θέλουμε δε θέλουμε, πατάμε πλέον στα μονοπάτια ενός ατέλειωτου χειμώνα. Οι άνθρωποι θρηνούν. Πρέπει ν’ αχρηστέψουμε πλέον τη μνήμη μας, να σβήσουμε απ’ τον πίνακα τις ανθισμένες άνοιξες με τις πασχαλιές που μοσχοβολούσαν, με τους ολόλευκους κρίνους που μας μάγευαν και κάναμε όνειρα ανθηρά.
Οι άνθρωποι πονούν. Εμείς, Θεέ μου, οι ποιητές, οι συγγραφείς, οι καλλιτέχνες γενικά, πώς να βοηθήσουμε που όσο κι αν προσπαθούμε, με όση αφοσίωση και αν γράψουμε, όσα κι αν πούμε για να ξεφύγουν οι χιλιοταλαιπωρημένες ψυχές απ’ την τόση πίκρα, να ρίξουμε βάλσαμο στους συνανθρώπους μας, στα πληγωμένα αυτά περιστέρια, ο τρελαμένος απ’ το πόνο νους τους δεν θέλει ν’ ακούει, δεν αντέχει να διαβάζει. Πώς, Παναγιά μου, να σηκώσουμε τα γερμένα τους κατάρτια, να γαληνέψουμε τις θάλασσες να ‘ρθει ηρεμία στις καρδιές τους και μια καινούργια αρχή με ηλιόλουστες ελπίδες να τους βγάλει απ’ το πηχτό σκοτάδι.
Θεέ μου, πόσο φρικτό είναι με μάτια που δεν κλείνουν, να βλέπουν το ατέλειωτο σκοτάδι, το χάος και τα ερμητικά χτυπήματα να τους σέρνουν αλύπητα κι έτσι ξεγυμνωμένοι να κυλούν… να κυλούν σε τσουνάμια που δεν φαντάστηκε ποτέ ανθρώπινος νους.
Αγαπημένοι μου, μετά από τόσα χρόνια τα χέρια μου δέθηκαν, η φωνή μου πνίγηκε, κάνω μόνο προσευχές, ο Θεός να τους δώσει δύναμη να ξεδιπλώσουν ξανά τα χιλιοτσαλακωμένα τους φτερά και όπου κι αν είναι να σηκώσουν το λαβωμένο στέρνο, να στυλώσουν το βασανισμένο κεφάλι και να πάρει δύναμη το παγωμένο κορμί, να ξανακυλήσει το αίμα στις φλέβες για να λιώσει τους πάγους του, γιατί… γιατί έτσι πρέπει, γιατί υπάρχουν ακόμη στη ζωή, γιατί είναι άνθρωποι.
Πόσες αλήθεια προσευχές πρέπει να κάνουμε και πόσες να πούμε; Δεν φτάνει ούτε ο ουρανός ούτε κι η θάλασσα. Πιστεύω ότι είναι η πρώτη φορά που και οι αναίσθητοι πρέπει να λύγισαν. Πονάμε και μέσα μας φωνάζουμε με θυμό. Γιατί;… Γιατί;… Γιατί τόση αδικία, τόση απελπισία, τόσο χάος;
Φίλοι μου, συγνώμη που σε μια τόσο υπέροχη συγκέντρωση μας σας κούρασα. Πιστέψτε με, όμως, πονάω πολύ βαθιά για τους συνανθρώπους μας, το ίδιο πιστεύω κι εσείς».


http://www.report24.gr/
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!