«Αντίσταση από όλες εκείνες τις δυνάμεις, τις συντηρητικές δυνάμεις της κοινωνίας, γιατί αυτό είναι συντήρηση σήμερα, δηλαδή να μην θέλεις να αλλάξει τίποτα, ανεξάρτητα από το κόμμα που ψηφίζεις.
Αυτοί προσπαθούν να μας κρατήσουν πίσω, ακριβώς επειδή βλέπουν τα αθέμιτα προνόμιά τους να χάνονται και με γοργούς ρυθμούς».
Άλλη μια προκλητική ομιλία του πρωθυπουργού χθες στο υπουργικό. Τι νόημα έχει να πεις «ξηλώνω προνόμια» όταν ο κόσμος πια όχι μόνο δεν το πιστεύει αλλά βλέπει να συμβαίνει το αντίθετο και είναι ήδη στο αμήν; Το μήνυμα τέτοιων δηλώσεων στην ουσία δεν είναι άλλο από την αυτονόμηση της εξουσίας απέναντι στους πολίτες, η δυνατότητά της να αυθαιρετεί απέναντί τους, να διαμορφώνει τα πράγματα όπως θέλει και να απαιτεί με το καλό και κυρίως με το άγριο την ίδια ανάγνωση από όλους και κυρίως από τα θύματά της. Σαν να λέει, «που να χτυπιέστε, δεν κάνω πίσω». Κανένα έλεος!
Δεν θα προτείναμε στον πρωθυπουργό να βρεθεί ανάμεσα στον κόσμο και ν’ ακούσει τι συζητάει, όπως όταν λίγο μετά τις εκλογές έπαιρνε σβάρνα τα καταστήματα του ΙΚΑ για να συνομιλήσει δήθεν με τους ασφαλισμένους και να δει την κατάσταση από κοντά. Είναι φανερό ότι δε δίνει δεκάρα, από την άλλη θα φοβηθεί μ’ αυτά που λέγονται και μπορεί να μας κατηγορήσει ότι του ασκούμε ψυχολογική βία (η Μερεντίτη ανακάλυψε πρόσφατα ότι υπάρχει και η ψυχολογική βία!).
Στο λεωφορείο, μετά από ένα απόγευμα στο κέντρο της Αθήνας στο οποίο πλέον η ατμόσφαιρα εμφανώς διαφέρει σε σχέση με λίγους μήνες πριν, κυρία μεγάλης ηλικίας με μαύρα ρούχα και δυσκολία στην κίνηση (κρατούσε και μαγκούρα) παραπονιέται στη φίλη της για τα φάρμακα που της δίνει ο γιατρός γιατί δεν της κάνουν τίποτα σε σχέση με τις ενέσεις που όμως δεν κυκλοφορούν πια(διαβητική; Ίσως). «Ωχ», λέω, «αρχίζει το παραλήρημα». «Έχουμε τρελαθεί οι άνθρωποι» συνεχίζει «είμαστε όλοι τρελαμένοι». Διπλό «ωχ» από μέσα μου. «Αλλά εγώ έχω ζήσει πείνα» λέει και κάνω «ωπ» και στήνω αυτί. «Εγώ είμαι 76 χρονών, έχω ζήσει πείνα, εφτά χρονών ήμουνα στην πείνα», λέει. «Έχω φάει χελώνα εγώ, οι γονείς μας μας τάισαν χελώνα» συνεχίζει έχοντας πάρει φόρα. «Που θα μου κόψει εμένα τη σύνταξη, που τα’ χω πληρωμένα τόσα χρόνια» και η κυρία απέναντί της κουνά το κεφάλι συμφωνώντας. «Και τον Αύγουστο τι σύνταξη θα μας δώσουνε, θα μας πούνε ‘’πάρε 100 ευρώ κι είσαι μια χαρά’’» (είναι που με την πέμπτη δόση θα πληρωθούν οι μισθοί κι οι συντάξεις, σκέφτομαι εγώ). «Πάει, από τότε που ανέβηκε αυτός έχουμε τελειώσει» καταλήγει και η απέναντι κυρία συμπληρώνει «ας’ τα να πάνε». «Απορώ πως έβγαιναν τόσα χρόνια» συμπληρώνει μια τρίτη.
Τετρακόσια λοιπόν τα είχε η κυρία μέσα στην χειμαρρώδη τσατίλα της (και πιθανότατα κάπου εκεί κυμαίνεται και η σύνταξη που της δώσανε).
Όλο και περισσότερος κόσμο ς ένα μήνυμα παίρνει. No money no honey. Οι περικοπές τον οδηγούν στην πείνα, και μάλιστα την ακραία πείνα, αν λάβουμε υπόψη τη σύγκριση με την πείνα του ’41 για την οποία μίλησε η κυρία. Αυτά που λέει ο πρωθυπουργός τα’ ακούνε βερεσέ.
Σε ποιον μιλάς για βία λοιπόν και για προστασία των θεσμών από την «αυθόρμητη ή οργανωμένη βία» όταν αυτή η τελευταία εκπορεύεται με επιτυχία μάλιστα από τα πάνω; Τι επιλογές έχει αυτός ο κόσμος; Να βγει στην επαιτεία στους δρόμους της Εκάλης και του Καστριού; Να υπομένει καρτερικά μέσα στο σπίτι του μέχρι εξαϋλώσεως;
http://topontiki.gr/article/19173