Το Ευρωπαϊκό Σύμφωνο για την Μετανάστευση επικυρώθηκε από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στην Σύνοδο Κορυφής που έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες (15 και 16 Οκτωβρίου). Σε αυτό δηλώνεται ότι "Η Ευρωπαϊκή Ένωση.δεν έχει τους πόρους ώστε να υποδεχθεί αξιοπρεπώς όλους τους μετανάστες που ελπίζουν να βρουν μία καλύτερη ζωή εδώ. Η κακή διαχείριση της μετανάστευσης μπορεί να αναστατώσει την κοινωνική συνοχή των χωρών προορισμού". Γι αυτό η μεταναστευτική πολιτική θα πρέπει να λαμβάνει υπ όψιν της την χωρητικότητα υποδοχής της Ευρώπης από πλευράς της αγοράς εργασίας της, της κατοικίας, και των υπηρεσιών υγείας, εκπαίδευσης και κοινωνικών υπηρεσιών. Πιο συγκεκριμένα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο θεωρεί ότι η νόμιμη μετανάστευση θα πρέπει να είναι το αποτέλεσμα μίας επιθυμίας τόσο του μετανάστη όσο και της χώρας υποδοχής για το κοινό τους όφελος. Η μετανάστευση προς την χώρα μας μετά το 1990 δεν ήταν αποτέλεσμα μίας επιθυμίας του Ελληνικού Κράτους για οργανωμένη εισροή μεταναστών προς κάλυψη συγκεκριμένων αναγκών της αγοράς εργασίας, αλλά ήταν αποτέλεσμα αδυναμίας φύλαξης των συνόρων και αδυναμίας εφαρμογής μίας πολιτικής συστηματικής αποτροπής και επαναπατρισμού των παρανόμων μεταναστών!
Οι αλλοδαποί που εισέρχονται παράνομα στην Ελλάδα, στη μεγάλη τους πλειονότητα έχουν τελικό σκοπό να φτάσουν σε κάποια άλλη ευρωπαϊκή χώρα, βλέποντας τη χώρα μας σαν διαμετακομιστικό κόμβο. Έτσι, βασική τους επιδίωξη είναι να μη συλληφθούν, οργανώνοντας αναπόσπαστοι τα σχέδια φυγής τους προς τη Δύση. Όταν οι λαθρομετανάστες πέφτουν στα χέρια των ελληνικών αρχών, κατά κανόνα αποφεύγουν να καταθέσουν αίτηση ασύλου, καθώς σύμφωνα με την ευρωπαϊκή συνθήκη του Δουβλίνου το βάσιμο της αίτησης αυτής πρέπει να εξεταστεί αποκλειστικά και μόνο στην Ελλάδα. Αυτό σημαίνει ότι εάν στο μεταξύ καταφέρουν να περάσουν σε άλλη ευρωπαϊκή χώρα και συλληφθούν εκεί, θα απελαθούν οπωσδήποτε πίσω στην Ελλάδα.
Στην Ελλάδα η μετανάστευση ως τομέας διαχείρισης και εφαρμογής της δη?όσιας πολιτικής έχει ασταθή χαρακτήρα διότι εξελίσσονται ραγδαία τα στοιχεία του φαινομένου (αριθμός μεταναστών, προέλευση, κατεύθυνση, στρατηγικές εισόδου στην αποδέκτρια χώρα) και αντίστοιχα αλλάζουν οι στόχοι της μεταναστευτικής πολιτικής.
Για να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά αυτές οι ιδιαιτερότητες του μεταναστευτικού ζητήματος πρέπει να δοθούν λύσεις στηριζόμενες σε :
. Ενεργητικές πολιτικές για την απασχόληση μεταναστών εργαζομένων.
. Έμφαση στις σχέσεις ?ε τις χώρες προέλευσης μεταναστών(για διευκόλυνση του επαναπατρισμού όσων το επιθυμούν και περιορισμό της παράνομης μετανάστευσης)
. Αναδιοργάνωση των μέτρων ελέγχου της παράνομης μετανάστευσης ? Εμφαση στους εσωτερικούς ελέγχους.
Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε όλοι ότι σ' αυτό το θέμα δεν υπάρχει ο "από μηχανής θεός" που θα δώσει την λύση, καθώς είναι ένα ζήτημα με πολλές πλευρές : την ανθρωπιστική πλευρά, την πλευρά που αφορά την οικονομία και την απασχόληση, αλλά και την πλευρά που αφορά την ασφάλεια και την εγκληματικότητα.
Οι νό?οι και τα διατάγ?ατα που υιοθέτησαν οι ελληνικές κυβερνήσεις, στην ουσία 'αντέδρασαν' σε καταστάσεις ήδη παγιω?ένες στην ελληνική κοινωνία: παράνομη διαμονή μεταναστών, παράνομη απασχόληση τους, έλλειψη πρόσβασης σε βασικές υπηρεσίες για τους μετανάστες και τις οικογένειες τους, αυξανόμενη δυσφορία του γηγενούς πληθυσμού για μια κατάσταση που ο απλός πολίτης αντιλαμβάνεται ως 'εκτός ελέγχου'.
Το ελληνικό κράτος δεν είναι σε θέση να στηρίξει τους ίδιους τους Έλληνες, πόσο μάλλον την μάζα μεταναστών, αυτό έχει ως αποτέλεσμα την εξώθηση τους σε συμπεριφορές εγκληματικές.
Έχει παρατηρηθεί ότι για τους Έλληνες η προσέγγιση της εγκληματικότητας διακρίνεται από προχειρότητα, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία συμπεριφορών, οι οποίες χαρακτηρίζονται από τον νομοθέτη εγκληματικές, αποτελείται από πλημμελήματα, η πλειοψηφία των οποίων δεν έχει ιδιαίτερο εγκληματολογικό ενδιαφέρον, καθώς σχετίζεται με την καθημερινή οικονομική και κοινωνική δραστηριότητα, όπως πχ. τα τροχαία ατυχήματα, οι παραβιάσεις εργατικών ή ασφαλιστικών νόμων, φορολογικές παραβάσεις, έκδοση ακάλυπτων επιταγών. Σε αυτές τις κατηγορίες αδικημάτων οι μετανάστες έχουν εκ των πραγμάτων ασήμαντη συμμετοχή.Από την πλευρά του κράτους πρέπει να ασκείται η απέλαση στους λαθρομετανάστες και στους μετανάστες με εγκληματική συμπεριφορά.
Η απέλαση, στα πλαίσια του ισχύοντος ελληνικού δικαίου, διακρίνεται σε διοικητική, η οποία συνιστά ατομική διοικητική πράξη που στοχεύει στην απομάκρυνση ανεπιθύμητων αλλοδαπών από την εθνική επικράτεια για λόγους δημοσίου ή κοινωνικού συμφέροντος (: άρθρο 76 Ν.3386/2005), και σε δικαστική, η οποία επιβάλλεται, κατά την κρατούσα άποψη, ως μέτρο ασφαλείας από τον ποινικό δικαστή κατά κανόνα δυνητικά σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 74 Π.Κ., με εξαίρεση την καταδίκη του αλλοδαπού σε κάθειρξη για εμπορία ναρκωτικών, όπου, κατά το άρθρο 34 παρ. 2 του Ν.3459/2006, διατάσσεται υποχρεωτικά. Η εφαρμογή της υφισταμένης νομοθεσίας και του νόμου "περί αλλοδαπών" που προβλέπει την διοικητική απέλαση του λαθρομετανάστη μέσα σε λίγες ημέρες, δεν έχει καμία σχέση με τον ρατσισμό ή την ξενοφοβία. Η προστασία της ζωής, της τιμής και της περιουσίας των Ελλήνων πολιτών είναι συνταγματικά κατοχυρωμένη. Η εθνική προτεραιότητα στην εργασία για τους Έλληνες εργαζομένους είναι στοιχειώδης υποχρέωση της Πολιτείας. Αντιθέτως ο ρατσισμός, η φυλετική βία και οποιαδήποτε μορφή ολοκληρωτισμού είναι καταδικαστέα.
Όμως η απέλαση σε πολλές χώρες κοστίζει πολύ ακριβά, οπότε γίνεται με το σταγονόμετρο. Το πιο σύνηθες αποτέλεσμα είναι, μετά την κράτηση του αλλοδαπού (συνήθως διαρκεί από μερικές μέρες μέχρι έξι μήνες) να του δοθεί ένα υπηρεσιακό σημείωμα, στο οποίο καταγράφονται τα στοιχεία του και αναγράφεται ότι υποχρεούται να εγκαταλείψει τη χώρα εντός 30 ημερών με δική του ευθύνη.Με το χαρτί αυτό ανά χείρας και για ένα μήνα οι παράνομοι μετανάστες δεν απειλούνται με κράτηση από τις αρχές. Συνήθως κατευθύνονται στην Αθήνα, όπου προσπαθούν να δικτυωθούν για να περάσουν στη Δυτική Ευρώπη, με ενδιάμεσους σταθμούς κυρίως την Πάτρα και την Ηγουμενίτσα.
Δ.Κ. Φοιτητής Νομικών Επιστημών
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ