Eνας χαμογελαστός τοπικισμός φαίνεται να
υποβόσκει μεταξύ των Αμοργιανών, ιδιαίτερα στους γηραιότερους.
Η μεγάλη αγάπη για τον τόπο τους μετουσιώνεται σε χιούμορ που ενίοτε μετονομάζει τα Θολάρια σε Λολάρια, ορίζοντας αόρατα
σύνορα ανάμεσα στην Αιγιάλη και στα Κατάπολα, στη Χώρα και την Κάτω Μεριά. Ανατρέχοντας στο παρελθόν, αναπόφευκτα θα σκεφτούμε και τα τρία «κράτη» (Μινωίτες στα Κατάπολα, Νάξιοι στην Κάτω Μεριά, Μιλήσιοι στην Αιγιάλη) που μοιράζονταν το νησί στην αρχαιότητα. Σε τούτη την περιπλάνηση θα γνωρίσουμε το νοτιότερο και λιγότερο γνωστό εξ αυτών.
Περνώντας τον Αη Γιώργη τον Βαλσαμίτη, γνωστό για το αρχαίο πηγάδι που κρύβει στο εσωτερικό του, νιώθουμε πως αλλάζουμε επικράτεια. Μπαίνουμε στην Κάτω Μεριά, ίσως τον πιο παραμελημένο τόπο σε αυτό το νησί. Ο τουρισμός δεν έχει ακουμπήσει ακόμα τους ντόπιους, οι περισσότεροι από τους οποίους ασχολούνται με την κτηνοτροφία και τη γεωργία. Βιαζόμαστε να φτάσουμε στα κρυστάλλινα νερά του Μούρου (ακόμα ελκυστικά στα τέλη του Σεπτέμβρη). Μια πινακίδα στην άκρη του δρόμου μάς ενημερώνει για την ύπαρξη του προϊστορικού οικισμού της Μαρκιανής.
Παρατηρούμε το λόφο που επέλεξαν οι προϊστορικοί κάτοικοι για το χωριό τους και αμέσως αντιλαμβανόμαστε τη σχέση τους με τον κάμπο αλλά και με τη θάλασσα. Τα ερείπια της Μαρκιανής είναι κάπως δυσδιάκριτα. Αντίθετα, η ακρόπολη της αρχαίας Αρκεσίνης, το λεγόμενο Καστρί, μας δείχνει τα τείχη της από μακριά. Χτισμένο στην κορυφή του λόφου, έξοχο παρατηρητήριο, το κάστρο αυτό κατοικήθηκε από την προϊστορική εποχή, αλλά άνθησε τον 4ο αιώνα π.Χ. Στεκόμαστε λίγο στη σιωπή και ακούμε τις σαύρες που τρέχουν στα ξερόχορτα. Δεν ανησυχούμε για φίδια, καθώς, μέχρι σήμερα, δεν έχουν αναφερθεί δηλητηριώδη είδη στην Αμοργό. Αντίθετα, ένα «άκακο» φίδι, ο Λαφίτης, έχει χαρακτηριστεί προστατευόμενο είδος.
Ενας άλλος αρχαίος πύργος, ο ονομαστός πύργος της Αγίας Τριάδας, πολύ κοντά στην Αρκεσίνη, είναι μάλλον το πιο ευπρόσιτο αρχαιολογικό αξιοθέατο της Κάτω Μεριάς. Χτισμένος τον 4ο αιώνα π.Χ. και αναστηλωμένος πρόσφατα, μας αφήνει άφωνους με τη λιθοδομή του. Οι τεράστιοι ογκόλιθοι στέκονται ακόμη και σήμερα άψογα συνταιριασμένοι. Δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο, μια μικρή έκπληξη μας περιμένει: η «κατοικιά του Θόδωρα», μια παραδοσιακή κατοικία που έχει αναστηλωθεί, δίνοντάς μας μια ιδέα για τη λαϊκή αρχιτεκτονική της Αμοργού.
Η Κολοφάνα είναι ένα χωριό που μπορεί να σε μαγέψει, καθώς μοιάζει προσκολλημένη στο παρελθόν, τότε που οι Αμοργιανοί ζούσαν από τη γη. Τότε που ο ελληνικός καφές και το παγωμένο υποβρύχιο στο ποτήρι συνόδευαν την κουβέντα στο καφενείο του χωριού. Μαζί με την Αρκεσίνη και την Καλοταρίτισσα αποτελεί το ιδανικό ορμητήριο για τον κλειστό όρμο του Κάτω Κάμπου, τη μικρή παραλία στα Παραδείσια και τον όρμο του Λίβερου με το Ναυάγιο.
«Στις Μάκαρες το έπιασε βοριάς. Ερχόταν να αράξει κάπου απάνεμα, μέχρι να κοπάσει η θάλασσα. Νόμιζε πως ο Λίβερος ήταν αγκυροβόλιο. Εριξε άγκυρα, αλλά δεν τον κράτησε και έπεσε στα βράχια». Ο κ. Νικήτας, καφετζής στην Κολοφάνα, θυμάται το ναυάγιο του «Ολυμπία», που εντυπωσίασε τόσο τον Luc Besson, ώστε να το επιλέξει για σκηνικό στο «Απέραντο Γαλάζιο», διαφημίζοντας έτσι ένα από τα λιγοστά αξιοθέατα της Κάτω Μεριάς. Στη σκουριασμένη πλώρη του διακρίνεται ακόμα ανάγλυφο το παλιό του όνομα: Inland. Το κύμα περνάει μέσα από τα τρυπημένα αμπάρια του και σκάει στις πέτρες της βρώμικης ακτής. Το παρατημένο σκαρί δημιουργεί μια μυστηριώδη μελαγχολία.
Τα καΐκια κουνιούνται νωχελικά στον κλειστό όρμο της Καλοταρίτισσας. Ενας ψαράς νετάρει τα δίχτυα του στην προκυμαία, ταΐζοντας πού και πού μια χήνα που μας κοιτάζει επίμονα. Με το βλέμμα μας αναζητούμε τον Νίκο. Η κελαρυστή προφορά του, χαρακτηριστική των ανθρώπων της Κάτω Μεριάς, μας θυμίζει τις ντοπιολαλιές της Δωδεκανήσου. Ψαράς στο επάγγελμα, το καλοκαίρι πηγαινοφέρνει κόσμο στις υπέροχες παραλίες της Γραμβούσας με το καΐκι του. Ισως εκεί να είναι πιο ήσυχα. Και αν πάλι δεν είναι, θα ταξιδέψουμε στις απροσπέλαστες νότιες παραλίες του νησιού, από το Αμμούδι μέχρι το Χοντρό Νερό, το Σπαρτί, τα Χάλαρα. Αλλωστε, είμαστε στην Αμοργό και οι επιλογές δεν εξαντλούνται. Αρκεί να μη βιάζεσαι…
Η μεγάλη αγάπη για τον τόπο τους μετουσιώνεται σε χιούμορ που ενίοτε μετονομάζει τα Θολάρια σε Λολάρια, ορίζοντας αόρατα
σύνορα ανάμεσα στην Αιγιάλη και στα Κατάπολα, στη Χώρα και την Κάτω Μεριά. Ανατρέχοντας στο παρελθόν, αναπόφευκτα θα σκεφτούμε και τα τρία «κράτη» (Μινωίτες στα Κατάπολα, Νάξιοι στην Κάτω Μεριά, Μιλήσιοι στην Αιγιάλη) που μοιράζονταν το νησί στην αρχαιότητα. Σε τούτη την περιπλάνηση θα γνωρίσουμε το νοτιότερο και λιγότερο γνωστό εξ αυτών.
Περνώντας τον Αη Γιώργη τον Βαλσαμίτη, γνωστό για το αρχαίο πηγάδι που κρύβει στο εσωτερικό του, νιώθουμε πως αλλάζουμε επικράτεια. Μπαίνουμε στην Κάτω Μεριά, ίσως τον πιο παραμελημένο τόπο σε αυτό το νησί. Ο τουρισμός δεν έχει ακουμπήσει ακόμα τους ντόπιους, οι περισσότεροι από τους οποίους ασχολούνται με την κτηνοτροφία και τη γεωργία. Βιαζόμαστε να φτάσουμε στα κρυστάλλινα νερά του Μούρου (ακόμα ελκυστικά στα τέλη του Σεπτέμβρη). Μια πινακίδα στην άκρη του δρόμου μάς ενημερώνει για την ύπαρξη του προϊστορικού οικισμού της Μαρκιανής.
Παρατηρούμε το λόφο που επέλεξαν οι προϊστορικοί κάτοικοι για το χωριό τους και αμέσως αντιλαμβανόμαστε τη σχέση τους με τον κάμπο αλλά και με τη θάλασσα. Τα ερείπια της Μαρκιανής είναι κάπως δυσδιάκριτα. Αντίθετα, η ακρόπολη της αρχαίας Αρκεσίνης, το λεγόμενο Καστρί, μας δείχνει τα τείχη της από μακριά. Χτισμένο στην κορυφή του λόφου, έξοχο παρατηρητήριο, το κάστρο αυτό κατοικήθηκε από την προϊστορική εποχή, αλλά άνθησε τον 4ο αιώνα π.Χ. Στεκόμαστε λίγο στη σιωπή και ακούμε τις σαύρες που τρέχουν στα ξερόχορτα. Δεν ανησυχούμε για φίδια, καθώς, μέχρι σήμερα, δεν έχουν αναφερθεί δηλητηριώδη είδη στην Αμοργό. Αντίθετα, ένα «άκακο» φίδι, ο Λαφίτης, έχει χαρακτηριστεί προστατευόμενο είδος.
Ενας άλλος αρχαίος πύργος, ο ονομαστός πύργος της Αγίας Τριάδας, πολύ κοντά στην Αρκεσίνη, είναι μάλλον το πιο ευπρόσιτο αρχαιολογικό αξιοθέατο της Κάτω Μεριάς. Χτισμένος τον 4ο αιώνα π.Χ. και αναστηλωμένος πρόσφατα, μας αφήνει άφωνους με τη λιθοδομή του. Οι τεράστιοι ογκόλιθοι στέκονται ακόμη και σήμερα άψογα συνταιριασμένοι. Δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο, μια μικρή έκπληξη μας περιμένει: η «κατοικιά του Θόδωρα», μια παραδοσιακή κατοικία που έχει αναστηλωθεί, δίνοντάς μας μια ιδέα για τη λαϊκή αρχιτεκτονική της Αμοργού.
Η Κολοφάνα είναι ένα χωριό που μπορεί να σε μαγέψει, καθώς μοιάζει προσκολλημένη στο παρελθόν, τότε που οι Αμοργιανοί ζούσαν από τη γη. Τότε που ο ελληνικός καφές και το παγωμένο υποβρύχιο στο ποτήρι συνόδευαν την κουβέντα στο καφενείο του χωριού. Μαζί με την Αρκεσίνη και την Καλοταρίτισσα αποτελεί το ιδανικό ορμητήριο για τον κλειστό όρμο του Κάτω Κάμπου, τη μικρή παραλία στα Παραδείσια και τον όρμο του Λίβερου με το Ναυάγιο.
«Στις Μάκαρες το έπιασε βοριάς. Ερχόταν να αράξει κάπου απάνεμα, μέχρι να κοπάσει η θάλασσα. Νόμιζε πως ο Λίβερος ήταν αγκυροβόλιο. Εριξε άγκυρα, αλλά δεν τον κράτησε και έπεσε στα βράχια». Ο κ. Νικήτας, καφετζής στην Κολοφάνα, θυμάται το ναυάγιο του «Ολυμπία», που εντυπωσίασε τόσο τον Luc Besson, ώστε να το επιλέξει για σκηνικό στο «Απέραντο Γαλάζιο», διαφημίζοντας έτσι ένα από τα λιγοστά αξιοθέατα της Κάτω Μεριάς. Στη σκουριασμένη πλώρη του διακρίνεται ακόμα ανάγλυφο το παλιό του όνομα: Inland. Το κύμα περνάει μέσα από τα τρυπημένα αμπάρια του και σκάει στις πέτρες της βρώμικης ακτής. Το παρατημένο σκαρί δημιουργεί μια μυστηριώδη μελαγχολία.
Τα καΐκια κουνιούνται νωχελικά στον κλειστό όρμο της Καλοταρίτισσας. Ενας ψαράς νετάρει τα δίχτυα του στην προκυμαία, ταΐζοντας πού και πού μια χήνα που μας κοιτάζει επίμονα. Με το βλέμμα μας αναζητούμε τον Νίκο. Η κελαρυστή προφορά του, χαρακτηριστική των ανθρώπων της Κάτω Μεριάς, μας θυμίζει τις ντοπιολαλιές της Δωδεκανήσου. Ψαράς στο επάγγελμα, το καλοκαίρι πηγαινοφέρνει κόσμο στις υπέροχες παραλίες της Γραμβούσας με το καΐκι του. Ισως εκεί να είναι πιο ήσυχα. Και αν πάλι δεν είναι, θα ταξιδέψουμε στις απροσπέλαστες νότιες παραλίες του νησιού, από το Αμμούδι μέχρι το Χοντρό Νερό, το Σπαρτί, τα Χάλαρα. Αλλωστε, είμαστε στην Αμοργό και οι επιλογές δεν εξαντλούνται. Αρκεί να μη βιάζεσαι…