Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιεύονται στο επιστημονικό έντυπο American Journal of Epidemiology, οι ερευνητές του Διεθνούς Πρακτορείου για την Έρευνα του Καρκίνου (IARC), που υπάγεται στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ) μελετώντας στοιχεία για περισσότερους από 2,8 εκατομμύρια ενήλικες Δανούς, διαπίστωσαν ότι όσοι ήταν κάτοχοι κινητού τηλεφώνου από 11 έως και 15 χρόνια δεν είχαν περισσότερες πιθανότητες από τους νεότερους χρήστες ή τους μη κατόχους κινητών, να εκδηλώσουν ακουστικό νεύρωμα.
Τα ακουστικά νευρώματα, γνωστά και ως αιθουσαία νευρινώματα είναι μη καρκινικοί βραδέως αναπτυσσόμενοι όγκοι που σχηματίζονται στο κύριο νεύρο που διατρέχει το έσω ους μέχρι τον εγκέφαλο.
Μπορούν να προκαλέσουν συμπτώματα όπως ακουστικές εμβοές, ζαλάδα και προβλήματα ισορροπίας. Σε μικρό αριθμό περιπτώσεων, μπορεί να αναπτυχθούν αρκετά προκαλώντας πίεση στον εγκέφαλο και τελικά να απειλήσουν τη ζωή του ασθενή.
Αν και δεν πρόκειται για καρκινικούς όγκους, τα ακουστικά νευρώματα θεωρούνται σημαντικά, στο ανοιχτό ερώτημα που απασχολεί τους επιστήμονες για το κατά πόσο τα κινητά τηλέφωνα ενέχουν κινδύνους εκδήλωσης εγκεφαλικού καρκίνου.
«Είναι ενδιαφέρον ότι τα ακουστικά νευρώματα αναπτύσσονται στην περιοχή του εγκεφάλου, όπου εκπέμπεται περισσότερη ενέργεια από τα κινητά τηλέφωνα, την οποία απορροφά ο εγκέφαλος, συγκριτικά με άλλα σημεία του οργανισμού», σημειώνει ο Δρ Χουακιν Σουζ που ηγήθηκε της ερευνητικής ομάδας.
Οπότε θεωρείται αναμενόμενο αν τα κινητά τηλέφωνα είναι αιτία εγκεφαλικό όγκων, οι άνθρωποι που τα χρησιμοποιούν πολλά χρόνια να διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο ακουστικού νευρώματος, ειδικά στο τμήμα του κρανίου που συνηθίζουν να κρατούν τη συσκευή.
Αλλά τελικά διαπιστώνεται ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει. Στους Δανούς συμμετέχοντες μόνο 800 διαγνώστηκαν με ακουστικά νευρώματα, το διάστημα 1998-2006. Και όσοι είχαν κάνει περισσότερα χρήση των συσκευών, τουλάχιστον 11 χρόνια, δεν διέτρεχαν μεγαλύτερο κίνδυνο, ούτε συγκριτικά με τους μη κατόχους κινητών τηλεφώνων.
Μάλιστα δεν προέκυψαν καν ενδείξεις ότι η μακροχρόνια χρήση κινητού τηλεφώνου έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερους από τους αναμενόμενους όγκους. Ούτε καταγράφηκε τάση εκδήλωσης ακουστικών νευρωμάτων στην δεξιά πλευρά του κρανίου, που συνήθως τοποθετούν οι περισσότεροι χρήστες το τηλέφωνο για να μιλήσουν.
Ωστόσο, τα ευρήματα δεν είναι καταληκτικά ως προς τη σχέση κινητών τηλεφώνων και ακουστικών νευρωμάτων. Το πρόβλημα είναι ότι ακόμα και οι μακροχρόνιοι χρήστες τελικά δεν κάνουν τόσο εκτεταμένη χρήση της συσκευής.
Τα ακουστικά νευρώματα γενικά αναπτύσσονται πολύ αργά και χρειάζονται χρόνια μέχρι να δώσουν συμπτώματα και να τεθεί η διάγνωση.
Και καθώς οι περισσότεροι άνθρωποι άρχισαν να χρησιμοποιούν τα κινητά τηλέφωνα στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και έπειτα, υπάρχουν στοιχεία μόνο για την τρέχουσα 15ετία, διάστημα μάλλον μικρό για την καταγραφή ασφαλούς συμπεράσματος.
Εξάλλου υπάρχουν και άλλες μορφές εγκεφαλικών όγκων αλλά οι περισσότερες έρευνες που έχουν δημοσιευθεί μέχρι και σήμερα, έχουν αποτύχει να διαπιστώσουν σχέση κινητής τηλεφωνίας και καρκίνου του εγκεφάλου, και να πάντα διατυπώνεται μια σχετική επιστημονική αμφιβολία επί των συμπερασμάτων.
Αξίζει να σημειωθεί ότι μεγάλη διεθνής έρευνα που δημοσιεύθηκε πέρσι διαπίστωσε ότι η εκτεταμένη χρήση κινητού τηλεφώνου (κατά μέσο όρο 30 λεπτά την ημέρα για δέκα χρόνια) συνεπάγεται αυξημένο κίνδυνο γλοιώματος, καρκινικός όγκος του εγκεφάλου.
Τέλος τον περασμένο Μάιο, το IARC δημοσίευσε μελέτη που χαρακτήριζε τα κύματα ραδιοσυχνοτήτων που εκπέμπουν τα κινητά τηλέφωνα ως «πιθανόν καρκινογόνα» για τους ανθρώπους, σύμφωνα με «περιορισμένα στοιχεία» που τα συσχέτιζαν με το γλοίωμα και το ακουστικό νεύρωμα.
Το πρόβλημα με τις μελέτες που εκπονούνται επί του θέματος είναι ότι μπορούν να δείξουν ή όχι, έναν συσχετισμό μεταξύ χρήσης κινητού τηλεφώνου και εγκεφαλικών όγκων, χωρίς να αποδεικνύουν την ύπαρξη αιτίου-αποτελέσματος.
Και δεν είναι λίγοι οι επιστήμονες που πιστεύουν ότι τα κύματα των ραδιοσυχνοτήτων των κινητών τηλεφώνων δεν είναι ικανά να προκαλέσουν όγκους.
Όμως, καθώς τα κινητά τηλέφωνα είναι πλέον μέρος της καθημερινότητάς μας (πάνω από 5 δις. άτομα είναι χρήστες), οι ειδικοί συμφωνούν ότι πρέπει να συνεχιστούν οι έρευνες για τις επιπτώσεις τους στην υγεία.