tromaktiko: Στον καθρέφτη θα κοιταχτούμε ποτέ;

Τρίτη 14 Ιουνίου 2011

Στον καθρέφτη θα κοιταχτούμε ποτέ;



Πολλοί είναι αυτοί που έσπευσαν το τελευταίο διάστημα να εμπλακούν με την έκφραση αγανάκτησης από τους πολίτες, με τον τρόπο που αυτή εκφράστηκε...
αλλοι πάλι να το κατακρίνουν, άλλοι να παρουσιάσουν τη δική τους δράση ή αντίδραση. Βλέποντας κι από κοντά όλο αυτό τον κόσμο που έχει βγεί σε πλατείες και δρόμους στην Ελλάδα, μπορεί να βγάλει και κάποια συμπεράσματα:



Οποιαδήποτε μορφή έκφρασης αντίθεσης σε όλη αυτή την κατάσταση που ζούμε, δεν μπορεί παρά να είναι θετική. Από κάπου θα πρέπει να αρχίσει ο κόσμος να μιλά, να εκφράζεται, να αντιδρά. Το θέμα όμως είναι απέναντι σε τι, και τι έχοντας να αντιπροτείνει. Διαφωνώ κάθετε με το ύφος, την έπαρση και την εν γένη παρουσία του Πάγκαλου στην πολιτική ζωή. Είμαι υποχρεωμένος όμως κάνοντας και την αυτοκριτική μου, να παραδεχτώ πως έχει πει δυο σωστά τον τελευταίο καιρό. Το μαζί τα φάγαμε(δεν φάγαμε τα ίδια όμως..), κι ότι η πολιτική δεν γίνεται με Like, unlike, tag κλπ. Και για τα δύο φταίμε εμείς, σαν πολίτες, γιατί ναι μεν το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι, αλλά δεν είμαστε ηλίθιοι να μην καταλαβαίνουμε τι θα μας συμβεί. Αντίθετα σαν κοινωνία νομίζω ήμασταν κι εξακολουθούμε σε μεγάλο βαθμό να είμαστε αλαζόνες, αφού θεωρούσαμε πως τα πάντα θα πηγαίνουν προς το καλύτερο. Εδώ καλό είναι να κάνουμε μια ιστορική αναδρομή, ενθυμούμενοι όσοι μπορούμε χαρακτήρες από επαγγελματικές τάξεις των τελευταίων τριάντα χρόνων. Μέλη της κοινωνίας μας
ήταν:

Η κυρία Βάσω, δασκάλα στη δεκαετία του 80, που έγραφε στο βιβλιάριο του δημοσίου καλσόν, carroten, γυαλιά ηλίου, ζυγαριές, παπούτσια (τα βάφτιζε ανατομικά) και δεν πλήρωνε τίποτα γι αυτά, αφού το δημόσιο τα δικαιολογούσε.
Ο κύριος Τάκης φαρμακοποιός, που της εξηγούσε πως μπορούσε να φέρνει και το βιβλιάριο του άντρα της, της ξαδέρφης της Ρούλας, κι όποιου άλλου για να δικαιολογούν κι άλλα πράγματα. Ο αδερφός του Αντώνης, παθολόγος, που σε όσους έκανε την εξυπηρέτηση ο Τάκης, του έδινε και τα βιβλιάρια για να γράψει κι από μια επίσκεψη (κανείς δεν έφερνε αντίρρηση).

Στην απέναντι οικοδομή έμενε ο Γιώργος, ο καλύτερος μαθηματικός στην πόλη, έκανε ιδιαίτερα προς 15000 δραχμές την ώρα, τη χρονιά που έδωσα πανελλήνιες, τμήματα έξι ατόμων, και περνούσες από casting για να σε δεχτεί για μάθημα.
Διορισμένος φυσικά στο δημόσιο, τον είχαν τρελάνει στην καταγγελία κάτι εβδομηντάχρονοι ιδιοκτήτες φροντιστηρίων, που εξακολουθούσαν να έχουν φροντιστήριο με κεκτημένη ταχύτητα της προηγούμενης δεκαετίας, όταν σε συνεννόηση με τα δυο ιδιωτικά της πόλης, γέμιζαν πελατεία που ήθελε πάση θυσία απολυτήριο για να διοριστεί στο δημόσιο. Ο Γιώργος όμως δε μασούσε.
Θυμάμαι μια μέρα που περίμενα να ξεκινήσουμε μάθημα, σε ένα διαμέρισμα που το νοίκιαζε ο δικηγόρος του, ο πρόεδρος των φροντιστών μαζί με τον εισαγγελέα ήρθε στο διαμέρισμα που μόνο κρυφό δεν ήταν σε όλη την πόλη.

Είχαμε λάβει οδηγίες όμως πώς να συμπεριφερθούμε! Πρώτα απ όλα τον μπαμπά του Γιάννη (που έκανε μάθημα μαζί μας) θα κάναμε πως δεν τον γνωρίζαμε, εμείς απλά τάβλι παίζαμε, και διαβάζαμε μαζί, μην μαθευτεί ότι στο διαμέρισμα ήταν κι ο γιος του..(Ελληνική δικαιοσύνη..) Την ίδια περίοδο, κι ενώ η επιτυχία μου στις πανελλήνιες ήταν στα χέρια των καλύτερων, η ζωή του πατέρα μου ήταν και πάλι στα χέρια των καλύτερων. Μπαι πας εκείνη την εποχή, μόνο στην Αγγλία, και δυο τρεις γιατροί στην Ελλάδα.

Αναμονή σε δημόσιο νοσοκομείο, πάνω από πέντε μήνες. Ευτυχώς όμως είχαμε ο θείο, υποψήφιος βουλευτής εκείνη την εποχή. Αυτό και τρία εκατομμύρια δραχμές, σε μια βδομάδα σε έβαζαν χειρουργείο. Πάλι καλά.
Δεν χάθηκε χρόνος ούτε από το άγχος του διαβάσματος, ποιο άγχος δηλαδή, ο κύριος Θανάσης από την αρχή το έλεγε, και να μην περάσει το παιδί, θα πάει φαντάρος και θα τον βάλουμε στο δημόσιο. Γείτονας κι αυτός, τον θυμάμαι πιτσιρίκι στα μέσα της δεκαετίας του 80, που είχε ντύσει ολόκληρο το σπίτι με εκείνες τις πλαστικές λευκές σημαίες με τον ήλιο τον πράσινο. Δημόσιος υπάλληλος, κι αυτός κι η γυναίκα του, δεν κατάλαβα ποτέ τι δουλειά κάναν κι οι δυό αφού τους έβλεπα συνεχώς στο σπίτι. Το μόνο που θυμάμαι έντονα εκείνη την εποχή ήταν ένας καυγάς που ξέσπασε ανάμεσα σ αυτούς και την κυρία απ το διπλανό σπίτι, που ήταν και συγγενείς όταν ο Θανάσης της ζήτησε 100.000 δραχμές για να τη διορίσει στο δημόσιο. Είχε γίνει συνδικαλιστής και πλέον οι προσλήψεις περνούσαν κι από τους εκπροσώπους των εργαζομένων.

Ευτυχώς ξέφυγα από τη μιζέρια της μικρής επαρχιακής πόλης, όπου διάφορα τέτοια συνέχιζαν να συμβαίνουν, και βρέθηκα για σπουδές, σε μια μεγάλη φοιτητούπολη.. Η σχολή βέβαια δε με τρέλανε, αλλά τουλάχιστον είχε καλή ζωή. Τα χρόνια περνούσαν ευχάριστα, χρήμα υπήρχε μπόλικο αφού στην αρχή σε κανένα delivery, μετά κάτι έρευνες αγοράς πόρτα πόρτα που πληρωνόταν με το έντυπο(και τα γράφαμε σπίτι αφού κανείς δε μας έλεγχε) έπειτα πουλούσες και σε άλλους συμφοιτητές καμιά εργασία που έκανες, κάτι έβγαινε.. Οχι βέβαια τα λεφτά που βγάζαν κανα δυο φίλοι μου, ήταν σε παράταξη και όλα τα χρόνια με ψήναν να μπώ κι εγώ.. Εκεί τα λεφτά ήταν πολύ καλά.. πάνω από 3 εκ σε ένα βράδυ από το πάρτυ μεσα στη σχολή, μίζα από τα μπαράκια για να πηγαίνει εκεί ο κόσμος της παράταξης, εκδρομές στη Μύκονο και την Αράχωβα.. Λίγο πολύ υπήρχε ψωμί για όλους στο Πανεπιστήμιο, και στα χωράφια αυτά δεν έμπλεκε κανείς. Θυμάμαι σε μια σχολή είχαν πάρει καινούριους υπολογιστές για να φτιάξουν νησίδα ελεύθερης πρόσβασης για τους φοιτητές.. Δεν έγινε ποτέ, αφού τους υπολογιστές τους μοίρασαν οι υπεύθυνοι των παρατάξεων και τους πήραν σπίτια τους. Έγινε και μια καταγγελία, αλλά κι οι καθηγητές κι η διοίκηση δεν θέλησαν να δώσουν συνέχεια, είχε και πρυτανικές εκείνο το καλοκαίρι και δεν χρειαζόταν ένταση.. Πήγα κι εγώ και ψήφισα σε εκείνες τις πρυτανικές, με έβαλε εκλέκτορα ένας φίλος. Δεν ήταν τίποτα, ψήφισα αυτόν που βγήκε, κι απλά έπρεπε να παραδώσω βγαίνοντας τα άλλα ψηφοδέλτια σε έναν τύπο στην πόρτα για να είναι σίγουροι ότι έκανα αυτό που έπρεπε. Και πάλι καλά γιατί προς το τέλος πριν το πτυχίο, ένα μάθημα μου το καθάρισε..

πήραμε το πενταράκι. Ο φίλος μου βέβαια ήταν άλλη κατηγορία, στα τελευταία δυο έτη έφτιαχνε τις λίστες που έδινε η παράταξη στους δικούς της καθηγητές για να περνάει τον κόσμο της παράταξης. Το ίδιο έκανε κι η άλλη παράταξη και πολλές φορές τα μεγάλα κεφάλια βάζαν κόσμο ο ένας στη λίστα του άλλου, το είχανε συμφωνήσει. Βέβαια η μια είχε πολύ μεγαλύτερη δύναμη στα Πανεπιστήμια, η άλλη όμως ήταν κυβέρνηση, κι αυτοί που είχαν τον έλεγχο της παράταξης εσωκομματικά, είχαν και τα μέσα στο στρατό.. Αεροπορία όλοι..

Τα ενδιάμεσα χρόνια, δε νομίζω πως χρειάζεται να τα εξιστορήσω.. Λίγο πολύ όλοι καταλαβαίνουν το πνεύμα των γραφομένων κι όλοι μας αν κοιτάξουμε γύρω μας και στον καθρέφτη θα καταλάβουμε τι έγινε. Μέσα απ αυτή τη λογική, βλέπω ανθρώπους που σήμερα τρέμουν μην απολυθούν απ το δημόσιο, και πέρσι έλεγα "εμένα δε με πιάνουν οι μειώσει" ή "στη ΔΕΗ δεν τους παίρνει να τα κάνουν αυτά" και πάει λέγοντας. Κόσμο που αδυνατούσε να καταλάβει πως η αύξηση του ΦΠΑ ήταν από μόνη της η μεγαλύτερη μείωση μισθού που μπορούσε να του γίνει. Κόσμο που μέχρι πριν δυο χρόνια παντρέυονταν κι έβαζε δόση 800¤ για στεγαστικό, με εισόδημα κι οι δυό τους λίγο πάνω απ τα δυο χιλιάρικα. Πιτσιρικάδες - στο μυαλό - που με το εφάπαξ του μπαμπά άνοιγαν beach bar για να βγάζουν γούστα. Υπαλλήλους σε μπουγατσατζίδικο που ανοίγαν δικό τους ακριβώς απέναντι, και ασχολούνταν μετά μόνο με το ποιος θα καταγγείλει τον άλλο γιατί δεν είχε δουλειά. Εικοσάχρονες φοιτήτριες, που πέρναν 50 ευρώ μεροκάματο για να κάθονται γλάστρες στην πόρτα του club. Κι ο μπαμπάς είχε υπάλληλο στο μαγαζί, που μαζί με το ΙΚΑ του κόστιζε πάνω από 20 χιλιάρικα το χρόνο. Εφοριακούς που οι βενζίνες τους είναι περισσότερες απ το μισθό. Υπαλλήλους του ΙΚΑ που βεβαιώνουν πρόστιμα σε επιχειρήσεις χωρίς έλεγχο. Δημάρχους και δημοτικούς συμβούλους να έχουν ποσοστό σε επιχειρήσεις που υποτίθεται τις ελέγχουν.

Βουλευτές κι υποψηφίους που τη "βοήθεια" από κάποιο φίλο επιχειρηματία για τις εκλογές την περνούσαν μέσα από λογαριασμούς εταιρειών, ή δικηγόρων. Δημοσιογράφους να δουλεύουν ΝΟΜΙΜΑ στο μέσο, και ταυτόχρονα πάλι ΝΟΜΙΜΑ στο γραφείο τύπου του υπουργού. Αστυνομικούς να καυχιούνται ακόμα και σήμερα πως "δε μας κόβει τίποτα εμάς, άμα ξεσηκωθεί ο κόσμος ποιον θα στείλει?"

Κι αν κάποιος μου πει πως δεν είμαστε όλοι το ίδιο, ΔΕΝ τον πιστεύω.. Δικαιολογίες ο καθένας έχει άπειρες. Αίσθηση προσωπικής ευθύνης δεν έχουμε. Και φαίνεται αφού ακόμη το σύστημα που συντηρήσαμε, και να υπάρξουν προτάσεις για να ξεφύγουμε απ τη μιζέρια μας, δεν θα τις αφήσει να επιβιώσουν σε που όλο το χάλι που φτιάξαμε σε 40 χρόνια, θέλουμε να εξαφανιστεί ως δια μαγείας σε μια μέρα. Γινεται? Εμ δε γίνεται.. Βοήθειά μας!

Αναγνώστης
     



Εδώ σχολιάζεις εσύ!