- Δείπνο με έξι συνεργάτες, σε εξαιρετικό εστιατόριο πάνω στο ποτάμι και τζαζ μπάντα να παίζει ζωντανά μέχρι τις δυο το πρωί. Πόσα πληρώσαμε Χρήστο μου; Θα το πιστέψεις; Μόνο 160 ευρώ! Για επτά άτομα! Πόσα θα πληρώναμε στην Αθήνα σε ανάλογο μαγαζί; Οπωσδήποτε 500…
Αλλος φίλος μου τηλεφωνεί από τη Βαρκελώνη.
- Είμαστε στο Αrts (το καλύτερο ξενοδοχείο της πόλης), πάνω στη θάλασσα. Πόσο πληρώσαμε τον καφέ; Μόνο 2,40 ευρώ! Το ίδιο και στην ιστορική Πλάθα Καταλούνια! Πόσο τον πλήρωσα την περασμένη εβδομάδα στον Αλιμο; Μόλις 4,30 (περίπου τα διπλάσια, δηλαδή)…
Τρίτος φίλος με καλεί από τη Θεσσαλονίκη, σε έξαλλη κατάσταση.
- Μόλις βγήκα από το (τάδε) καφέ, κοντά στο αεροδρόμιο. Πληρώσαμε έναν καφέ 4,50 και τη γρανίτα 9,70 ευρώ! Είναι δυνατόν μωρέ; Θα μας τρελάνουν εντελώς;
Η οικονομία έσκασε σαν φούσκα, η χώρα έπεσε πιό κάτω και από τη Γουαδελούπη σε αξιολόγηση, και εμείς συμπεριφερόμαστε σα να μην τρέχει τίποτα; Πείτε μια κουβέντα εσείς στα ΜΜΕ… Μην χαϊδεύετε συνέχεια τα αυτιά του κόσμου. Μην λέτε ότι έχουμε σε όλα δίκιο… Γιατί δεν έχουμε…
Και που θα πούμε την κουβέντα φίλε μου Νίκο, θα την ακούσει κανείς; Πολύ αμφιβάλλω.
Είναι τόσο, μα τόσο ξεκάθαρο ότι δεν θέλουμε να αλλάξουμε οι Ελληνες. Μπορεί ουσιαστικά να έχουμε χρεοκοπήσει, μπορεί η χώρα να βρίσκεται υπό διεθνή οικονομικό έλεγχο, μπορεί να έχει γίνει ο αποσυνάγωγος της Ευρώπης, αλλά εμείς εκεί… το χαβά μας. Ο,τι φάμε, ό,τι πιούμε κι ό,τι αρπάξουμε απ’ το διπλανό μας.
Πάνε να φάνε δυο άνθρωποι σε ταβερνείο στο Παγκράτι ή την Κυψέλη. Μια γεμιστά (ή φασολάκια), ένα κοτόπουλο, μια σαλάτα μια κόκα κόλα και ένα σπράϊτ, σύνολον 30 ευρώ!
Είναι να βάλεις τις φωνές ή όχι;
Η ανεργία θερίζει -κυρίως τους νέους και τους 50άρηδες- τα εισοδήματα (όσων έχουν ακόμη δουλειά) έχουν μειωθεί κατά 30 ή και 40%, οι συνταξιούχοι έχουν περάσει για τα καλά το πένθος στο μπράτσο, συνειδητοποιώντας ότι τα τελευταία χρόνια της ζωής τους θα είναι μαύρα… Και τι μ’ αυτό;
Οι Ελληνες τα ίδια. «Φταίνε οι γερμαναράδες, φταίνε οι ΔΝΤούδες, φταίνε οι τροϊκανοί, φταίνε τα λαμόγια οι έλληνες πολιτικοί, φταίνε οι διαπλεκόμενοι επιχειρηματίες».
Όλα αυτά είναι σωστά. Οι «γερμαναράδες» θέλουν να μας τιμωρήσουν επειδή ζούσαμε καλύτερα από τους ίδιους (που μας δάνειζαν, θυμίζω), οι ΔΝΤούδες και γενικά οι τροϊκανοί θέλουν να μας βάλουν τα δυο πόδια σε ένα παπούτσι επειδή παίρνουμε τα λεφτά τους χωρίς να τηρούμε καμιά απ’ τις δεσμεύσεις μας, οι πολιτικοί μας δουλεύουν ψιλό γαζί επειδή το τραβάει ο οργανισμός μας (εμείς δεν τους ψηφίζουμε ξανά και ξανά;) κλπ κλπ κλπ.
Όλα αυτά είναι, πράγματι, σωστά. Τον καφέ, όμως, ποιος μας υποχρεώνει να τον πουλάμε σε διπλή τιμή από τη Βαρκελώνη, τη Ρώμη και το Παρίσι;
Ποιος, τάχα, μας επιβάλλει να χρεώνουμε 40 και 50 ευρώ το «κεφάλι» στα καλά εστιατόρια (ο Θεός να τα κάνει), την ώρα που στη Φλωρεντία και το Βερολίνο δεν ξεπερνά τα 25 και 30;
Ποιος εξαναγκάζει τον ταβερνιάρη στο Παγκράτι να ζητάει 15 και 20 ευρώ για δυο πιάτα φαΐ, μια σαλάτα και δυο αναψυκτικά;
Ποιος επιβάλλει στον τύπο με τα ελλεεινά ενοικιαζόμενα δωμάτια να μας ζητάει όσα ένα καλό ευρωπαϊκό ξενοδοχείο και ποιος υποχρεώνει τον εστιάτορα στο νησί να πουλάει «πλαστικές» πατάτες και πεθαμένα μαρούλια;
Μήπως αφήσουμε πίσω το μοντέλο του κλαψιάρη, αλλά πάντα καταφερτζή, νεοέλληνα που μαθημένος στη λογική της αρπαχτής τα βολεύει επί δεκαετίες;
Ευτυχώς ή δυστυχώς, όπως έλεγαν οι μπακάληδες στα χρόνια του ’50 και του ’60, «ο βερεσές απέθανε». Καιρός να δούμε τι θα κάνουμε.
Και μη μου πείτε ότι έχουμε καταλάβει όλοι πως πρέπει να αλλάξουμε. Ή ότι δήθεν συμμετέχουμε όλοι στην κατανομή των αβάσταχτων βαρών. Οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι πληρώνουμε πάλι για όλους, καθώς και οι συνεπείς επιχειρηματίες (που έχουν γονατίσει με την απίστευτη φορολογία). Η κραυγαλέα ανικανότητα της κυβέρνησης έχει αφήσει στο απυρόβλητο τους μόνιμους φοροκλέφτες. Ολους εκείνους που τη βολεύουν στην καμπούρα μας όλα αυτά τα χρόνια. Ολους εκείνους που, ακόμη και σήμερα, αρνούνται να κόψουν αποδείξεις για μια δουλειά που κάνουν (οι ελεύθεροι επαγγελματίες), όλους εκείνους που δίνουν μάχη για να κρατήσουν κλειστό το επάγγελμά τους (η Ελλάδα είναι η μοναδική ευρωπαϊκή χώρα με τέτοιες κάστες), όλους εκείνους που σου δίνουν το δελτίο παραγγελίας ως δήθεν απόδειξη. Ολους εκείνους που έκλεισαν τις επιχειρήσεις τους και τις πήγαν στη Βουλγαρία με τη χαμηλή φορολογία, στέλνοντας στην ανεργία εκατοντάδες οικογένειες.
Την επόμενη φορά, λοιπόν, που θα σκεφτούμε να αποδοκιμάσουμε τον πρώτο βουλευτή που θα δούμε μπροστά μας -ως σύμβολο του καταρρέοντος πολιτικού συστήματος- ας θυμηθούμε να κάνουμε το ίδιο και με τον πρώτο καφετζή ή ταβερνιάρη -ως σύμβολα του καταρρέοντος κοινωνικού οικοδομήματος.
Χρήστος Παναγιωτόπουλος
ΑΙΧΜΗ