του Ανδρέα Καρακώστα
Αγαπημένο μου ημερολόγιο, Άφησα χθες λευκές τις σελίδες σου γιατί δεν κατάφερνα να βάλω τις σκέψεις μου σε μια τάξη.
Τις λέξεις σε μια σειρά για να σχηματίσουν προτάσεις κι αυτές με τη σειρά τους να βγάζουν νόημα. Για να το κάνουν όμως θα πρέπει πρώτα να βγάλω κι εγώ. Κι εγώ δεν βγάζω!
Τέλη Ιουλίου, ο καιρός ζεστός, η θάλασσα ήρεμη, όμορφη, μοναδική, κάθομαι και τη χαζεύω επί ώρες, κι αισθάνομαι τυχερός γι’ αυτό, μα και λίγο ένοχος που μπορώ ακόμη να το καταφέρνω, υπό τις παρούσες συνθήκες. Το άσχημο της ιστορίας είναι ότι παρόλο που το σκηνικό επιτρέπει, αν δεν προτρέπει, αποδράσεις, κυριολεκτικώς και μεταφορικώς, ο νους πάει και σέρνεται γύρω απ’ όλα εκείνα που δεν θα ‘πρεπε. Έβαλε το χεράκι του κι ο Παύλος σ’ αυτό: Με πήρε και μου μαύρισε πάλι την ψυχή. Ακόμη απλήρωτος μετά από μήνες, είναι σε άθλια κατάσταση. Η Μαρίλια μεσ’ τη γκρίνια και στα υπονοούμενα… Ο ίδιος λέει πως ψάχνει απλά την αφορμή. Ότι στο τεφτέρι της σχέση τους στρογγυλοκάθεται απειλητικά μόνο η λέξη «αποκατάσταση» της επόμενης μέρας. Όλα τα υπόλοιπα τα ‘σβησε, λες και δεν υπήρξαν ποτέ γι’ αυτούς, ο έρωτες, ο πόθος, το σεξ, οι τόσες στιγμές, οι αναζητήσεις, τα όνειρα, οι ελπίδες. Στάχτη και σκόνη, πάνω σε απλήρωτους λογαριασμούς, στα ανεκπλήρωτα θέλω μιας σχέσης, δυο εξόφθαλμα διαφορετικών ανθρώπων... Είπα να μην του το πω, και δεν το έκανα. Σκέφτηκα πως πρέπει επιτέλους να ασχολούμαι με την καμπούρα μου και να πάψω να παριστάνω τον ειδήμονα που δεν είμαι και, ποτέ δεν πρόκειται πειστικά να γίνω… Κλείσαμε, αφέθηκα στις σκέψεις μου κι εκείνος στις δικές του, μ’ ένα κόμπο στο λαιμό κι εκείνο το κενό που αισθάνεσαι σε όλες σου τις αισθήσεις, όταν λίγα πλέον μπορείς να κάνεις ή να επηρεάσεις, γνωρίζοντας βαθιά ότι τα έχεις κάνει σκατά εδώ και χρόνια. Ενώ το ’ξερες, το υποψιαζόσουν, αλλά εκεί…
Ψάχνω να στρέψω τις σκέψεις μου αλλού, η θάλασσα πάντα εκεί, ο Αϊ Νικόλας λίγο πιο δεξιά, όχι επιβλητικός, αλλά στο ψηλότερο σημείο της άλλοτε ένδοξης ναυτοπολιτείας έτσι που να μην σου επιτρέψει ποτέ να τον προσπεράσεις. Εκείνος βρήκε τον τρόπο, σκέφτομαι… Σταθερή αξία στο διηνεκές. Κι εγώ ένας μαλάκας και μισός που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με συνήθειες και δανεικές επιθυμίες… Ανοίγω το pc και μαζί ψάχνω για το control της τηλεόρασης… Ωραία γκόμενα η Μαρίλια, σκέφτομαι ένοχα, θα την βρει την άκρη! Κι ο Παύλος; Το πιθανότερο, να τα πίνουμε για χρόνια μαζί, ψάχνοντας μέχρι το ξημέρωμα τα πολλά γιατί… Άντε να του την κάνει, ψάχνε για δικηγόρους, σπίτι, γωνιά να στριμώξεις ό,τι μπορεί ν’ απέμεινε… Τέλος πάντων. Μπορεί και τίποτα απ’ όλα αυτά βέβαια να μην συμβεί. Να πάρει η δικιά σου κανά μηνιάτικο, να βγει για ψώνια και να της περάσουν όλα, πεπεισμένη πως πρέπει να ζήσει αντάμα με τον καθωσπρεπισμό της, χωρίς να δώσει τροφή για σχόλια. Θα δείξει! Δανεικές ζωές, γεμάτες γραμμάτια που πληρώθηκαν κι άλλα που δεν θα πληρωθούν ποτέ, στο όνομα ενός εθιμικού δικαίου σαθρού και ψεύτικου, ικανού να εξαφανίσει σε μερικές μόνον στιγμές ό,τι όμορφο και δημιουργικό μπορεί να συνέβη, ό,τι ειλικρινές θα μπορούσε να έχει προηγηθεί.
Η τηλεόραση τα συνηθισμένα… Επαναλήψεις! Και ο υπολογιστής, εγκλωβισμένος σε ειδήσεις που δεν είναι, όσο κι αν πασχίζουν να φαντάζουν τέτοιες… Παπαριές του κώλου, αποσπασματικές και σκόπιμα δυσνόητες τόσο ώστε να μην βγάζεις συμπέρασμα στον αιώνα τον άπαντα. Δεν ξέρω κι αν ενδιαφέρεται και κανείς πλέον… Από την μέρα που τα καθίκια έστησαν την ιστορία στο Σύνταγμα, ο κόσμος λούφαξε. Υπέκυψε στις δοκιμασμένες τακτικές του αιφνίδιου, της φοροεπιδρομής και του σοκ. Κι αν τολμήσεις να πεις κάτι γι’ αυτό είσαι Τσίπρας, ψεύτης και λαϊκιστής, που αρέσκεται στο τσάι και συμπάθεια, ομολογώντας λίγος και μικρούτσικος ν’ αρθεί στο ύψος των περιστάσεων. Μανία σ’ αυτή τη χώρα με τις ταμπέλες… Χρόνια κυβερνιέται με ταμπέλες και σκιάχτρα. Θα σηκωθούν καμιά μέρα από μόνα τους και θα μας πάρει ο διάολος. Όλους μαζί. Και θα το κάνει χωρίς κουκούλες. Και σκέφτομαι: τότε θα’ναι το τραγικό. Θα’ναι ομολογία. Η ώρα της κρίσης. Δεν μου αρέσουν οι προφητείες, από φόβο, σωρευμένες υποψίες ή και ανάγκη για επιβίωση, αλλά αυτή η στιγμή στα σίγουρα θα’ρθει, γιατί η φύση εκδικείται και το κάνει ακόμη κι αν χρειαστεί να βαφτίσει ορισμένους ήρωες… Τέλος πάντων… σε επιστρ