Δεν είμαι ο φοιτητής που απαντά και εύχομαι να μην τον προσβάλω που απαντώ αντί αυτού. Δεν σου γράφω για να σε πείσω για τίποτα. Θέλω να πω κάτι όμως στα λεγόμενα σου...
Ο Θεός δεν είναι εξίσωση, ούτε μαθηματική απόδειξη. Να ξέρεις, αλλιώς προσεγγίζεται ο Θεός. Η πίστη είναι υπόθεση της ψυχής.
Σου παραθέτω το παρακάτω απόσπασμα που υπάρχει σε μια σελίδα στο διαδίκτυο http://www.oodegr.com/ (Ορθόδοξη ομάδα δογματικής έρευνας) η οποία περιέχει αρκετό υλικό για να κατατοπίσει και να διευκρινίσει αρκετά πράγματα.
«Η γιαγιά μου (1902-1996), που κατείχε γνώσεις 5ης δημοτικού, αποκτηθείσες γύρω στο 1912 στο σχολείο ενός μικρού χωριού της κρητικής υπαίθρου, θεωρούσε αυταπόδεικτο ότι ο Ήλιος γυρίζει γύρω από τη Γη και χαρακτήριζε την ιδέα περί του ηλιοκεντρικού συστήματος ανοησίες, που δεν τιμούν καθόλου τους επιστήμονες που τις υποστηρίζουν. Οι προσπάθειές μου να την πείσω για το αντίθετο απέβησαν άκαρπες. Εκείνη θεωρούσε αλήθεια αυτό που έβλεπε καθημερινά: ο Ήλιος, μια μικροσκοπική σφαίρα, γυρίζει γύρω από τη Γη, που είναι τεράστια. Ό,τι κι αν έλεγα, δε μπορούσαν να της αποδείξω τον ισχυρισμό μου.
Όσο για μένα, πιστεύω ότι ζούμε σε ένα ηλιοκεντρικό πλανητικό σύστημα και ότι οι φωτογραφίες και τα κινηματογραφικά πλάνα από το διάστημα, καθώς και τα ψηφιακά μοντέλα που αναπαριστούν το ηλιακό σύστημα, ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Το πιστεύω, δεν έχω αποδείξεις γι’ αυτό, καθώς όλα αυτά θα μπορούσαν εύκολα να έχουν κατασκευαστεί κατά φαντασία σε φωτογραφικά εργαστήρια ή πλέον και στην οθόνη ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή. Αληθινή «απόδειξη» για το ηλιοκεντρικό σύστημα θα ήταν μόνο να μπω σε μια διαστημική άκατο και να δω με τα μάτια μου τη δομή και τη λειτουργία του ηλιακού μας συστήματος.
Ας μη συνεχίσω σε αυτό το πνεύμα λέγοντας ότι, και τότε ακόμη, θα μπορούσαν να με έχουν ναρκώσει και υποβάλει σε ψευδαισθήσεις και ότι, σε τελευταία ανάλυση, δεν ξέρω βάσει αποδείξεων ότι ολόκληρος ο κόσμος όπου ζω, καθώς και η ζωή μου και ο ίδιος ο εαυτός μου δεν είναι προϊόντα ψευδαισθήσεων, και ότι δεν είμαι ένας εγκέφαλος σε πειραματική γυάλα, που του υποβάλλεται ένα όνειρο τύπου Matrix. Το μόνο για το οποίο μπορώ να είμαι βέβαιος είναι ότι υπάρχω, αφού σκέφτομαι, όπως θα έλεγε κι ο γέρο Καρτέσιος, που αντιμετώπιζε τα ίδια ερωτήματα μερικούς αιώνες πιο πριν.
Η αληθινή «απόδειξη», βάσει της οποίας πιστεύω ότι ζούμε σε ένα ηλιοκεντρικό σύστημα, είναι όχι οι φωτογραφίες κ.τ.λ., όπως είπα, αλλά τα λόγια των επιστημόνων που το βεβαιώνουν. Θεωρώ ότι οι επιστήμονες λένε την αλήθεια και δε ζούμε σε μια παγκόσμια επιστημονική συνομωσία, που μας παρουσιάζει διαστρεβλωμένη την πραγματικότητα του σύμπαντος. Γι’ αυτό το λόγο δε χρειάζεται να μπω σε διαστημική άκατο για να πιστέψω, πέρα από κάθε αμφιβολία, ότι η Γη γυρίζει γύρω από τον Ήλιο. Εμπιστεύομαι τους επιστήμονες – όχι τις προθέσεις τους, που ποικίλλουν, αλλά την παρουσίαση των υποτιθέμενων ανακαλύψεών τους. Αυτό είναι όλο.
Η γιαγιά μου όμως δεν τους εμπιστευόταν περισσότερο από τα μάτια της και τη λογική της. Φυσικά, για το μέσο άνθρωπο, η επιμονή της φαίνεται αστεία. Γιατί ο μέσος άνθρωπος, όπως εγώ, εμπιστεύεται τους επιστήμονες, κι ας του λένε κάτι που δεν το βλέπει ή μάλλον το αντίθετο από αυτό που βλέπει.
Ας μεταφέρουμε τώρα το σκεπτικό μας στην περί Θεού υπόθεση.
Το Θεό δεν Τον βλέπω, αλλά πιστεύω ότι υπάρχει γιατί κάποιοι άλλοι με βεβαίωσαν ότι είχαν προσωπική εμπειρία της παρουσίας Του στη ζωή τους. Και δεν αναφέρομαι απλώς σε «θαύματα», αλλά σε άμεσες θεοπτίες (οράσεις του Θεού), με αποκορύφωμα τη θέα του ακτίστου Φωτός, «του Φωτός που δεν είναι Φως και γνωρίζει τους ανθρώπους με το όνομά τους», για να χρησιμοποιήσω το όνομα που του έδωσε ο Nilus Stryker, ένας Αμερικανός βουδιστής ιερέας, που μετά από ένα πολυήμερο ορθόδοξο χριστιανικό βίωμα μεταστράφηκε στην ορθοδοξία.
Αντίθετα, πολλοί επιστήμονες ή φίλοι της επιστήμης πιστεύουν ότι δεν υπάρχει Θεός και ότι όλες ανεξαιρέτως οι μαρτυρίες για την ύπαρξή Του οφείλουν να ερμηνευθούν με τους όρους της ψυχολογίας ή, αν δε μπορούν να ερμηνευθούν με αυτούς, πολύ απλά συνιστούν ψεύδη και μύθους. Δεν προβληματίζονται καθόλου από το γεγονός ότι πολλές περιπτώσεις θαυμάτων ή θεοπτικών εμπειριών δεν ταιριάζουν στα δυτικά ερμηνευτικά μοντέλα. Τις κατατάσσουν στα ψεύδη με συνοπτικές διαδικασίες και φυσικά χωρίς να προβληματίζονται μήπως είναι επιστημονικά σωστό να τις ερευνήσουν περισσότερο. Έχουν εκ των προτέρων υιοθετήσει μια συγκεκριμένη κοσμοθεωρία, εντός της οποίας δε χωράει ο Θεός (παρά μόνο ίσως ως μια ασήμαντη υπόθεση, με ελάχιστη πιθανότητα αλήθειας, που φυσικά δεν επηρεάζει καθόλου την καθημερινή τους ζωή), επομένως είναι ήσυχοι. Καμία μαρτυρία δε μπορεί να τους προβληματίσει.
Κάποτε επισήμανα σε κάποιο φυσικό, αυτοχαρακτηριζόμενο ως άθεο, ότι ο καθηγητής της Ιατρικής Αθηνών Γεώργιος Παπαζάχος αναφερόταν ευθέως στο ασύλληπτο διορατικό χάρισμα του Γέροντα Πορφύριου. Ο φίλος μου είχε έτοιμη την απάντηση: κάποιοι επιστήμονες λένε ψέματα, για να εντυπωσιάσουν και να αυξήσουν τη φήμη τους.
Φυσικά δεν θα έλεγε κάτι τέτοιο αν ισχυριζόμουν ότι δεν υπάρχει DNA. Ο ίδιος πιθανότατα έχει το επιστημονικό υπόβαθρο να δει το DNA με τα κατάλληλα όργανα και να πιστοποιήσει με τα ίδια του τα μάτια την ύπαρξή του. Υπάρχει αντίστοιχο υπόβαθρο για την πιστοποίηση της ύπαρξης του Θεού; Ο μέσος άνθρωπος νομίζει ότι η απάντηση είναι αρνητική. Και δεν αναρωτιέται παραπέρα. Το περί Θεού ερώτημα είναι γι’ αυτόν καθαρά θεωρητικό και ανήκει στο ιστορικό παρελθόν – δεν έχει συνέπειες για τη ζωή του.
Στην πραγματικότητα, η απουσία του Θεού έχει σοβαρές συνέπειες για τη ζωή του, αλλά δεν το ξέρει. Έχοντας χάσει την αναφορά του στο Θεό, την υποκαθιστά με αναφορά στη δύναμη, στο χρήμα ή στις απολαύσεις, μέχρι και σε πρακτικές εντελώς ανόητες και φθοροποιές, όπως ο εθισμός στο τζόγο και το shopping therapy – που πιθανόν μεγαλώνουν το κενό και τη μοναξιά του. Υποτιμώντας ως μύθο τη διδασκαλία περί ομοίωσης με το Θεό, αναζητά την τελειότητα σε επικίνδυνους δρόμους, που ήδη μας έχουν στοιχίσει την καταστροφή του περιβάλλοντος, δύο παγκόσμιους πολέμους και πλήθος νευρώσεων και ψυχώσεων σε όλη την έκταση του «προοδευμένου» κόσμου. Μη έχοντας πια επαρκές κίνητρο για να αγαπήσει τον πλησίον, ιδίως εκείνον που δεν είναι «αξιαγάπητος», κλείνεται στον εαυτό του όλο και περισσότερο, υποκαθιστώντας ενίοτε τη συντροφικότητα με την παρηγοριά που του προσφέρουν τα χειροποίητα νέα είδωλα, όπως το διαδίκτυο. Γενικά, βασανίζεται σαν τον Τάνταλο, το μεγάλο κολασμένο του αρχαίου μύθου, που πεινούσε και διψούσε, αλλά τα κλαδιά των οπωροφόρων υψώνονταν, όταν άπλωνε τα χέρια του, και το ποτάμι, μέσα στο οποίο βρισκόταν, χαμήλωνε όταν έσκυβε για να πιει. Η πραγματικότητά του, αλίμονο, τόσο ελεύθερη από το Θεό, είναι μια γήινη εκδοχή της κόλασης. Αν δε με πιστεύετε, δείτε μια μόνο μέρα το δελτίο ειδήσεων.
Επομένως το περί Θεού ερώτημα είναι γι’ αυτόν ζωτικής σημασίας. Αλλά, αν επιχειρήσουμε να του το εξηγήσουμε, θα αντιδράσει έντονα, γιατί θίγεται η πίστη του στη φανταστική ελευθερία του από ό,τι θεωρεί δεισιδαιμονία του παρελθόντος.
Τι είναι οι άγιοι; Οι άνθρωποι που ενώθηκαν με το Θεό σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ όσο ο μέσος άνθρωπος. Αυτοί είναι οι επιστήμονες της δικής μας υπόθεσης, αυτοί που βεβαιώνουν ότι υπάρχει ο Θεός. Και μπορούν να το αποδείξουν – μόνο που η απόδειξη που παρέχουν δεν είναι η παρουσίαση του Θεού μ’ ένα μικροσκόπιο ή τηλεσκόπιο, όπου θα μπορούσαμε να Τον δούμε θρονιασμένο στα βάθη του κυττάρου ή στις εσχατιές του σύμπαντος. Αυτού του είδους οι αποδείξεις ανήκουν σε άλλες επιστήμες.
Η απόδειξη που παρέχουν οι άγιοι προϋποθέτει τη μίμηση της αγάπης τους. Για να κοιτάξεις στο τηλεσκόπιο ή στο μικροσκόπιο δεν προϋποτίθεται ταπείνωση και ηθική καθαρότητα. Για να κοιτάξεις το Θεό όμως η ταπείνωση και η ηθική καθαρότητα είναι η μόνη και απαραίτητη προϋπόθεση, και πρέπει να φτάσει στο ανώτατο εφικτό για άνθρωπο σημείο – που είναι πολύ πέρα από αυτό που νομίζει «εφικτό» ή ακόμη και ηθικό ο σύγχρονος νους, ο μπερδεμένος μέσα στην υποτιθέμενη ανώτερη ουμανιστική ηθική του. Οι άγιοι το έχουν εξηγήσει αυτό πολλές φορές και το έχουν επισημάνει με κάθε δυνατό τρόπο. Αφήνουμε τα λόγια τους σε δύο τάξεις ανθρώπων, που τις περιφρονούμε ως υπολείμματα της προϊστορίας, στους παπάδες και τις γιαγιάδες.
Ο μέσος άνθρωπος δεν είναι διατεθειμένος να προχωρήσει σε τέτοιες θυσίες. Υποκρίνεται λοιπόν ότι δεν καταλαβαίνει πως κάθε επιστήμη έχει τις δικές της μεθόδους και της δικές της αποδείξεις, και απαιτεί από τους αγίους αποδείξεις παρόμοιες μ’ εκείνες των θετικών επιστημών. Όσο δεν του προσφέρονται τέτοιες αποδείξεις, μπορεί να κοιμάται ήσυχος: ο Θεός «δεν έχει αποδειχτεί», είναι μια «αμφισβητούμενη υπόθεση».