Στον τόπο μας η ιδεοληπτική ανοησία αποτελεί σύμπτωμα σοβαρό της νόσου που ενδημεί χρόνια, αλλά εμφανίστηκε πια απειλητικότατη, συνεπεία της δίνης που έφερε η λεγόμενη οικονομική κρίση.
Η πιο σοβαρή και εξοργιστικά εμμένουσα τέτοιας μορφής ανοησία είναι η προσπάθεια να διεκδικείς τις «δάφνες» του να λέγεσαι και να δείχνεις, αν δεν μπορείς να θεωρείσαι, αριστερός.
Στη πατρίδα μας μάθαμε από γεννησιμιού μας ότι η λέξη αριστερός ταυτιζόταν με την πάλη και τον αγώνα πολλών ανθρώπων που προσπαθούσαν να αλλάξουν την κοινωνία, που έβλεπαν μπροστά μέσα από ρηξικέλευθες και πρωτοποριακές για την εποχή τους, και όχι μόνο, πολιτικές και πρακτικές. Και πραγματικά θα ήταν μύωψ και ασυγχώρητα μεροληπτικός ή θα εθελοτυφλούσε ανιστόρητα εκείνος που δεν θα έβλεπε τη συμβολή και της αριστεράς σε ένα πλήθος εθνικών απελευθερωτικών και κοινωνικών αγώνων. Όποιες αντιρρήσεις βέβαια μπορούν να γεννηθούν για τις κατά καιρούς πολιτικές αστοχίες της αριστεράς, ως ηγεσίας, μπορούν με καλόπιστη διάθεση να δικαιολογηθούν μέσα στον ορυμαγδό των σαρωτικών εξελίξεων, πολιτικών και πολεμικών, που γνώρισε ο δύσμοιρος τόπος μας και να αποδοθούν στα ανθρώπινα πάθη, οιον φιλεί γίγνεσθαι, όπως αποφαίνεται κι ο Θουκυδίδης.
Ωστόσο κατά την μεταπολίτευση και εντεύθεν η αριστερή πολιτική αντίληψη, ή τουλάχιστον αυτή που ήθελε να έχει το προσωπείο ή την επίφαση της αριστεράς, ακολουθεί μια πορεία αυτοκαταστροφική για την ίδια, εκ παραλλήλου βέβαια με την πορεία του τόπου.
Είναι σαφές ότι η δημοκρατική μεταβολή που γνώρισε η χώρα μετά το 1974 έδωσε την ευκαιρία για την ανάπτυξη του συνδικαλιστικού κινήματος και την διεκδίκηση καλύτερων συνθηκών εργασίας και αμοιβών. Δεν άργησε όμως αυτή η φαινομενικά εύλογη διεκδίκηση να συνδυαστεί με την καιροσκοπική πολιτική του πελατειακού κράτους που αποθεώθηκε την εποχή της «σοσιαλιστικής» παντοδυναμίας.
Πώς υλοποιήθηκε αυτό το έγκλημα είναι απλό στην κατανόησή του. Η χώρα μας δυστυχώς οργανώθηκε στη βάση μιας ασύστολής δημαγωγικής και εγκληματικά σπάταλης πελατειακής πρακτικής, η οποία σπαταλώντας δανεικό χρήμα και κοινοτικούς πόρους, αφού δεν υπήρξε ικανή να οδηγήσει τον τόπο στην αυτοδύναμη οικονομική ανάπτυξη, προσελάμβανε χιλιάδες δημοσίους υπαλλήλους, ρουσφετολογικά και μη, με την αιτιολογία της κάλυψης αναγκών. Παράλληλα χορηγούσε αφειδώς απντοειδείς συντάξεις κατά το δοκούν και με κριτήριο την μετεκλογική νομή της εξουσίας. Η ευρύτερη αριστερά λοιπόν, η οποία, θα υπέθετε κανένας, διέθετε πολιτική και οικονομική οξυδέρκεια, όλη αυτήν την σπατάλη την ευνοούσε, ζητώντας περισσότερες προσλήψεις και συμβάλλοντας στη δημιουργία αυτού του τεράστιου και άχρηστου κρατικού τέρατος. Δεν ακούσαμε ποτέ κανέναν προβληματισμό για την μελλοντική πορεία της χώρας και για τα αδιέξοδα που επεσώρευε η δόλια λαϊκιστική πελατειακή μεθόδευση και οι ραδιουργίες των κομμάτων εξουσίας. Οι αριστερές συνδικαλιστικές ηγεσίες, αυτιστικές και δογματικές, ταύτιζαν το «συμφέρον του λαού» με την αθρόα εισαγωγή νέων εργαζομένων στον κρατικό μπεζαχτά πίεζαν για μεγαλύτερους μισθούς και συντάξεις, εθελοτυφλώντας εγκληματικά ή αδυνατώντας να αντιληφθούν ότι τα χρήματα αυτά προέρχονταν από δανεικά και όχι από την αυτόνομη παραγωγική δυναμική, που η ασκούμενη πολιτική εξουσία κυριολεκτικά είχε διαλύσει. «΄Οπλο» σε οποιαδήποτε άρνηση στα παράλογα μαξιμαλιστικά αιτήματα υπήρξε η απεργία αδιακρίτως, απεργία που έκλεισε μια σειρά επιχειρήσεων οι οποίες μετέφεραν τις δραστηριότητες τους σε άλλες χώρες, αφήνοντας πίσω τους ανέργους.
Σήμερα βέβαια, αφού η κατάσταση οδηγήθηκε, όπως οδηγήθηκε, στον οικτρό αυτόν κατήφορο, πάλι η αριστερά αδυνατεί να αρθρώσει πολιτικό λόγο κι ενώ φέρει ιστορικές ευθύνες για την διάλυση της νεοελληνικής κοινωνίας, την ίδια με τα μεγάλα κόμματα εξουσίας και τους λακέδες τους, το μόνο που προτείνει είναι «αντίσταση». Το μόνο που έχει να απαντήσει στην διάλυση και την πλήρη γκετοποίηση του κέντρου της πρωτεύουσας είναι «μαζική νομιμοποίηση των μεταναστών», οργανώνοντας και βλακώδεις απονενοημένες απόπειρες απύθμενης ηλιθιότητας, όπως αυτή με τους μετανάστες καταληψίες της νομικής, πριν μερικούς μήνες. Και όταν η αγανάκτηση όχι των ακροδεξιών, όπως τους βολεύει να ισχυρίζονται, αλλά των ανθρώπων, που βλέπουν ότι αδυνατούν να ζήσουν στο κέντρο της Αθήνας με το φόβο και την απειλή, ξεχειλίζει, πραγματοποιούν αντιρατσιστικές πορείες αντί να είναι σε θέση να προτείνουν ρεαλιστικές πολιτικές, για τόσους ανθρώπους που δεν έχουν καμιά πιθανότητα να βρουν αξιοπρεπή εργασία, στοιβαγμένοι σε απάνθρωπες τρώγλες, άθυρμα στις ορέξεις κάθε λογής κυκλωμάτων.
Το σύνθημα και η λαϊκιστική ψευτοπροοδευτική ρητορεία στη θέση της συγκροτημένης πολιτικής πρότασης υπήρξε, εκτός ελαχίστων εξαιρετικών στιγμών, το ιδεολογικό και πολιτικό στίγμα της μεταπολιτευτικής αριστεράς στον τόπο μας. Αυτό το προηγούμενο δημιουργεί ένα σκηνικό ,όπου η λέξη αριστερά και οι συνειρμοί της υφίστανται βίαιη μετάλλαξη παραπέμποντας πια όχι στην πρόοδο, αλλά στην στείρα ιδεοληπτική ψύχωση που οδηγεί στην απομόνωση και στην οδυνηρή αίσθηση ενός δυστυχούς αδιεξόδου και για την ίδια την ιστορία της αριστεράς, αλλά προπάντων για τον τόπο μας.
http://e-parembasis.blogspot.com/2011/05/blog-post_5782.html