Το θέατρο το αγαπώ όπως ο ποδοσφαιρομανής την μπάλα. Κάθε εβδομάδα βλέπω τουλάχιστον δυο παραστάσεις. Εδώ και χρόνια. Σε όλη τη...
χώρα. Σε μερικές βρίσκω αυτό που αναζητώ. Το ταξίδι.
Όταν το κείμενο δεν είναι φο-μπιζού που λάμπει μόνο στη μαρκίζα ή στο πρόγραμμα ή στους ιδιοτελείς καλαμαράδες, τότε γίνεται διαβατήριο, εισιτήριο, μεταφορικό μέσο, διάδρομος απογείωσης, γίνεται η μεγάλη ευκαιρία να ταξιδέψεις. Σε κόσμους που μόνο η ψυχή σου λαχταρούσε, σε γωνιές της που δεν έψαξες, σε συναισθήματα που δεν ήξερες ότι μπορούσες να γεννήσεις. Γίνεσαι ένα πλάσμα χωρίς το κέλυφος, χωρίς το καβούκι του, γίνεσαι ένας άνθρωπος έτσι όπως η καθημερινότητα δεν αφήνει να είσαι.
Εν προκειμένω, το έργο του Χίλελ Μίτελπουνκ «σκουλήκια», που μετάφρασε ο Κωνσταντίνος Καγιάννης, ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Δυνατό, οικουμενικό, πανανθρώπινο και διαχρονικό, εξερευνά τις ανθρώπινες αδυναμίες και τις ανάγκες συνάμα, που μια αφορμή ξεμπροστιάζει πολύ εύκολα. Εδώ έχουμε τη διεκδίκηση, φαινομενικά τουλάχιστον, ενός σπιτιού, μιας σπιθαμής γης από έναν άνδρα και μια γυναίκα..
Ουσιαστικά είναι πολλά πράγματα μαζί. Είναι το ξεκαθάρισμα της ταυτότητας αρσενικού-θηλυκού, είναι η αιώνια διαμάχη του ποιος έχει το πάνω χέρι, είναι και η αλληλεξάρτηση και ο ιστός που υφαίνει η ίδια η φύση γύρω από τα δυο όντα, είναι η ανεξαρτήτως φύλου αναζήτηση της συντροφικότητας, η ανάγκη συνύπαρξης ανθρώπου με άνθρωπο, με όποιο κόστος για να ισορροπήσει ο εσωτερικός κόσμος του εξ ανάγκης μοναχικού , είναι ένα πείραμα αξιολόγησης του «τα ετερώνυμα έλκονται», είναι αγωνιώδης έρευνα του μισού για το άλλο μισό, είναι το «δώρο» της προσφοράς χωρίς αντίκρισα, είναι μια απόδειξη του πώς μπορούν δυο εκ διαμέτρου αντίθετες ανθρώπινες συμπεριφορές, που στοιχειοθετούν χαρακτήρες, να τιθασευτούν από μια και μόνο ανάγκη. Της συντροφικότητας.
Τα λιγότερα που αποκομίζει ο θεατής από την συγκεκριμένη παράσταση. Τα πιο πολλά, είναι ζήτημα εκτιμήσεων λεπτομερειών. Η παράσταση ήρθε από Αθήνα και θα μείνει στη Θεσσαλονίκη μέχρι την Κυριακή 29 του μηνός.
Η ταυτότητά της:
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΜΑΝΟΣ ΠΕΤΟΥΣΗΣ
ΣΚΗΝΙΚΑ-ΚΟΥΣΤΟΥΜΙΑ: ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΟΤΣΟΣ
ΦΩΤΙΣΜΟΙ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΠΕΛΗΣ
ΜΟΥΣΙΚΗ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ: ΤΑΣΟΣ ΝΟΥΣΙΑΣ, ΜΑΡΛΕΝΕ ΚΑΜΙΝΣΚΙ
ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ART MINDS – ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΚΟΥΝΤΑΡΑΣ, ΔΑΦΝΗ ΜΟΥΣΤΑΚΛΙΔΟΥ
Η παράσταση ευτύχησε να σκηνοθετηθεί από τον Μάνο Πετούση, που έστησε ένα λιτό αλλά ατμοσφαιρικό σκηνικό, αδιαφόρησε για την εθνική ταυτότητα του τόπου, και καλά έκαμε αφού τον ήρωα- Ααρών θα μπορούσε να τον λέγανε Κώστα, Τζών, Πήτερ ή Γιουσούφ. Με σεβασμό στο κείμενο, δεν άπλωσε την παράσταση σε παραπάνω από ενενήντα λεπτά και επειδή προσωπικά δε με ενδιαφέρει πώς γεννήθηκε η συνεργασία του με τον Νούσια, δεν θα αναφερθώ σε ό,τι διέρρευσε σχετικά με αυτό, θα πω όμως, ότι και η μουσική και τα φώτα και τα σκηνικά, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο «πέρασμα» των δρώμενων από τη σκηνή στην πλατεία.
Το μεγάλο συν βέβαια αυτής της παράστασης είναι ο Τάσος Νούσιας. Εξαιρετικός ηθοποιός. Συγκλονιστικός Ααρών, ερμηνεία-κέντημα. Αξίζει να δείτε την παράσταση μόνο για αυτό. Τον άλλο ρόλο επωμίστηκε η σύζυγός του, όπως διάβασα εκ των υστέρων, Γερμανίδα ηθοποιός Μαρλένε Καμίνσκι, με πολλές περγαμηνές στο ενεργητικό της. Παρότι υπήρχε σκοπιμότητα στην επιλογή της για να εξυπηρετήσει, ίσως, συγγραφική επιταγή, δε με ενθουσίασε. Λίγη σημασία έχει. Εσάς μπορεί να σας αρέσει η ιδιότυπη προφορά της στα ελληνικά.
Μη χάσετε την παράσταση. Είναι πολλαπλό το κέρδος, για κάθε θεατρόφιλο
Όταν το κείμενο δεν είναι φο-μπιζού που λάμπει μόνο στη μαρκίζα ή στο πρόγραμμα ή στους ιδιοτελείς καλαμαράδες, τότε γίνεται διαβατήριο, εισιτήριο, μεταφορικό μέσο, διάδρομος απογείωσης, γίνεται η μεγάλη ευκαιρία να ταξιδέψεις. Σε κόσμους που μόνο η ψυχή σου λαχταρούσε, σε γωνιές της που δεν έψαξες, σε συναισθήματα που δεν ήξερες ότι μπορούσες να γεννήσεις. Γίνεσαι ένα πλάσμα χωρίς το κέλυφος, χωρίς το καβούκι του, γίνεσαι ένας άνθρωπος έτσι όπως η καθημερινότητα δεν αφήνει να είσαι.
Εν προκειμένω, το έργο του Χίλελ Μίτελπουνκ «σκουλήκια», που μετάφρασε ο Κωνσταντίνος Καγιάννης, ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Δυνατό, οικουμενικό, πανανθρώπινο και διαχρονικό, εξερευνά τις ανθρώπινες αδυναμίες και τις ανάγκες συνάμα, που μια αφορμή ξεμπροστιάζει πολύ εύκολα. Εδώ έχουμε τη διεκδίκηση, φαινομενικά τουλάχιστον, ενός σπιτιού, μιας σπιθαμής γης από έναν άνδρα και μια γυναίκα..
Ουσιαστικά είναι πολλά πράγματα μαζί. Είναι το ξεκαθάρισμα της ταυτότητας αρσενικού-θηλυκού, είναι η αιώνια διαμάχη του ποιος έχει το πάνω χέρι, είναι και η αλληλεξάρτηση και ο ιστός που υφαίνει η ίδια η φύση γύρω από τα δυο όντα, είναι η ανεξαρτήτως φύλου αναζήτηση της συντροφικότητας, η ανάγκη συνύπαρξης ανθρώπου με άνθρωπο, με όποιο κόστος για να ισορροπήσει ο εσωτερικός κόσμος του εξ ανάγκης μοναχικού , είναι ένα πείραμα αξιολόγησης του «τα ετερώνυμα έλκονται», είναι αγωνιώδης έρευνα του μισού για το άλλο μισό, είναι το «δώρο» της προσφοράς χωρίς αντίκρισα, είναι μια απόδειξη του πώς μπορούν δυο εκ διαμέτρου αντίθετες ανθρώπινες συμπεριφορές, που στοιχειοθετούν χαρακτήρες, να τιθασευτούν από μια και μόνο ανάγκη. Της συντροφικότητας.
Τα λιγότερα που αποκομίζει ο θεατής από την συγκεκριμένη παράσταση. Τα πιο πολλά, είναι ζήτημα εκτιμήσεων λεπτομερειών. Η παράσταση ήρθε από Αθήνα και θα μείνει στη Θεσσαλονίκη μέχρι την Κυριακή 29 του μηνός.
Η ταυτότητά της:
ΣΚΗΝΟΘΕΣΙΑ: ΜΑΝΟΣ ΠΕΤΟΥΣΗΣ
ΣΚΗΝΙΚΑ-ΚΟΥΣΤΟΥΜΙΑ: ΚΩΣΤΑΣ ΜΠΟΤΣΟΣ
ΦΩΤΙΣΜΟΙ: ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΠΕΛΗΣ
ΜΟΥΣΙΚΗ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΟΥΝ: ΤΑΣΟΣ ΝΟΥΣΙΑΣ, ΜΑΡΛΕΝΕ ΚΑΜΙΝΣΚΙ
ΒΟΗΘΟΣ ΣΚΗΝΟΘΕΤΗ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΓΙΑΝΝΗΣ
ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑ: ART MINDS – ΓΙΑΝΝΗΣ ΓΚΟΥΝΤΑΡΑΣ, ΔΑΦΝΗ ΜΟΥΣΤΑΚΛΙΔΟΥ
Η παράσταση ευτύχησε να σκηνοθετηθεί από τον Μάνο Πετούση, που έστησε ένα λιτό αλλά ατμοσφαιρικό σκηνικό, αδιαφόρησε για την εθνική ταυτότητα του τόπου, και καλά έκαμε αφού τον ήρωα- Ααρών θα μπορούσε να τον λέγανε Κώστα, Τζών, Πήτερ ή Γιουσούφ. Με σεβασμό στο κείμενο, δεν άπλωσε την παράσταση σε παραπάνω από ενενήντα λεπτά και επειδή προσωπικά δε με ενδιαφέρει πώς γεννήθηκε η συνεργασία του με τον Νούσια, δεν θα αναφερθώ σε ό,τι διέρρευσε σχετικά με αυτό, θα πω όμως, ότι και η μουσική και τα φώτα και τα σκηνικά, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στο «πέρασμα» των δρώμενων από τη σκηνή στην πλατεία.
Το μεγάλο συν βέβαια αυτής της παράστασης είναι ο Τάσος Νούσιας. Εξαιρετικός ηθοποιός. Συγκλονιστικός Ααρών, ερμηνεία-κέντημα. Αξίζει να δείτε την παράσταση μόνο για αυτό. Τον άλλο ρόλο επωμίστηκε η σύζυγός του, όπως διάβασα εκ των υστέρων, Γερμανίδα ηθοποιός Μαρλένε Καμίνσκι, με πολλές περγαμηνές στο ενεργητικό της. Παρότι υπήρχε σκοπιμότητα στην επιλογή της για να εξυπηρετήσει, ίσως, συγγραφική επιταγή, δε με ενθουσίασε. Λίγη σημασία έχει. Εσάς μπορεί να σας αρέσει η ιδιότυπη προφορά της στα ελληνικά.
Μη χάσετε την παράσταση. Είναι πολλαπλό το κέρδος, για κάθε θεατρόφιλο
kavalanet.gr