Πόσο δύσκολο μπορεί να ‘ναι για κάποιον που κάθεται μπροστά από έναν υπολογιστή πολλές ώρες ημερησίως, καταγράφοντας για...
επαγγελματικούς, («βιοποριστικούς» ο ίδιος δικαιολογείται απέναντι στην εικόνα του καθρέπτη) λόγους, την καθημερινότητα, τα αίτια και τα επιγενόμενά της, να μιλήσει για δικές του σκέψεις, δικές του εικόνες, φοβίες, σκιάχτρα που κουρνιάζουν εδώ και μήνες στις κυψέλες του εγκεφάλου, άγχη, αλήθειες; Κάποιες φορές, ειλικρινά, πολύ δύσκολο.
Υπάρχουν φορές που τα πλήκτρα χορεύουν μόνα τους, λες και από μια μαγική, απροσδιόριστη συνομωσία μπορούν να διαβάζουν αγόγγυστα, άμεσα, αφιλτράριστα τα ερεθίσματα και το υποσυνείδητο… Και να τ’ αποτυπώνουν στην οθόνη. Να σχηματίζουν λέξεις, προτάσεις. Προτάσεις που μιλούν για αλήθειες. Άλλες φορές του υπογράφοντος, άλλες πάλι φορές των άλλων. Πολλές φορές ανέντιμα, εσκεμμένα υποψιάζουν μπερδεύοντας αίτιο κι αιτιατό, θύτη και θύμα, ακούσιο κι εκούσιο, θολώνουν τα νερά για να μιλήσουν γι’ αλήθειες που δεν είναι, που θα μπορούσαν να ’ναι αλλά δεν είναι, των άλλων. Άλλες πάλι φορές όχι…
Χωρίς περιστροφές και χωρίς την παραμικρή προσπάθεια σ’ αυτό το σημείωμα να υπάρξει αρχή, μέση και τέλος, αλλά «δια ταύτα», χωρίς δομή, φίλτρα, δεύτερες σκέψεις: ζήλεψα στο άκουσμα της είδησης ότι χιλιάδες Ισπανών πολιτών μαζεύονται καθημερινά στην κεντρική πλατεία της Μαδρίτης διαδηλώνοντας την αγανάκτησή τους. Διαμηνύοντας στο πολιτικό προσωπικό της χώρας που έπαψαν να εμπιστεύονται ότι θα τους χαλάσουν τον ύπνο για όσο εκείνοι τους αρνούνται το δικαίωμα στ’ όνειρο. Παιγνίδι του υποσυνείδητου θα πρέπει να ‘ναι που η εικόνα τους, το μήνυμά τους, πήγε και παραλληλίστηκε όχι τόσο με την πλατεία Ταχρίρ, όπως δικαιολογημένα παρατήρησαν κάποιοι, αλλά με τις κατάμεστες από κόσμο πλατείες του Βελιγραδίου χρόνια πριν. Κατάμεστες από ανθρώπους με καθαρό, κρυστάλλινο βλέμμα, με την κονκάρδα «στόχο» στο πέτο, που καλωσόριζαν με τραγούδια, μπύρες, θάρρος και πολιτισμό, τις βόμβες του Μπιλ Κλίντον και των Ευρωπαίων υποστηρικτών του. Εκείνες που ακόμα κι όταν δεν έβρισκαν τον στόχο τους, κατάφερναν να καταστρέψουν κάθε τετραγωνικό χιλιοστό της παραγωγικής γης, να επιφέρουν ένα ισχυρό, καθοριστικό και υπολογισμένο πλήγμα στην καθημερινότητα, στην σκέψη και στην διανόηση αυτής της χώρας. Το τίμημα, το βαρύ αντίτιμο της αποκοτιάς τους όμως είναι αυτό που τελικά είχε σημασία στον δικό μου αξιακό κώδικα. Γι’ αυτό φαντάζομαι το θυμάμαι ακόμα. Θα πρέπει να ‘σαι πεπεισμένος βαθιά, σκέφτομαι τώρα, για να πάρεις το παιδί σου αγκαλιά και να πας να σταθείς σε μια πλατεία για να υποδεχθείς τον θάνατο. Ώριμοι, αποφασισμένοι, δεν πήγαν στα καταφύγια, δεν κρύφθηκαν, δεν ασέλγησαν, δεν φόρεσαν κουκούλες… Διεκδίκησαν τ’ όνειρο, χωρίς υπεκφυγές, χωρίς περιστροφές, χωρίς προμετωπίδες… Έτσι απλά.